Υπάρχουν αρκετοί λόγοι που μπορεί κάποιος να απαριθμήσει γιατί το «Black Christmas» («Τρόμος στο Παρθεναγωγείο», για έναν περίεργο λόγο, ο ελληνικός τίτλος της) του 1974 παραμένει ακόμα και σήμερα μια από τα πιο κλασικά slasher movies όλων των εποχών, με ίσως το πιο σημαντικό να είναι εκείνο το αξεπέραστο twist λίγο πριν το φινάλε. Θα αρκούσε βέβαια και μόνο ότι η ταινία του Μπομπ Κλαρκ ήταν ταινία που ενέπνευσε τον Τζον Κάρπεντερ να γυρίσει το «Halloween» το 1978...
Φυσικά, και καθώς περνάμε μια περίοδο όπου η κινηματογραφική βιομηχανία δείχνει να έχει παθιαστεί από τα remakes/reboots κάθε είδους και επειδή κάποιος παραγωγός εκεί έξω πιστεύει πως το ανεκδιήγητο remake του 2006 με τον ίδιο τίτλο δεν ήταν αρκετό και πως χρειαζόμαστε και ένα ακόμα, άλλη μια καλτ ταινία «κατακρεουργείται» με ένα ακόμα remake το οποίο πραγματικά δεν το ζήτησε κανείς.
Εχοντας σαν κορμό της την κεντρική ιδέα της ταινίας του ’74, όπου τα κορίτσια μιας αδελφότητας απειλούνται από έναν μανιακό δολοφόνο την περίοδο των Χριστουγεννιάτικων διακοπών τους, η σκηνοθέτης Σοφία Κατάλ, η οποία συνυπογράφει και το σενάριο μαζί με την Εϊπριλ Γουλφ, αποφασίζει να μην ακολουθήσει την ίδια ιστορία, πέρα από κάποιες έξυπνες αναφορές εδώ κι εκεί, αλλά να μεταφέρει την πλοκή στην εποχή της #metoo επανάστασης και της γυναικείας χειραφέτησης. Χτυπώντας την κουλτούρα του βιασμού, της πατριαρχίας, της τοξικής αρρενωπότητας και της «boys will be boys» συμπεριφοράς, η Κατάλ προσπαθεί να συνδυάσει τον τρόμο της γυναικείας κακοποίησης από μια τοξικά μάτσο κοινωνία με το είδος των slasher ταινιών - πράγμα που δείχνει ως ενδιαφέρον, αλλά που καταλήγει γρήγορα να ευτελίζει με ένα ξεδιάντροπο τρόπο το ίδιο το μήνυμά που θέλει να περάσει.
Κι αυτό γιατί για την Κατάλ φαίνεται πως, μέχρι το φινάλε, υπάρχει μόνο ένα είδος γυναικών και ανδρών: οι δυναμικές γυναίκες που δεν θα υποταχτούν για κανέναν λόγο σε κανέναν άνδρα, και οι σατανικοί άνδρες όπου όλοι τους είναι εν δυνάμει βιαστές και έτοιμοι να κακοποιήσουν ανυπεράσπιστες γυναίκες. Ναι τόσο απλά. ΟΚ, ακόμα και αν δεχτούμε πως πρόκειται για μια ταινία η οποία προσπαθεί να περάσει τα μηνύματά της όσο πιο απλοϊκά και in your face γίνεται για να γίνουν κατανοητά από όλους, τότε γιατί αναλώνεται μέχρι και το φινάλε με εύκολες απαντήσεις στα πιο σημαντικά ερωτήματα (γυναίκες – καλές, άντρες – κακοί), χωρίς να δείχνει την απαραίτητη τόλμη, όπως η ίδια θέλει τις ηρωίδες της να έχουν, και να κάνει το επόμενο βήμα;
Χωρίς έστω κάποιο βιτριολικό χιούμορ και με το κοινωνικό της σχόλιο να δείχνει τόσο εύκολο που σε δυσαρεστεί, η ταινία καταλήγει νομοτελειακά, δυστυχώς, να είναι άλλη μια της σειράς, γεμάτη από προγραμματισμένα jump scares, σεναριακές ευκολίες, οι οποίες δείχνουν τόσο ξεπερασμένες, και μια εξουθενωτική παραφωνία από κλισέ, χωρίς να σέβεται ούτε την cult ταινία του ’74 αλλά ούτε το κίνημα #metoo που θέλει να υποστηρίξει. Πραγματικά «Μαύρα Χριστούγεννα» για όλους.