Ο Σαντιάγο Μίτρε έχει γράψει τα σενάρια για τις περισσότερες από τις ταινίες του συμπατριώτη και φίλου του Πάμπλο Τραπέρο. Αλλά ο ίδιος λέει ότι πάντα ήθελε να κάνει δικές του ταινίες. Οχι απλά γιατί είχε βαρεθεί να βλέπει τους διαλόγους του στα σενάρια του να... σβήνονται από τον Τραπέρο, αλλά κυρίως γιατί ο τρόπος του να αφηγείται ιστορίες δεν εξαντλείται στις λέξεις. Με τον «Φοιτητή» μπορεί όλα να ξεκινούν από αυτές, αλλά ο Μίτρε δείχνει πως το ταλέντο του δεν βρίσκεται μόνο στο σενάριο και τους διαλόγους, μα και πίσω από την κάμερα, αφού στήνει μια ταινία που πάλλεται με ιδέες και κινηματογραφικό ρυθμό, εκεί που στα χέρια κάποιου άλλου το αποτέλεσμα να ήταν απλά βαρετό. Τον συναντήσαμε και δοκιμάσαμε να αποκρυπτογραφήσουμε την μέθοδό του.
Πως προέκυψε η ιδέα της ταινίας; Ποιο ήταν το έναυσμα;
Ηθελα να γυρίσω μια ταινία σε αυτό το περιβάλλον, ένα από τα μεγαλύτερα πανεπιστήμια της Λατινικής Αμερικής κι ασφαλώς το μεγαλύτερο της Αργεντινής. Ομως δεν είναι απλά ένα εκπαιδευτικό ίδρυμα, αλλά είναι μαζί κι ένα σύμβολο σχεδόν της ίδιας της ιστορίας της Αργεντινής. Κι ένοιωθα ότι δεν υπάρχουν σύγχρονες εικόνες αυτού του ιδρύματος. Ηθελα όμως να μιλήσω για την κλίση που μπορείς να έχεις σε κάτι, για το πως αποφασίζεις τι θα κάνεις στη ζωή σου. Και γρήγορα κατέληξα να χρησιμοποιώ το πανεπιστήμιο σαν έναν μικρόκοσμο, για το πως λειτουργεί η πολιτική στην Αργεντινή, ή αν προτιμάς σε ολόκληρο τον κόσμο σήμερα.
Ενα φιλμ που εμπνεύστηκε από ένα πανεπιστήμιο λοιπόν.
Ναι, αλλά ξεκίνησα με το πανεπιστήμιο και τον κεντρικό χαρακτήρα. Ηξερα ποιος θα είναι ο ήρωας μου. Ένας άντρας από την επαρχία που φτάνει στο Μπουένος Αϊρες δίχως είναι σίγουρος για το τι θέλει να κάνει στη ζωή του. Περιπλανάται στη πόλη και δεν ενδιαφέρεται για πολλά πράγματα πέρα από τα κορίτσια και το πάρτι. Αναρωτήθηκα τι θα γινόταν αν κάποια στιγμή γνώριζε μια κοπέλα που ασχολιόταν με την πολιτική κι αποφάσιζε κι εκείνος να μπει σε αυτόν τον κύκλο.
Δίχως να έχει κανένα αληθινό ενδιαφέρον για την πολιτική όμως.
Ναι. Είναι χαρισματικός και γοητευτικός. Οι άνθρωποι τον συμπαθούν ακόμη κι αν στην πραγματικότητα δεν έχει καμιά ουσιαστική μόρφωση καθόλου πολιτικές ιδέες καμιά ιδεολογία. Αλλά ανακαλύπτει ότι μπορεί να το κάνει κι αρχίζει να έχει φιλοδοξίες, αφού βρίσκει κάτι στο οποίο μπορεί να αναγνωριστεί, να έχει μια καριέρα. Τι είναι λοιπόν πιο σημαντικό στην πολιτική σήμερα; να μπορείς να λειτουργείς με πολιτικούς όρους, ή να έχεις μια ιδεολογία, απόψεις που να έχουν κάποια σημασία;
Με τον πρωταγωνιστή του Εστεμπάν Λαμότε
Πόσο εύκολο ήταν να κάνεις μια ταινία που μοιάζει τόσο βαθιά δεμένη με την πρόσφατη ιστορία της χώρας σου αλλά που να μην αποξενώνει τους θεατές του υπόλοιπου πλανήτη που ίσως δεν γνωρίζουν λεπτομέρειες για όλα όσα μιλούν οι ήρωές σου;
