Υπάρχουν ταινίες που μοιάζουν προσωπικές. Υπάρχουν ταινίες που είναι «θεραπευτικές». Υπάρχουν ταινίες που είναι αληθινές. Και Υπάρχει και το «Πολεμώντας για τη Νίκη». Βασισμένο σε μια απόλυτα επώδυνη ιστορία, τον καρκίνο του μικρού γιου της σεναριογράφου, σκηνοθέτιδας, πρωταγωνίστριας Βαλερί Ντονζελί και του συμπρωταγωνιστή και συντρόφου της Ζερεμί Ελκαΐμ, το φιλμ ακούγεται σαν κάτι που δεν θα ήθελε να δει κανείς. Σαν την επώδυνη περιγραφή μιας απόλυτης δυστυχίας που δεν θες να σου συμβεί, δεν θες καν να την δεις να συμβαίνει σε κάποιον στο σινεμά. Κι όμως το φιλμ της Ντονζελί δεν έχει κανένα απολύτως κοινό με τις βουτηγμένες στα δάκρυα, τον συναισθηματισμό, την θλίψη, τις ενοχές, ταινίες για την ασθένεια, που έχετε συνηθίσει να βλέπετε.
Το «Πολεμώντας για τη Νίκη» είναι η ιστορία μιας μάχης και γι αυτό είναι γεμάτη ενέργεια, δύναμη, ένταση, κουράγιο, αλλά και απογοητεύσεις, μικρές ήττες, έλλειψη κουράγιου. Ομως στον πόλεμο μετρά μόνο το αποτέλεσμα. Οπως άλλωστε και στο σινεμά. Και στην περίπτωση της Βαλερί Ντονζελί, τόσο η ιστορία της ζωής της, όσο και η ταινία της δεν μπορούν παρά να περιγραφούν με μία μόνο λέξη: «θρίαμβος». Η ταινία της υπήρξε μια από τις επιτυχίες της χρονιάς στην Γαλλία και πιθανότατα, μία από τις πέντε που θα φτάσουν στη λίστα των υποψηφίων στο Οσκαρ Ξενόγλωσσης ταινίας. Και κυρίως ο γιος της, είναι ζωντανός θεραπευμένος και υγιής...
Για ποιο λόγο θέλατε να κάνετε αυτή την ταινία. Για καταγραφή, της ιστορίας σας; Για να αφηγηθείτε την ιστορία στον γιο σας; Για να την αφήσετε μια για πάντα στο παρελθόν;
Πρώτα απ όλα είχε να κάνει με την επιθυμία μου να κάνω μια διαφορετική ταινία από την πρώτη μου «La Reine des Pommes», τόσο στη φόρμα, όσο και στην ένταση της. Η επιθυμία μου ξεκίνησε από τη θέληση να κάνω μια ταινία γεμάτη ενέργεια, δράση. Μαζί με τον Ζερεμί Ελκαΐμ σκεφτήκαμε ότι η εμπειρία που βιώσαμε μαζί, η ασθένεια του γιου μας, ήταν ένα ενδιαφέρον θέμα για να αφηγηθούμε μια μεγάλη ιστορία αγάπης σκηνοθετημένη σαν action movie. Οταν τελείωσε η ταινία, ανακάλυψα ότι λειτούργησε σαν μια τελεία σε ένα κεφάλαιο της ζωής μου, το κεφάλαιο της ασθένειας και μαζί, σαν ένα ίχνος, μια ανάμνηση της αρρώστιας και του νοσοκομείου.
Πότε ξέρατε ότι μπορείτε να αφηγηθείτε την ιστορία δίχως να πονάει πια; Και πως ήταν το γράψετε το σενάριο και στη συνέχεια να γυρίσετε την ταινία στα ίδια νοσοκομεία, ακόμη και με τους ίδιους τους γιατρούς του γιου σας;
Νομίζω ότι ήταν δυνατόν να πω αυτή την ιστορία μόνο επειδή ο γιος μας θεραπεύτηκε ολοκληρωτικά, αλλά και γιατί είχε περάσει αρκετός χρόνος και είχαμε την απαραίτητη απόσταση ώστε να μην επικεντρωθούμε στην δική μας ιστορία, αλλά να κάνουμε ένα φιλμ που να μιλά για κάτι μεγαλύτερο. Οσο για την επιστροφή στο νοσοκομείο, δεν ήταν πια συναισθηματικά φορτισμένη. Μεσολαβούσε μια απόσταση που μας επέτρεπε να δουλεύουμε αλλά και η επιθυμία να απεικονίσω μια πραγματικότητα που γνώριζα πολύ καλά.
Η επιθυμία σας να μιλήσετε για κάτι μεγαλύτερο από την δική σας ιστορία σας οδήγησε στην επιλογή των ονομάτων των ηρώων; Ρομέο, Ζιλιέτ, Αντάμ;
Τα ονόματα των ηρώων είχαν ήδη φέρει αυτή τη διάσταση στο φιλμ, όλοι σκέφτονται ακούγοντας Ρομέο και Ιουλιέτα τους ήρωες του Σαίξπηρ. Ηθελα το ζευγάρι να είναι άμεσα αναγνωρίσιμο σε όλους, μέσα από μια πολύ δυνατή αγάπη. Και επιλογές σαν αυτή βοήθησαν να δημιουργηθεί μια μεγαλύτερη απόσταση ανάμεσα σε μας, τους αληθινούς εαυτούς μας και στην ταινία.
