Τοποθετημένη χρονικά στις απαρχές του κόσμου, όταν προϊστορικά πλάσματα και μαλλιαρά μαμούθ κατοικούσαν στη Γη, αυτή είναι η ιστορία του Νταγκ, μαζί με τον βοηθό του Χόγκνομπ, και της προσπάθειας τους να ενώσουν τη φυλή τους απέναντι στην εχθρική απειλή του Λόρδου Νουθ, ώστε να σώσουν το σπίτι τους.
Αν κάποιος τοποθετούσε την βρετανική Aardman στο βάθρο μαζί άλλα μεγαθήρια, όπως το στούντιο Ghibli της Ιαπωνίας, την Laika και, γιατί όχι, την ίδια την Pixar, ως ένα από τα πιο σπουδαία και σημαντικά animation στούντιο αυτής την γενιάς, δεν θα έπεφτε και πολύ έξω. Οι πλαστελίνες της έχουν καταφέρει να εδραιωθούν με την αξία τους σε έναν χώρο που το computer animation κυριαρχεί. Κι αυτό γιατί διαθέτουν όχι μόνο την ψυχή μιας παιδικής αθωότητας, η οποία φαίνεται να ξεχειλίζει σε κάθε σκηνή των ταινιών της, αλλά γιατί κάτω από τα χέρια των πολυτάλαντων δημιουργών της, αυτή η αθωότητα εύκολα πλάθεται και μεταμορφώνεται σε κάτι πιο τρελό, εκκεντρικό και αναρχικό από ό,τι μας έχουν συνηθίσει τα υπόλοιπα στούντιο μαζί.
Είναι κρίμα, λοιπόν, για το στούντιο που τα τελευταία χρόνια μας έχει δώσει μερικά από τα καλύτερα animation, όπως τo «Ο Γουάλας και Γκρόμιτ στον Τεράστιο Λαχανόκηπο», «Arthur Christmas», «Πειρατές!» και «Σον το Πρόβατο», να δημιουργεί κάτι τόσο μέτριο και τυποποιημένο, με ελάχιστες πραγματικά αστείες σκηνές όσο είναι το «O Ανθρωπος των Σπηλαίων».
Η ταινία δεν είναι αυτό που ίσως περιμένεις από τον τίτλο της. Μπορεί να φαίνεται πως μιλάει για τις περιπέτειες ανθρώπων στην Παλαιολιθική Εποχή, αλλά στην ουσία πρόκειται για ένα animation που έχει να κάνει με το ποδόσφαιρο και την εκπαίδευση μιας ομάδας, η οποία θεωρείται από τα πρώτα λεπτά αουτσάιντερ. Σίγουρα δεν πρόκειται για το πιο πρωτότυπο σενάριο εκεί έξω, και σίγουρα το έχουμε ξαναδεί αρκετές φορές στο παρελθόν με το είδος του αθλήματος (και το τελικό αποτέλεσμα) να αλλάζει κάθε φορά, αλλά πάντα το μοτίβο να μένει το ίδιο.
Εδώ ο τρόπος με τον οποίο ξετυλίγεται η ιστορία δεν φαίνεται να ακολουθεί τη λογική που μας έχει συνηθίσει η Aardman παλιότερα. Ολα δείχνουν, από την δράση μέχρι και τους ίδιους τους χαρακτήρες, να έχουν μπει σε έναν αυτόματο πιλότο που κάνουν την ιστορία να μοιάζει τουλάχιστον «απαρχαιωμένη». Ακόμα και το φλεγματικό βρετανικό χιούμορ, που θύμιζε λίγο κάτι από Μόντι Πάιθον στις καλύτερες στιγμές του, δηλώνει περίτρανα την απουσία του εδώ, καθώς έχει αντικατασταθεί με διάφορα χλιαρά gags και αστεία, απομεινάρια κάποιου επεισοδίου των Flintstones. Αστεία που μερικές φορές καταφέρνουν να προκαλέσουν γέλιο, αλλά δεν φτάνουν σε επίπεδο και την εξυπνάδα που διέκρινε τις προηγούμενες ταινίες της.
Ευτυχώς, μπορεί η ιστορία και οι χαρακτήρες της αυτή την φορά να δείχνουν τελείως ντεφορμέ, όμως το animation δείχνει σχεδόν άψογο, με την Aardman να κάνει για άλλη μια φορά επίδειξη όχι μόνο δύναμης αλλά και πραγματικού αστείρευτου ταλέντου. Κι εδώ οι χαρακτήρες και οι σκηνές της, με αποκορύφωμα τον τελικό αγώνα ποδοσφαίρου, είναι αποτέλεσμα μιας εσκεμμένης ακατέργαστης ομορφιάς και απαράμιλλου σχεδιασμού, για ακόμη μια φορά στα όρια ενός μοναδικού, λεπτοδουλεμένου, έργου τέχνης.
Ομως «Ο Ανθρωπος των Σπηλαίων» δεν καταφέρνει ποτέ να γίνει μια κλασσική Aardman ταινία. Του λείπει η γοητεία των χαρακτήρων και η περίεργη αναρχία και τρέλα που χαρακτηρίζει μερικές από τις πιο αγαπημένες ταινίες του στούντιο. Μπορεί στο τέλος να προσφέρει λίγες ώρες διασκέδασης, αλλά δεν παύει να είναι μοιάζει ως μια δευτέρας διαλογής ταινία του στούντιο Aardman.
[Η ταινία προβάλλεται μόνο μεταγλωττισμένη στα ελληνικά, στερώντας μας έτσι την ευχαρίστηση να ακούσουμε τις φωνές των Εντι Ρέντμεϊν και Mέισι Γουίλιαμς, καθώς και την γαλλική προφορά του Τομ Χίντλστον στον ρόλο του κακού Νουθ.]