Ο Φιλίπ ντε Σοβερόν έχει ένα ένστικτο στο να πιάνει και να μεταδίδει τα στοιχεία της σύγχρονης λαϊκής κωμωδίας. Ιδιαίτερες φάτσες που γράφουν στη μνήμη, πληθωρικοί ηθοποιοί, φαρσικά στοιχεία, ένας ελαφρύς κοινωνικός ή πολιτικός σχολιασμός για να είναι επίκαιρος κι ένας βαθύς συντηρητισμός, καμουφλαρισμένος ως ανθρωπισμός κι ως ελαφρότητα. Ακόμα κι αν, όμως, τα στοιχεία αυτά λειτούργησαν, εισπρακτικά τουλάχιστον, στην προηγούμενη ταινία του, «Θεέ μου, τι σου Κάναμε;», αυτή τη φορά ο ντε Σοβερόν δεν κρατά καν τα προσχήματα μιας ενδιαφέρουσας πλοκής ή ενός χιούμορ που ξεπερνά την εφηβική καγκουριά.
Η ταινία, με πρωταγωνιστές δυο από τους ηθοποιούς που ξεχώρισαν στο «Θεέ μου, τι σου Κάναμε;», παρακολουθεί τον Χοσέ, αστυνομικό, που ταλαιπωρείται από ένταση στο γάμο του, ενώ όλα τα άλλα του πηγαίνουν πρίμα. Μάλιστα, βρίσκεται στα πρόθυρα μιας πολυπόθητης προαγωγής: το μόνο που έχει να κάνει για να την πάρει, είναι μια τελευταία έκδοση κρατουμένου, από το Παρίσι στην Καμπούλ. Μόνο που ο κρατούμενός του, ο Ακίμ, επιμένει ότι έχει χαρακτηριστεί άδικα και το ταξίδι των δυο αντρών θα είναι «γεμάτο απολαυστικές περιπέτειες». Οπως φανταζόμαστε, η διαδρομή θ' αποκτήσει μια κοσμοπολίτικη χροιά, οι δυο άντρες θα ξεκινήσουν ως αντίπαλοι και θα καταλήξουν φίλοι κι ο Ακίμ θα κατορθώσει να γεφυρώσει και το χάσμα, όχι μόνο ανάμεσα στον δυτικό και τον ισλαμικό κόσμο, αλλά κι ανάμεσα στον Χοσέ και την κυρία του.
Βασισμένο σε μια «μοντέρνα» ιδέα, την εγγύτητα ηθών και ψυχοσύνθεσης των ανθρώπων που προέρχονται, θεωρητικά, από διαφορετικές κουλτούρες, το φιλμ κάνει ό,τι μπορεί για να ξεφτίσει την όποια εξυπνάδα του. Η κωμικότητα στηρίζεται σε χιλιοειδωμένα γκαγκ, η πλοκή είναι παιδικά προβλέψιμη, οι διάλογοι τόσο αναμενόμενοι που δύσκολα κερδίζουν ένα γέλιο, η σκηνοθεσία κι ο ρυθμός ακατέργαστα και το σύνολο χοντροκομμένο. Οσοι στο «Θεέ μου, τι σου Κάναμε;», αναφώνησαν κι εκείνοι ομοίως με τον τίτλο, στην «Αμεση Αποβίβαση!» θα θελήσουν απλώς να σταματήσει για να... κατέβουν.