Παράξενα φώτα πάνω από την ήσυχη πόλη του Μόσινγκχαμ σηματοδοτούν την άφιξη ενός μυστηριώδους επισκέπτη. Μία άτακτη και αξιαγάπητη εξωγήινη , η ΛΟΥ-ΛΑ , προσγειώνεται κατά τύχη στην Φάρμα, και ο Σον αρπάζει αμέσως την ευκαιρία για μια γαλαξιακή περιπέτεια με αποστολή να βοηθήσει την ΛΟΥ-ΛΑ να γυρίσει σπίτι της.Η ΛΟΥ-ΛΑ με τις μαγικές εξωγήινες δυνάμεις της εκτός ελέγχου κάνει την μία καταστροφική σκανδαλιά μετά την άλλη και ο Σον θα πρέπει να οδηγήσει την φίλη του σε ένα ταξίδι μέσα στο δάσος για να βρουν το χαμένο της διαστημόπλοιο. Ταυτόχρονα μια μυστηριώδης κρατική Αντί- Εξωγήινη Υπηρεσία τους καταδιώκει. Θα μπορέσουν να βρουν το διαστημόπλοιο πριν να είναι αργά;
Η Aardman δεν χρειάζεται να προσπαθήσει πλέον για να αποδείξει γιατί είναι ένα από τα μεγαλύτερα, και καλύτερα, ευρωπαϊκά στούντιο στον χώρο του animation, και πιο συγκεκριμένα του stop clay animation. Εξάλλου, έχοντας ήδη μακρά ιστορία στις τηλεοπτικές παραγωγές, ενώ μπαίνοντας από το 2000 και μετά και στις κινηματογραφικές με το ντεμπούτο τους «Chicken Run», κατάφερε αμέσως να σταθεί επάξια δίπλα σε άλλα μεγαθήρια του χώρου, όπως την Disney/Pixar και του Studio Ghibli, εδραιώνοντας την τεχνική με τις πλαστελίνες της σε έναν χώρο που το computer animation κυριαρχεί.
Ισως μια από τις καλύτερές και πιο ευφάνταστες δημιουργίες τους ήταν και αυτή η ταινία, τέσσερα χρόνια πριν, για ένα μικρό πρόβατο και τις περιπέτειές του στη Μεγάλη Πόλη με τίτλο, τι άλλο, «Σον το Πρόβατο». Η συνέχειά του έρχεται με τις καλύτερες διαθέσεις όπου για άλλη μια φορά βάζει τον Σον όχι μόνο να πιάσει φιλίες με έναν εξωγήινο αλλά και να προσπαθεί να τον πάει πάλι σπίτι του. Αν αυτό σας θυμίζει κάτι που ακούει στον τίτλο «Ε.Τ. ο Εξωγήινος» δεν έχετε πέσει και πολύ έξω. Το σενάριο είναι γεμάτο από αναφορές και easter eggs τόσο από την συγκεκριμένη ταινία όσο και από πολλές άλλες του είδους: η πιτσαρία στην αρχή λέγεται H.G. Wellis (από τον Χ. Τζ. Γουέλς του συγγραφέα, ανάμεσά σε πολλά άλλα, του «Πολέμου των Κόσμων»), από «Doctor Who» και οι «Αντρες με τα Μαύρα», μέχρι την «Ημέρα της Ανεξαρτησίας» και… τα «X-Files».
Μπορεί εδώ η Aardman να εμπνέεται από ένα ολόκληρο κινηματογραφικό είδος, αυτό του sci-fi, αλλά οι ρίζες της είναι βαθιά χωμένες στον παλιό κλασικό βωβό κινηματογράφο από όπου και αντλεί την δύναμή της. Χωρίς διαλόγους, όπως και η πρώτη ταινία εξάλλου, και γεμάτη από ακατανόητη ομιλία μεταξύ των χαρακτήρων της, η Aardman κάνει για άλλη μια φορά επίδειξη δύναμης δημιουργώντας κάποια από τα πιο ευφάνταστα gags που θα δείτε φέτος σε ταινία animation, με το φλεγματικό βρετανικό χιούμορ είναι παρόν κι εδώ. Ισως υπάρχουν στιγμές, κυρίως στο δεύτερο μισό της, που χάνει λίγο από την φρεσκάδα και τον δημιουργικό ενθουσιασμό της αρχής της, αλλά σε καμία περίπτωση δεν ξεμένει ποτέ από διασκέδαση.
Για άλλη μια φορά το animation παραμένει εντυπωσιακό με την Aardman να φαίνεται πως έχει τελειοποιήσει την τεχνική του stop clay animation, με προσοχή στην λεπτομέρεια, η οποία ξεχειλίζει από την αστείρευτη έμπνευση γεμάτη από μεράκι και αγάπη όλων των συντελεστών της, φτάνοντας την ταινία στα όρια ενός μοναδικού, λεπτοδουλεμένου, έργου τέχνης. Και όλα αυτά σε συνδυασμό πάντα με αξιαγάπητους και εκκεντρικούς χαρακτήρες που από την αρχή εκπέμπουν την δική τους γοητεία συνοδευόμενοι από την τρέλα και την ανατρεπτική αναρχία με την οποία έχουν χαρακτηριστεί στο παρελθόν οι ταινίες της.
Το «Φαρμαγεδών» προσφέρει όλα αυτά που υπόσχεται – γέλιο και άπλετη διασκέδαση – και με το παραπάνω, ενώ κάνει για άλλη μια φορά το στούντιο Aardman να ξεχωρίζει από το υπόλοιπο κοπάδι του animation με διαφορά… έτη φωτός.