TV & STREAMING

Ω, Θεοί! Ο δεύτερος κύκλος του «American Gods» είναι επικά βαρετός!

στα 10

Είδαμε την πρεμιέρα του δεύτερου κύκλου της σειράς και κρατάμε σημειώσεις.

Ω, Θεοί! Ο δεύτερος κύκλος του «American Gods» είναι επικά βαρετός!

Τον θαυμασμό μας για τον πρώτο κύκλο του «American Gods» δεν τον είχαμε κρύψει όταν είχε κάνει την πρεμιέρα του πριν δύο χρόνια στο Prime Video (νέα επεισόδια και φέτος, κάθε Κυριακή), έστω και λαμβάνοντας υπόψη τον ιδιαίτερα απαιτητικό του χαρακτήρα. Οχι ως προς την κατανόηση ή τα όποια σύμβολα φυσικά: Η σειρά, διασκευάζοντας το ομότιτλο βιβλίο του Νιλ Γκέιμαν, ενός συγγραφέα με χάρισμα στην ευφυώς κυριολεκτική απόδοση συμβόλων, αφηγείται με σαφή και υπνωτιστικά αραιό τρόπο την μάχη των παλιών, ξεχασμένων θεών του παλιού κόσμου που έχουμε μετακινηθεί στην Αμερική, απέναντι στους νέους, θεούς σαν τα Media.

Η απαίτηση τοποθετείται περισσότερο στον ρυθμό, με τους δημιουργούς Μπράιαν Φούλερ και Μάικλ Γκρίν να αποδίδουν τον κόσμο της σειράς ως μια σειρά από κινούμενα κοσμικά γλυπτά, ανακαλύπτοντας τον κάθε ξεπεσμένο θεό από την αρχή, μέσα από επιβλητικές παρενθετικές ιστορίες (υπό τίτλους όπως «Coming to America», μίνι κεφάλαια που απογείωναν το κάθε επεισόδιο) ή ζωγραφίζοντας ένα καθηλωτικό πορτρέτο με τον τρόπο που - αργά, επίμονα - περιεργάζεσαι κάθε τι καινούριο και larger than life συναντάς γύρω σου.

Περισσότερο εμπειρία παρά μια παραδοσιακή εξιστόρηση, η πρώτη σεζόν του «American Gods» έκανε την ίδια της αισθητική, αφήγηση- συνεχίζοντας τον οπτικό πειραματισμό του Φούλερ από όπου τον είχε αφήσει με το σπουδαίο του «Hannibal». Τι συνέβη λοιπόν με τη δεύτερη σεζόν; Μετά το πρώτο επεισόδιο, έχουμε αυτά να αναφέρουμε.


Ταξίδι στο πουθενά

Οι αργόσυρτοι ρυθμοί της 1ης σεζόν αποτέλεσαν οριακό στοιχείο για πολλούς θεατές, είτε έμειναν με τη σειρά είτε όχι. Οι Φούλερ και Γκριν επέλεξαν μια προσέγγιση οπτικής αφήγησης σε ευρύτερο slow motion, το οποίο ήταν αναμφισβήτητα μια Επιλογή με «ε» κεφαλαίο, όπως εξηγήσαμε και παραπάνω. Στην 1η σεζόν, ο ρυθμός υπηρετούσε μια αισθητική προσέγγιση, ακόμα κι αν -κατανοητά- οδήγησε πολύ κόσμο μακριά.

Στο ξεκίνημα της 2ης σεζόν, τα ιντερλούδια και τα εισαγωγικά πορτρέτα των θεών είναι παρελθόν, και θαρραλέα επιβλητικές σεκάνς σαν τις δύο αξέχαστες σκηνές σεξ της 1ης σεζόν (του Τζίνι και της Μπιλκίς) αφήνουν τη σειρα ξεκρέμαστη και, απλά, αργή. Οι χαρακτήρες ταξιδεύουν, η ατμόσφαιρα είναι βαριά. Χωρίς το στοιχείο που αυτός ο αφηγηματικός ρυθμός εξυπηρετούσε, αυτό που μένει στη θέση του είναι μια ιστορία γεμάτη άτσαλες επεξηγήσεις και βαρετή, αργή, γραμμική εξέλιξη.

