Οι ήρωες του Αλεξάντερ Πέιν συνήθως δεν αποτελούν υποδείγματα ηθικής. Από τα αιχμηρά «Πλαγίως» και «Σχετικά με το Σμιντ» μέχρι τα περισσότερο γλυκόπικρα «Οι Απόγονοι» και «Nebraska», η φιλμογραφία του είναι γεμάτη χαρακτήρες που φλερτάρουν με τη μικροπρέπεια και κατά κανόνα φέρουν όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που δικαιολογούν την ατέλεια της ανθρώπινης φύσης. Το σινεμά του Αλεξάντερ Πέιν είναι στην ουσία του γεμάτο «μικρούς ανθρώπους», για αυτό και δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι στον «Μικρόκοσμο» οι ήρωές του είναι κυριολεκτικά μικροί, αν και έτοιμοι να σώσουν με το δικό τους τρόπο ολόκληρο τον κόσμο, ανακαλύπτοντας στην πορεία από την αρχή τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος.

Στο μάλλον κοντινό μάλλον, ένας Νορβηγός επιστήμονας ανακαλύπτει τη λύση για την οικολογική και ενεργειακή κρίση. Πλέον η σμίκρυνση ενός ανθρώπου στο 0,03% της αρχικής του μάζας είναι εφικτή, γεγονός που μειώνει το ενεργειακό βάρος του κάθε ατόμου στον πλανήτη αλλά και ταυτόχρονα οδηγεί σε μια αναλογικά πολύ πιο πλούσια ζωή, καθώς τα πάντα γίνονται άμεσα οικονομικά πολύ πιο προσιτά. Στη μοναδική (αλλά χαρακτηριστική) σκηνή της στην ταινία, η Λόρα Ντερν, μέσα από την μπανιέρα του μικροσκοπικού αλλά συγκριτικά πολυτελούς σπιτιού της, καυχιέται στον άντρα της, Νιλ Πάτρικ Χάρις, ότι «δεν μπόρεσε να αντισταθεί στα διαμάντια», αγοράζοντας ένα ολόκληρο σετ με 80 περίπου δολάρια! Σε μία άλλη, ο ύπουλος μαφιόζος της διπλανής πόρτας, Κριστόφ Βαλτς, πουλάει μικροσκοπικά πούρα Κοχίμπα για μόνο ένα δολάριο στον κάθε ενδιαφερόμενο. Στον «Μικρόκοσμο», η ενεργειακή κρίση μπορεί να έχει βρει σωτηρία, ο καπιταλισμός προφανώς όμως όχι.

Στο επίκεντρο αυτού του κόσμου, ο Πολ και η Οντρεϊ των Ματ Ντέιμον και Κρίστεν Γουίιγκ είναι έτοιμοι να κάνουν μια νέα αρχή και μαζί τους ο Αλεξάντερ Πέιν να ξεκινήσει μια παραμυθένια Οδύσσεια που διασχίζει κάθε γωνιά αυτής της - παράδοξα γνώριμης στον πυρήνα της - πραγματικότητας, με συνεχή επεισόδια που αποφεύγουν να μείνουν για πολλή ώρα στο ίδιο μέρος. Από την πολυτελή επιφάνεια της βιτρίνας του Leisuretown μέχρι τις σκοτεινές γωνίες στα περίχωρα αυτού του κόσμου και από τα ξέφρενα πάρτι με «πολλούς Ευρωπαίους» μέχρι τις γραφικές απομονωμένες κοινότητες στα φιορδ της Νορβηγίας που προετοιμάζονται για το τέλος της Γης, ο «Μικρόκοσμος» δεν είναι ακριβώς μια μικρογραφία της ανθρώπινης φύσης, όσο η αναζήτηση εκείνων των δομικών χαρακτηριστικών που αξίζει να διασωθούν για την επόμενη γενιά.

Η γλώσσα της ταινίας είναι κατά στιγμές υπερβολικά συναισθηματική και ορισμένες σκηνές θα μπορούσαν να ευνοηθούν από έναν πιο διακριτικό χειρισμό των θεματικών τους, όμως τελικά δύσκολα μπορεί να κρατήσει κάποιος κακία στον Πέιν γιατί εξαρχής ο «Μικρόκοσμος» χρησιμοποιεί τη γλώσσα του παραμυθιού, χωρίς να διστάζει να δώσει έμφαση στα επιμέρους φανταστικά του στοιχεία. Είναι μια αφήγηση που πιστεύει στο καλό και που το υποστηρίζει σε κάθε στάδιο της διαδρομής, είτε μέσω του Πολ του Ματ Ντέιμον που ενδεχομένως και αφελώς αφήνεται να παρασυρθεί από μια θεωρητικά ευγενή φιλοσοφία, είτε (κυρίως) μέσω της Νοκ Λαν της Χονγκ Τσάου, η οποία όχι απλώς προσωποποιεί την ηθική πυξίδα της ταινίας αλλά και κλέβει την παράσταση σε δύο σκηνές που θα μπορούσαν να αποτελέσουν ακόμα και το οσκαρικό της όχημα σε λίγους μήνες. Το πάθος της, η ελπίδα της και η βαθιά της πίστη στο ανθρώπινο τώρα είναι μόνο μερικά από τα στοιχεία μιας προσωπικότητας που συγκεντρώνει όλα όσα πρεσβεύει η ουσία της ταινίας, ρομαντικά, συναισθηματικά και αναπολογητικά αισιόδοξα.

Ο «Μικρόκοσμος» κινείται μόνιμα ανάμεσα στην ουτοπία και τον πραγματισμό, χρησιμοποιώντας τελικά την κοινωνική σάτιρα και την επιστημονική φαντασία απλώς ως αφορμή για να αφηγηθεί μια ακόμα ιστορία για «μικρούς ανθρώπους», πιο φιλόδοξα και πιο ουμανιστικά από ποτέ, μέσα από συνεχή επεισόδια που κλιμακώνονται μέχρι να βρουν τον προορισμό τους στην καρδιά του θεατή, χρησιμοποιώντας τα δάκρυα, το (γνώριμο της γλώσσας του σκηνοθέτη) χιούμορ και το παράδοξο για να πουν μια ιστορία οικουμενική και, ταυτόχρονα, απόλυτα προσωπική. Οι μικροί άνθρωποι του Αλεξάντερ Πέιν έγιναν μόλις μεγαλύτεροι από ποτέ.