Η ιδέα ήταν να ξεκινήσουμε από μερικά γεγονότα που έχουν συμβεί στην Αργεντινή, αλλά να τα χρησιμοποιήσουμε σαν μυθοπλασία. Συχνά βλέπεις ταινίες όπου μια αληθινή ιστορία, ένα ιστορικό περιβάλλον χρησιμοποιείται σαν background, για παράδειγμα για μια ταινία κατασκοπίας και πέρα από μια γενική ιδέα για το τι συμβαίνει, δεν χρειάζεται να έχεις στ' αλήθεια καμιά βαθύτερη γνώση για τις λεπτομέρειες και τις πιο λεπτές αποχρώσεις της. Με τον ίδιο τρόπο θελήσαμε να τοποθετήσουμε κάποια ιστορικά στοιχεία στην ιστορία σαν να επρόκειτο για ένα φιλμ κατασκοπίας, ή ένα θρίλερ στο οποίο αρχίζεις να αντιλαμβάνεσαι τα κομμάτια του μεγαλύτερου παζλ, αλλά όχι όλα. Ομως αυτό που σε κρατά στην ταινία είναι η διαδρομή του ήρωα, οι δικές του αγωνίες. Ηταν κάτι που στην πραγματικότητα δεν είναι τόσο εύκολο να λειτουργήσει όσο ίσως το κάνω να ακούγεται τώρα. Είχα την αίσθηση ότι αν το φιλμ ήταν ακριβές, μιλούσε για συγκεκριμένα πράγματα κι όχι με γενικές ιδέες, θα μπορούσαμε να εμβαθύνουμε περισσότερο στους χαρακτήρες και στο περιβάλλον τους, ακόμη κι αν κάποιοι από τους θεατές εκτός της Λατινικής Αμερικής ένοιωθαν κάποιες στιγμές χαμένοι. Δεν θέλαμε οι θεατές να επιχειρήσουν να αντιληφθούν τα πάντα, αλλά να χρησιμοποιήσουμε την ιστορία σαν μυθοπλασία.
Δεν φοβόσουν για το πόσο ένα τέτοιο εγχείρημα θα λειτουργούσε;
Συνεχώς. Ομως, στην διάρκεια του γυρίσματος ήμουν πολύ ευχαριστημένος από τον τρόπο που λειτουργούσαν, ήμουν ευχαριστημένος από τις σκηνές, τους ηθοποιούς μου, αλλά δεν ήξερα αν η ταινία θα λειτουργούσε εκτός της Αργεντινής. Είχα αμφιβολίες συνέχεια, ήταν η πρώτη μου ταινία, αλλά προσπαθούσα να στήσω την κάθε σκηνή, να κάνω το κάθε τι όταν χρειαζόταν, με μικρά βήματα. Ηξερα ότι έχω ένα υλικό που ήταν στιβαρό και κάθε φορά που ένοιωθα χαμένος, επέστρεφα εκεί και ξεκινούσα να βρίσκω τον δρόμο με μικρά βήματα ξανά. Κι όταν τελείωσε μπορούσα να δω ότι έχω κάνει μια ενδιαφέρουσα ταινία αλλά μέχρι την πρώτη προβολή στο Λοκαρνο δεν μπορούσα να φανταστώ πως θα λειτουργούσε στο κοινό εκτός Αργεντινής.
Και στη χώρα σου; Και ειδικά στις φοιτητικές κοινότητες;
Δείξαμε το φιλμ σε πολλά πανεπιστήμια και υπήρχαν πολλές αντιδράσεις. Υπήρχαν άνθρωποι στα πανεπιστήμια που θύμωσαν με την ταινία κι άλλοι που θύμωσαν με αυτούς που θύμωσαν. Μια ευρεία γκάμα από ιδέες που συχνά είχα την ευκαιρία να κουβεντιάσω μαζί τους, αφού στις περισσότερες από αυτές τις προβολές, ήμουν παρών. Αλλά χαίρομαι που η ταινία είναι χρήσιμη στο να ξεκινήσει έναν διάλογο πάνω στην πολιτική και στο τι ρόλο μπορεί να έχει σήμερα, τι υποχρεώσεις έχει ένας πολιτικός
Μιλώντας για διάλογο, πόσο εύκολο ήταν να κινηματογραφήσεις μια ταινία όπου οι ήρωες μιλούν συνεχώς. Και πόσοι από τους διαλόγους ήταν γραμμένοι στο σενάριο και πόσοι αποτέλεσμα αυτοσχεδιασμών.
