Αν απόδειξη μιας καλής ταινίας είναι ότι θέλεις να τη βλέπεις ξανά και ξανά για να σε φορτίζει με την ενέργειά της, τότε το «Gimme Danger», το ντοκιμαντέρ του Τζιμ Τζάρμους για τους Stooges είναι μια σπουδαία ταινία.
Δεν είναι ότι βλέποντας το «Gimme Danger» καταλαβαίνεις απαραίτητα ότι το έχει σκηνοθετήσει ο Τζιμ Τζάρμους, τουλάχιστον όχι με τον τρόπο που οι ταινίες μυθοπλασίας του είναι συνδεδεμένες μεταξύ τους μ' αυτόν τον ισχυρό δεσμό ύφους και πνεύματος και στιλ - είναι «ταινίες Τζάρμους». Ωστόσο, ίσως κανείς άλλος δημιουργός στον κόσμο δε θα μπορούσε να κάνει ένα τόσο ωραίο και τόσο σωστό ντοκιμαντέρ για τους Stooges, εκτός από τον Τζιμ Τζάρμους. Επειδή είναι κι εκείνος, όπως κι εκείνοι, παιδί του αμερικανικού midwest που την είδε αλλιώς. Επειδή τους αγαπά βαθειά, τον έχουν καθορίσει και τους σέβεται. Επειδή ξέρει καλά πώς να συνδέσει την ιστορία τους με την ιστορία, τη μουσική και την κοινωνία της εποχής τους. Γιατί το «Gimme Danger» οπωσδήποτε δεν είναι ένα ντοκιμαντέρ για τον Ιγκυ Ποπ (παρότι είναι ο οδηγός του), ούτε καν για την πορεία των Stooges: είναι μια ταινία για το πώς αυτή η καταστροφική και αριστουργηματική μπάντα είναι μια από τις σπουδαιότερες στην ιστορία της ροκ.
Η ταινία πιάνει την ιστορία (εκείνων που έγιναν οι) Stooges, από τα παιδικά τους χρόνια στην πόλη Αν Αρμπορ του Μίσιγκαν, μέχρι τη στιγμή που, το 2010, μπήκαν στο Rock and Roll Hall of Fame. Αφηγητής της ταινίας είναι ο Ιγκυ Ποπ, τώρα, με την κάμερα του Τζιμ Τζάρμους απέναντί του, στο σπίτι ή το τροχόσπιτό του: με τα lounge ρούχα του, ξυπόλητος, με το σφιχτό, μυώδες σώμα του και τα μάτια του που γυαλίζουν, διασκεδαστικός, ώριμος αλλά ακριβώς ίδιος με τότε, αφηγείται ολόκληρη την ιστορία του συγκροτήματος, προσπερνώντας σύντομα ό,τι επώδυνο, σφραγίζοντας την υπόλοιπη με την εθιστική γοητεία του.
Ο Τζάρμους μοντάρει το λόγο του με απίθανα υλικά από live, με συνεντεύξεις με όλους τους ζωντανούς Stooges - μέχρι και τον Σκοτ Αστον που έφυγε το 2014 - και τον πολύ, πολύ στενό κύκλο τους και υπογραμμίζει όσα λέγονται, με κομμάτια της ποπ κουλτούρας, του σινεμά και της τηλεόρασης, αλλά φυσικά και της μουσικής, που καταφέρνουν ιδανικά να δώσουν στους Stooges την πραγματική τους διάσταση. Δεν υπάρχει κανένας αισθησιασμός (πέρα από την πλήρη και τακτική αναφορά σε όλα τα είδη drugs που πέρασαν από πάνω κι από μέσα τους), κανένα κουτσομπολιό (η μοναδική αναφορά σε οτιδήποτε ερωτικό είναι η σύντομη σχέση του Ιγκυ με τη Nico κι είναι απίθανα ρομαντική), οι σύνδεσμοι με τον Λου Ριντ και με τον Ντέιβιντ Μπάουι αναφέρονται απαλά και σύντομα.
Δεν υπάρχει, μέσα στο ντοκιμαντέρ, συγκίνηση (ασχέτως αν την προκαλεί σε κύματα στο θεατή), ούτε παρακμή, σαν κι αυτή που βίωσε η μπάντα όταν διαλύθηκε, ή όταν σημαδεύτηκε από το θάνατο, ή όταν παρέπαιε μεταξύ ζωής και σκληρών ναρκωτικών. Υπάρχει μόνο η εξυπνάδα και η αγάπη του Τζάρμους, η πολυδιάστατη προσωπικότητα του Ιγκυ, ενα πονηρό, στραβό χαμόγελο προς στον κόσμο. Και μια μικρή ομάδα από καραγκιόζηδες κι ιδιοφυίες, όπως οι κωμικοί που τούς χάρισαν τ' όνομά τους.
Διαβάστε ακόμη: Flixibility: Μικρός οδηγός για αρχαρίους στον rock 'n' (Ιggy) pop κόσμο των The Stooges