Είχατε πει στον Ζερεμί Ελκαΐμ από την αρχή, την ιδέα σας για την ταινία; Συμφώνησε από την αρχή;
Ναι ο Ζερεμί ήξερε για το φιλμ από την στιγμή που ξεκίνησα να το δουλεύω και ένα από τα βασικά κίνητρα για να το κάνουμε, ήταν να δουλέψουμε ξανά μαζί.
Και ο γιος σας; Πως του μιλήσατε για την ταινία που θέλατε να κάνετε; Την έχει δει (υποθέτω ναι, αφού έχει έναν μικρό ρόλο) και πως αντέδρασε;
Του εξήγησα ότι η ταινία δεν θέλει να αφηγηθεί την ιστορία της ζωής του, αλλά το πως είναι ιδωμένη από την πλευρά των γονιών. Μιλήσαμε πολύ για το θέμα της ταινίας πως το κεντρικό της θέμα είναι η οικειότητα δύο ανθρώπων. Του εξήγησα ότι οι χαρακτήρες δεν είμαστε εμείς, αλλά χαρακτήρες μια ιστορίας και πως η ιστορία της ταινία δεν είναι η ιστορία μας, αλλά «μια ιστορία». Οσο για την ταινία, την είδε πρόσφατα: Θέλαμε να την δει σε μια χαλαρή ατμόσφαιρα, αποκομμένος από την τρέλα της δημοσιότητας που συνόδευε όταν πρωτοβγήκε στις αίθουσες. Eίδε το φιλμ στο σινεμά με τη γιαγιά του και νομίζω το διασκέδασε αρκετά, γέλασε κι όλας...
Καταλαβαίνω το γιατί. Ακόμη κι αν το φιλμ είναι βαθιά συγκινητικό δεν γίνεται ποτέ υπερβολικά δραματικό. Ήταν κάπως έτσι και η δική σας αντιμετώπιση τότε, ή είχε να κάνει και με την επιθυμία σας να κάνετε μια φιλική προς τον θεατή ταινία;
Κατ αρχήν, η εμπειρία μας με την ασθένεια είχε ευτυχή κατάληξη καθώς ο γιος μας Γκάμπριελ θεραπεύτηκε. Αλλά έτσι κι αλλιώς, η ιδέα δεν ήταν να κάνουμε ένα φιλμ για την ιστορία ενός άρρωστου παιδιού, αλλά αυτήν μιας μεγάλης αγάπης που πληγώνεται από ένα τέτοιο γεγονός.
Εχετε ποτέ σκεφτεί αν θα κάνατε αυτή την ταινία αν κατάληξη της ασθένειας του γιου σας ήταν διαφορετική;
Δεν έχω την παραμικρή ιδέα. Δεν μπορώ καν να το σκεφτώ εφόσον δεν συνέβη. Υποθέτω ότι αν την έκανα θα ήταν μια απόλυτα διαφορετική ταινία.
Επιλέγετε έναν ιδιαίτερο τρόπο να αφηγηθείτε την ιστορία. Κάνετε μια σειρά από όχι τυπικές επιλογές. Υπάρχουν οι φωνές διαφορετικών αφηγητών, μια στιγμή τραγουδιού, άλλες που μοιάζουν «μαγικές», η έντονη χρήση μουσικής...
Οι αφηγητές φέρνουν μια αντικειμενική ματιά στον τρόπο που βλέπουμε την ιστορία του ζευγαριού. Δημιουργούν μια απόσταση. Προσθέτουν επίσης μια ποιότητα στην αφήγηση που την βρίσκω ιδιαίτερα ποιητική. Οσο για το τραγούδι που μοιράζονται οι δυο ήρωες, είναι η έκφραση ενός απόλυτου συναισθήματος. Η μουσική ήταν μέρος της διαδικασίας της δημιουργίας της ταινίας από πολύ νωρίς. Κάποιες σκηνές εμπνεύστηκαν από συγκεκριμένα τραγούδια, ήδη από την φάση του σεναρίου. Η μουσική συνοδεύει τα συναισθήματα της ταινίας και όπως και το χιούμορ, λειτουργεί σαν μια ανάσα καθαρού αέρα σε μια πολύ πυκνή ιστορία.
Η ταινία υπήρξε τεράστια επιτυχία από την πρώτη της προβολή στις Κάννες μέχρι τα ταμεία στην Γαλλία και την ανακήρυξη της ως την πρόταση της χώρας σας στα Οσκαρ. Το φανταζόσαστε; Ελπίζατε σε κάτι τέτοιο; Και που νομίζετε ότι οφείλεται ο τρόπος με τον οποίο οι θεατές αντιδρούν στο φιλμ;
Ούτε το περίμενα, ούτε ήλπιζα σε κάτι τέτοιο ακόμη κι αν πάντα ελπίζεις ότι μια ταινία θα βρει το κοινό της. Νομίζω ότι η επιτυχία της οφείλεται στο ότι κάνει το κοινό να νιώθει καλά. Τους φέρνει αντιμέτωπους με έναν από τους μεγαλύτερους φόβους τους και την ίδια στιγμή τους καθησυχάζει, εφόσον μιλά για χαρακτήρες που τα καταφέρνουν, που νικούν...