Ηταν όλα γραμμένα. Είχαμε 145 σελίδες σεναρίου, αλλά ακόμη κι αν υποτίθεται ότι είναι μια σελίδα για ένα λεπτό ταινίας, το φιλμ δεν είναι τόσο μεγάλο. Γιατί ακόμη κι αν υπάρχει πολύς διάλογος, λέγεται γρήγορα, συχνά ατάκα πάνω στην ατάκα, όπως θα γινόταν σε μια έντονη κουβέντα για την πολιτική. Αλλά δεν είναι ότι είμαι εναντίον ενός αυθορμητισμού και των αυτοσχεδιασμών των ηθοποιών, απλά στην προκείμενη περίπτωση φοβόντουσαν να το κάνουν. Μιλούν για πράγματα συγκεκριμένα με έναν συγκεκριμένο τρόπο και συχνά δεν καταλάβαιναν καν γιατί μιλούσαν. Ο Παμπλο Τραπέρο είναι ο μέντορας μου κατά κάποιο τρόπο, έχουμε δουλέψει μαζί για χρόνια, αλλά σ εκείνον δεν αρέσουν πολύ οι διάλογοι. Συχνά στις σκηνές που του γράφω, όταν παίρνει το σενάριο το πρώτο πράγμα που κάνει είναι να σβήνει με ένα στυλό σειρές από διαλόγους που θεωρεί περιττές. Ομως εδώ ένοιωθα ότι κάθε γραμμή διαλόγου ήταν αναγκαία.
Κατά κάποιο τρόπο ήταν σαν να πήρες εκδίκηση για όλους εκείνους τους χαμένους διαλόγους.
(Γελά). Ναι θα μπορούσες να το πεις κι αυτό, αλλά στην πραγματικότητα ακόμη κι αν το φιλμ έχει τόσους πολλούς διαλόγους, δεν είναι ποτέ σημαντικοί. Αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία βρίσκεται πέρα από τον διάλογο, ή πίσω από αυτόν. Ομως η τελευταία σκηνή είναι μια αληθινή τρέλα από κουβέντες. Δεκάδες σελίδες από διαλόγους. Αλλά χρειαζόταν να είναι έτσι. Οι πολιτικοί μιλούν πολύ, και ήταν απαραίτητο να έχουμε όλες αυτές τις λέξεις για να δώσεις την αίσθηση ότι αυτό που συμβαίνει κάθε φορά, αυτό που γίνεται στην κορύφωση του φιλμ είναι κάτι σαν μια μονομαχία, μόνο που αντί για ξίφη, ή πιστόλια οι ήρωες χρησιμοποιούν λέξεις, ατάκες.
Και η γλώσσα των εικόνων; Ποιες ήταν οι οπτικές αναφορές σου;
Ηθελα να έχει μια ρεαλιστική μάτια, κάτι από το νέο Αργεντίνικο σινεμά που πίστευε πολύ στον ρεαλισμό, έμοιαζε σχεδόν με ντοκιμαντέρ. Αυτή η ματιά έχει σχεδόν χαθεί από τους νεότερους σκηνοθέτες, αλλά ήθελα να επιστρέψω σε αυτή, όχι μόνο γιατί την βρίσκω εξαιρετική, αλλά γιατί νιώθω ότι ταιριάζει απόλυτα στο φιλμ. Ετσι ξεκίνησα πηγαίνοντας στο πανεπιστήμιο, τραβώντας κλεφτά πλάνα από τους φοιτητές και τις συνελεύσεις τους, βάζοντας τους ηθοποιούς μου στην μέση, θέλοντας να μπλέξω την αλήθεια με την μυθοπλασία. Αλλά οι αναφορές μου έρχονται από δεκάδες φιλμ που συχνά δεν έχουν καμιά σχέση με τον «Φοιτητή». Σίγουρα από ταινίες του αμερικάνικου σινεμά των '70ς, αλλά και από τα φιλμ του Ζακ Οντιάρ ή του Λοράν Καντέ. Και στην αίσθηση του φιλμ, θα έλεγα ότι ξεκίνησα από μια μικρή ιστορία του Μπόρχες το «El Muerto», αλλά το μόνο που κράτησα ήταν η δομή της ιστορίας και κάποια στοιχεία του κεντρικού ήρωα. Και ακόμη κι αν ποτέ δεν το ξαναδιάβασα όσο έγραφα το σενάριο, θυμάμαι πολύ καθαρά την «Συναισθηματική Αγωγή» του Φλομπερ.
Θα περιέγραφες την ταινία σαν ένα φιλμ που ανήκει σε αυτό που θα λέγαμε πολιτικό σινεμά;
Δεν θα έλεγα ότι κάνω ένα πολιτικό ή κοινωνικό σινεμά με την κλασσική έννοια του όρου. Συχνά μια πολιτική ταινία ξεχνά τους χαρακτήρες και την πλοκή, πράγματα που για μένα έχουν πολύ μεγάλη σημασία. Το να θες να μιλήσεις για κάτι δεν είναι ποτέ αρκετό για να κάνεις μια ταινία. Εχει μεγάλη σημασία κι ο τρόπος που θα επιλέξεις το κάνεις. Κι εγώ προσπαθώ να το κάνω με έναν τρόπο που να είναι γοητευτικός για τον θεατή και γιατί όχι, έναν τρόπο που να φλερτάρει λίγο με το σινεμά είδους. Ενα στεγνό πολιτικό σινεμά δεν είναι κάτι που με ενδιαφέρει.