Ο Πάνος Βλάχος είναι γνωστός στους περισσότερους ως ηθοποιός. Ενας από τους πιο ταλαντούχους της γενιάς του. Είναι γνωστός και ως τραγουδοποιός και τραγουδιστής, με θέση και με άποψη. Τώρα συστήνεται ως σκηνοθέτης ενός συναρπαστικού ντοκιμαντέρ που γυρνάει το χρόνο πίσω, στους πρώτους σύγχρονους Ολυμπιακούς Αγώνες που έγιναν στην Αθήνα το 1896, ερευνώντας το μυστήριο γύρω από τον άθλο του Σπύρου Λούη στον αγώνα του Μαραθωνίου αλλά και το αποτύπωμα που αυτή η εξωπραγματική ιστορία μυστηρίου αφήνει ειρωνικά στο σήμερα.
Σε ένα διάλειμμα από τις πρόβες του «Ορέστη» σε σκηνοθεσία Γιάννη Κακλέα που ετοιμάζεται για την καλοκαιρινή του πρεμιέρα, ο Πάνος Βλάχος μίλησε στο Flix για τους μαραθωνίους της ζωής και της τέχνης, με αφορμή την πρεμιέρα σε streaming και αίθουσες που κάνει το ντοκιμαντέρ του «Εφτά Λεπτά Ψυχής».
Διαβάστε εδώ τη γνώμη του Flix για το «Εφτά Λεπτά Ψυχής» του Πάνου Βλάχου
Η ιδέα για το ντοκιμαντέρ ξεκίνησε από τη συγγραφή σεναρίου για μια ταινία μυθοπλασίας που δεν έγινε και δεν θα μπορούσε να γίνει ποτέ, λόγω κόστους. Με ενδιέφερε πολύ η συγκεκριμένη εποχή. Επηρεασμένος από κόμικς και βιβλία και ταινίες όπως οι «Συμμορίες της Νέας Υόρκης», ήθελα να ανακαλύψω πως ακριβώς ήταν η Ελλάδα στα τέλη του 19ου αιώνα. Μια άλλη Ελλάδα, που βρισκόταν σε τελείως διαφορετική κατάσταση οικονομική και πολιτισμική σε σχέση με το διεθνές τοπίο, σε μια εποχή όπου τα φώτα στρέφονται στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Επίσης είμαι δρομέας και αγαπώ πολύ τον Μαραθώνιο. Στα πλαίσια αυτά ξεκίνησε μια έρευνα γύρω από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1896 και τον άθλο του Σπύρου Λούη. Αρχισα να κάνω συνεντεύξεις από ανθρώπους που θα μπορούσαν να ρίξουν φως στα γεγονότα εκείνης της εποχής. Οταν μίλησα με τον Χαρίλαο Βασιλάκο, τον εγγονό του διάσημου δρομέα που βγήκε δεύτερος στο Μαραθώνιο και άρχισε να διηγείται την ιστορία του παππού του, κατάλαβα ότι υπήρχε μια αφήγηση εκεί που θα άξιζε να ερευνηθεί σε βάθος. Ενιωσα ότι όλο αυτό έσκασε στα χέρια μου σαν βόμβα και σκέφτηκα να μην το εγκαταλείψω. Οι ιδεολογικές προεκτάσεις της ιστορίας αυτής αποτελούν πράγματα που με απασχολούν και προσωπικά. Διαφορετικά δεν είχα κάποια ιδιαίτερη φιλοδοξία να γίνω σκηνοθέτης και να γυρίσω ένα ντοκιμαντέρ.
Η έρευνα αποδείχθηκε πολύ δύσκολη, για τον επιπλέον λόγο ότι τα στοιχεία που ανακάλυψα είναι πολύ δύσκολο να επαληθευτούν και πραγματιστικά, δηλαδή αθλητικά. Δηλαδή, τα νούμερα, το τέμπο, οι αποστάσεις είναι θέμα μεγάλης συζήτησης που κατα βάση αφορούν τους αθλητές και όσους γνωρίζουν από αγώνες δρόμου. Αυτό όμως που με απασχολούσε ήταν να βρω τη χρυσή τομή ώστε τα ευρήματα μου να αφορούν και τους αθλητές, αλλά και τους ανθρώπους που δεν έχουν τρέξει μαραθώνιο.
Με προβληματίζει πολύ η Ελλαδα του σήμερα και η δική μου θέση ως Ελληνας εντός συνόρων και στον κόσμο. Προκειμένου να μπορέσω να εκφράσω αυτούς τους προβληματισμούς ψάχνω να βρω αφορμές με αντανακλάσεις σε ιστορικά γεγονότα του παρελθόντος. Και η συγκεκριμένη ιστορία φώναζε για τις συγκυρίες τις οποίες διαμόρφωσαν τον Ελληνα του σήμερα και κάποιες πεποιθήσεις τις οποίες εγώ προσπαθώ να τις φωτίσω, ελπίζοντας ότι κάποια στιγμή θα τις ξεπεράσουμε.
