Μεταξύ μυθοπλασίας και ντοκιμαντέρ, μεταξύ ανάθεσης και ξεκάθαρης δημιουργικότητας, μεταξύ στατικότητας κι απόλυτης ελευθερίας, μεταξύ σοβαρού και αστείου, μεταξύ ψεύτικου κι αληθινού, το απόλυτα διαφορετικό από οτιδήποτε άλλο, φιλμ του Μπάμπη Μακρίδη, ξεκίνησε με αφορμή το ανέβασμα των «Ορνίθων» του Νίκου Καραθάνου, για να πετάξει σε μια δική του αυτόνομη κινηματογραφική σφαίρα.
Δομημένο σαν εγχειρίδιο που φιλοδοξεί να σε οδηγήσει στην κατάσταση που περιγράφει ο τίτλος, το να γίνεις πουλί δηλαδή, το φιλμ ξεκινά εισάγοντας μας στην κωμωδία του Αριστοφάνη, την ιστορία της και τον ήρωά της Εποπα, έναν άνθρωπο που κατόρθωσε να γίνει πουλί και μας καλεί να ακολουθήσουμε τα βήματά του, μέσα από έξι κινηματογραφικά κεφάλαια με «οδηγίες». Η πρώτη από αυτές είναι: Σπάσε το αβγό σου
Το γεγονός ότι όταν το φιλμ βρισκόταν ακόμη στο δικό του αβγό, η ιδέα του συνελήφθη ως ένα εναλλακτικό making of μια πολυδιαφημισμένης και επιτυχημένης παράστασης, το δένει ακόμη με αυτή, με τρόπους περισσότερο ή λιγότερο προφανείς. Κομμάτια της παράστασης ή των προβών βρίσκουν τη θέση τους στην ταινία κι αρκετοί από τους ηθοποιούς της πρωταγωνιστούν κι εδώ, αλλά γρήγορα το φιλμ κατορθώνει να αποδείξει ότι πετά σταθερά και ψηλά, με τα δικά του φτερά.
Η ιδιοσυγκρασιακή φωνή του Μπάμπη Μακρίδη του «L» και του «Οίκτου», ακούγεται κι εδώ καθαρά και αντί για μια τυπική ταινία που θα δοξάζει μια παράσταση, προτιμά να αντλήσει από τις θεματικές της για να μιλήσει για μια σειρά από πράγματα που ξεκινούν από την αναζήτηση της απόλυτης ελευθερίας κυριολεκτικής ή μεταφορικής μέσα από την ανάγκη του ανθρώπου να πετάξει. Ακολουθώντας την παράσταση στην περιοδεία της ανά τον κόσμο, ή βάζοντας τους ηθοποιούς (ή ακόμη και τον εαυτό του) πίσω από ένα γραφείο για να τους «ανακρίνει» το φιλμ συλλέγει εικόνες και ιδέες που όλες ενώνονται από μια κοινή θεματική, αυτή της πτήσης, αλλά ανοίγονται σε απροσδόκητα πεδία.
Από την Παταγονία έως την Ισλανδία κι από τη Νέα Υόρκη σε μια ταράτσα της Αθήνας, το «Ορνιθες ή Πώς να Γίνεις Πουλί», ακολουθεί την πιο απροσδόκητη κινηματογραφική διαδρομή, με τρόπο απόλυτα ευρηματικό, που σε κρατά σταθερά σε εγρήγορση. Με χιούμορ (όσο παράδοξο περιμένεις), αλλά και σοβαρότητα, κυριολεκτικό αλλά και μεταφορικό, το υβριδικό αυτό φιλμ μιλά για την ζωή και την τέχνη, για την ανθρώπινη φύση και τα δεσμά της κοινωνικού κατασκευάσματος, με ιδιαιτερότητα και φρεσκάδα. Μπορεί όλες του οι ιδέες να μην είναι το ίδιο ξεκάθαρες, και τα ευρήματά του να μην λειτουργούν το ίδιο πετυχημένα, αλλά όπως θα περίμενες από έναν οδηγό «μεταμορφωσης», ασφαλώς κι απαιτεί και την δική σου συμμετοχή, προσπάθεια, συμβολή και σκέψη, για να ολοκληρώσει το αποτέλεσμά του.
Και το φιλμ του Μακρίδη, είναι με τον τρόπο του ένας τέτοιου είδους νοητικός και συναισθηματικός, κινηματογραφικός οδηγός, ένα παιχνίδι που απαιτεί την δική ενεργή εμπλοκή για να πετύχει, που προσκαλεί το μυαλό σου να χτυπήσει τα δικά του φτερά, για να πετάξει μαζί του, σε μια ξεχωριστή διαδρομή.