Η πολύ μεγάλη κι ουσιαστική κουβέντα της εκπροσώπησης των μειονοτήτων σε κάτι τόσο πολύτιμο στο να διαμορφώνει συνειδήσεις και νοοτροπίες, όσο το σινεμά και η τηλεόραση, που αναζωπυρώνεται κάθε φορά που αντί για ένα βήμα μπρος πάμε ένα βήμα πίσω (όπως για παράδειγμα η απουσία οποιασδήποτε υποψηφιότητας για τις τρανς ηθοποιούς του «Pose» στα Emmys), συμβαίνει συχνά να συμπαρασύρει στην πορεία και πράγματα που δεν είμαστε σίγουροι ότι είναι άξια αμφισβήτησης.
Κάπως έτσι, η Τζούλιαν Μουρ, μιλώντας μαζί με τη σκηνοθέτη του «The Kids Are Alright», Λίζα Τσολοντένκο στο Variety με αφορμή την συμπλήρωση των δέκα χρόνων από την έξοδο της ταινίας στις αίθουσες, αναρωτιέται αν ήταν σωστό που δυο στρέιτ ηθοποιοί υποδύθηκαν τις δύο λεσβίες μαμάδες της ταινίας και καταλήγει πως όχι, λέγοντας χαρακτηριστικά, «κοιτάζω πίσω και σκέφτομαι: Αουτς. Γουάου».
Δείτε ακόμη: Ταινίες στην πυρά: Η καταστροφική ακύρωση ενός σύνθετου κληροδοτήματος
Κοιτάζοντας πίσω κι εμείς, αναρωτιόμαστε αν πραγματικά έχει μεγαλύτερη σημασία η σεξουαλικότητα των ηθοποιών της ταινίας, ή το γεγονός ότι οι πρωταγωνίστριές του, Ανέτ Μπένινγκ και Τζούλιαν Μουρ, βοήθησαν το φιλμ να γίνει μια από τις μεγαλύτερες ανεξάρτητες επιτυχίες της χρονιάς, φτάνοντας ως τα Οσκαρ και κάνοντας την ιδέα μιας οικογένειας με δύο μαμάδες να μοιάζει με αυτό που ακριβώς είναι: απολύτως λογική, αποδεκτή και τόσο λειτουργική (ή δυσλειτουργική) όσο οποιαδήποτε άλλη.
Σε μια βιομηχανία όπως αυτή του Χόλιγουντ που από την ίδρυσή της μέχρι το πολύ πρόσφατο παρελθόν, όχι μόνο το να είσαι ομοφυλόφιλος, αλλά απλώς το να υποδύεσαι έναν ομοφυλόφιλο ήρωα θα μπορούσε να αποτελέσει από τεράστιο πρόβλημα έως το αντίο στην εμπορική σου καριέρα, η απόφαση δυο μεγάλων σταρ να παίξουν στην ταινία της Τσολοντένκο (που αν έχει σημασία, είναι ανοιχτά λεσβία), θα έπρεπε να θεωρείται θαρραλέα κι όχι κατακριτέα.
Κι ακόμη, κοιτάζοντας τη μεγαλύτερη εικόνα της ιστορίας του LGBTQ κινήματος μέσα στα χρόνια, ποιος θα μπορούσε να αμφισβητήσει τη συμβολή των straight allies στην κατάκτηση βασικών δικαιωμάτων του και γιατί οι ρόλοι της Μουρ και της Μπένινγκ στο φιλμ δεν μπορούν να βρουν την θέση τους σε ένα ανάλογο πλαίσιο;
Το σινεμά μπορεί να είναι τέχνη, αλλά η τέχνη στο Χόλιγουντ χρειάζεται να είναι και εμπορική για να μπορεί να υπάρξει και κάπου εκεί βρίσκεται στην πραγματικότητα το μόνο πρόβλημα με το ότι η Λίζα Τσολοντένκο αναγκάστηκε να προσλάβει την Τζούλιαν Μουρ για το ρόλο στην ταινία της. Σε μια βιομηχανία όπου η Τζόντι Φόστερ δεν βγήκε από την ντουλάπα επισήμως παρά μόνο το 2013 και που ηθοποιοί όπως ο Ζάκαρι Κουίντο ή η Κρίστεν Στιούαρτ δεν θα είχαν καμία τύχη στην καριέρα τους αν αποκάλυπταν τη σεξουαλικότητά τους μερικές δεκαετίες νωρίτερα, το να προσλάβεις straight ηθοποιούς για gay ρόλους δεν ήταν μέχρι πρόσφατα θέμα επιλογής, μα λύση ανάγκης αν ήθελες να κάνεις μια ταινία που να φιλοδοξεί να είναι και εμπορική.
Και η λύση στο πρόβλημα δεν είναι μέσω μιας λανθασμένα εννοούμενης πολιτικής ορθότητας να αναγκάζουμε ηθοποιούς σαν τη Μουρ να απολογούνται για μια κίνησή τους που έκανε περισσότερο καλό παρά κακό, μα να αποδεχτούμε το γεγονός πως ταινίες σαν το «The Kids Are Alright», έκαναν κάποιους εκεί έξω να δουν διαφορετικά τις «διαφορετικές» οικογένειες και κάποιους άλλους στο Χόλιγουντ, να παραδεχτούν ότι οι queer ιστορίες δεν είναι «αντιεμπορικές». Κι αυτή η αλλαγή από μόνη της είναι κάτι παραπάνω από σημαντική.
Δείτε ακόμη: Τελικά το σινεμά είναι ένα;