Την ιστορία αυτή έτσι θα την έλεγα και σε ένα one man show στο θέατρο με το σώμα μου. Εδώ απλά χρησιμοποιήσα άλλα μέσα. Τη σκηνοθέτησα γιατί ένιωθα ότι έπρεπε να ειπωθεί. Στην αρχή η τρέλα που έχω και η μη ψυχραιμία μου φωνάζανε μέσα μου ότι πρέπει να τελειώσω την ταινία αύριο το πρωί και να τη δείξω σε όλον τον κόσμο**. Εδώ όμως είναι που με εμπόδισε να βιαστώ ο σεβασμός που έχω στο άθλημα ως μαραθωνοδρόμος αλλά και ο σεβασμός στους σημαντικούς ανθρώπους που αναφέρονται, μιλούν και συμμεέχουν στο ντοκιμαντέρ και στις οικογένειές τους. Ενιωσα μεγάλη ευθύνη, το πορτρέτο που θα φτιάξω να είναι ολοκληρωμένο και επιβεβαιωμένο. Ετσι έδωσα χρόνο για την ολοκλήρωσή του και επίσης πέταξα πάρα πολλά πράγματα. Ολα, ωστόσο, τα ευρήματα που αφορούσαν την αλήθεια και την ηθική της ιστορίας βρίσκονται μέσα στην ταινία. Λειτούργησα δηλαδή και δημοσιογραφικά ενώ δεν είμαι δημοσιογράφος.
Θα μου άρεσε ο θεατής να φεύγει από την ταινία με το αίσθημα της εξωστρέφειας, της συνείδησης της ελευθερίας, της ιδεολογίας του κινούμαι έξω στον κόσμο, τρέχω, ανατρέχω πνευματικά και ιδεολογικά. Κινούμαι μπροστά. Αυτή η κίνηση και συζήτηση για τα πάντα φέρνει ελεύθερα συστήματα και βοηθάει τον άνθρωπο να προχωράει.»
Το τρέξιμο μου έχει μάθει να αλλάζω. Να μην μένω στάσιμος, να αλλάζω γνώμη. Το να είσαι δρομέας έχει μια ιδεολογία και έχει να κάνει με το τι σου αφήνει αυτή η δράση, αν σε κάνει καλύτερο ή χειρότερο άνθρωπο. Μπορεί το τρέξιμο να σε κάνει χειρότερο άνθρωπο και πιο εσωστρεφή. Εμένα μου έμαθε να αλλάζω που είναι κομμάτι και της καλλιτεχνικής μου ζωής. Να μην έχω την ίδια άποψη για τα πράγματα όλη μου τη ζωή. Για σένα. Κι εσύ για μένα. Να αφήνω χώρο μέσα μου για μια στροφή.
Ολα όσα κάνω είναι εργαλεία για να βρω τρόπους να αφηγηθώ μια ιστορία με τον πιο γοητευτικό τρόπο. Τα τραγούδια μου, ό,τι κείμενα κωμικά γράφω ή το ντοκιμαντέρ συνηγορούν στο να φωτίζουν κομμμάτια που που μπορεί να φαίνονται στους ρόλους μου ή όχι, πάντως όλα φωτίζουν την ταυτότητά μου ως ηθοποιού. Είναι όλα δορυφόροι.
Ο καλλιτέχνης τρέχει μαραθώνιο όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά σε όποια χώρα κι αν βρίσκεται, σε οποιοδήποτε πλαίσιο, σε οποιαδήποτε Ιστορία, από τη φύση του. Τρέχει μαραθωνίους πρώτα εσωτερικούς. Στο πλαίσιο της οικογένειάς του, ενάντια στα εμπόδια και την καθίζηση της δημιουργίας. Γιατί η δημιουργία δεν σου φωνάζει να γεννηθεί. Σου φωνάζει να σταματήσεις, όπως ακριβώς και ο μαραθώνιος. Χθες το βράδυ είδα το «Inside», το τελευταίο δημιούργημα ενός κωμικού που θαυμάζω και με αγγίζουν πολύ αυτά που κάνει, του Μπο Μπέρναμ που γύρισε εν μέσω της πανδημίας και ορμώμενος από αυτό μπορώ να πω ότι η χώρα μας στέκεται πάντα απέναντι στους καλλιτέχνες, είναι πάντα ένα εμπόδιο. Αλλά αν κάτι μάθαμε οι Ελληνες καλλιτέχνες είναι να χρησιμοποιούμε το εμπόδιο σαν έναυσμα για δημιουργία. Μετά τα εμπόδια, γεννιέται πάντα κάτι. Και αυτή η χώρα βάζει εμπόδια. Ισως θα έπρεπε να την ευχαριστήσουμε κιόλας για τα εμπόδια που μας βάζει και για τον τρόπο που μας περιορίζει, ώστε μας έχει κάνει πιο δημιουργικούς, ανθεκτικούς και πολύ πιο βαθείς καλλιτέχνες.
Από τις 7 Ιουνίου το ντοκιμαντέρ «Εφτά Λεπτά Ψυχής» θα είναι διαθέσιμο για streaming, σε Α’ Προβολή, αποκλειστικά στην πλατφόρμα του Cinobo. Παράλληλα, το Cinobo σε συνεργασία με τον Πάνο Βλάχο διοργανώνει 3 ειδικές προβολές της ταινίας στις 7, 8 και 9 Ιουνίου στον θερινό κινηματογράφο Σινέ Φλερύ. Μετά τις προβολές, το κοινό θα έχει τη δυνατότητα να συνομιλήσει με τον σκηνοθέτη και τους συντελεστές της ταινίας.