Για κάθε θεατή η εμπειρία αυτή διαφέρει φυσικά, αλλά το πιο πιθανό είναι πως ο προορισμός μιας τέτοιας ιστορίας (ειδικά μέσα από τον τρόπο με τον οποίο είχε αποδοθεί αρχικά) δεν ήταν ποτέ ο πρωταρχικός σκοπός. Το ταξίδι, τα πορτρέτα, η απόδοση των λογοτεχνικών συμβόλων, ήταν πάντα μια ουσία από μόνα τους.


To καστ σηκώνει τα βάρη

Για τον Iαν ΜακΣέιν θα μπορούσαμε να δούμε τα πάντα. Ο βετεράνος του «Deadwood», το οποίο επιτέλους επιστρέφει σύντομα σε μορφή ταινίας, απαγγέλει διαλόγους σα να βρίσκει τα πάντα γύρω του εντελώς γελοία και εντελώς σοβαρά την ίδια στιγμή, κάνοντας κάθε πρόταση που βγαίνει από το στόμα του, ένα μικρό πάρτυ. Μες στο βαρύ αισθητικό περίβλημα της 1ης σεζόν οι ηθοποιοί ξεχώριζαν περισσότερο ως οπτικά στοιχεία, από τον Technical Boy του Μπρους Λάνγκλεϊ ως τον Mr. World του Κρίσπιν Γκλόβερ κι από την επική Media της Τζίλιαν Aντερσον ως την Easter της Κρίστιν Τσένογουεθ (για τις οποίες θα επανέλθουμε).

Εδώ ο ΜακΣέιν, ως Mr. Wednesday και Oντιν, φαίνεται ήδη να έχει περισσότερα πράγματα να κάνει, και σίγουρα περισσότερα να εξηγήσει. Η Eμιλι Μπράουνινγκ ως Νεκρή Νύφη Λόρα καταλάμβάνει εξαρχής αυτή τη φορά κεντρικότερο ρόλο και ανταπεξέρχεται, κι ο Κρίσπιν Γκλόβερ μοιάζει να το καταδιασκεδάζει όπως πάντα, με τον δικό του αλλόκοτο τρόπο. Το μόνο αληθινό ερμηνευτικό κενό είναι ο ίδιος ο κεντρικός ήρωας της σειράς, ο Shadow Moon του ανέκφραστου Ρίκι Γουίτλ. Περιγράφοντας την ερμηνεία του στον πρώτο κύκλο, είχαμε μιλήσει για «το πιο ζωγραφισμένο βλέμμα θυμού, κούρασης και απορίας σε ένα πρόσωπο», όμως με την απορία έξω πια από την εξίσωση, ο Γουίτλ μοιάζει τελικά απλώς άχρωμος.


Παλιοί showrunners εναντίον Νέων showrunners

Ο πόλεμος του παλιού με το νέο δεν περιορίζεται με τη σειρά μόνο στα επί της οθόνης, αλλά επεκτείνεται και στα παρασκήνια, καθώς μια σημαντική αλλαγή εξηγεί σε μεγάλο βαθμό την μεγάλη πτώση. Οι Φούλερ και Γκριν αποχώρησαν από τη σειρά ανάμεσα στις σεζόν, μάλλον για λόγους μπάτζετ- το αισθητικό αποτέλεσμα στο οποίο στοχεύουν δεν έρχεται φτηνά, κι όταν ζήτησαν κάτι σαν $10 εκατομμύρια ανά επεισόδιο, το στούντιο αρνήθηκε και οι showrunners αντικαταστάθηκαν. Aφησαν πίσω τους ένα μικρό χάος, διότι ο Τζέσι Αλεξάντερ (για χρόνια στο «Heroes», και συνεργάτης τόσο του Τζ. Τζ. Eϊμπραμς σε «Lost» και «Alias», όσο και του Φούλερ στο «Hannibal») που τους αντικατέστησε αρχικά τελικά απομακρύνθηκε κι εκείνος από το τιμόνι, με τη σεζόν τελικά να αναλαμβάνουν στην πορεία δύο άνθρωποι της παραγωγής (δίχως credit σεναρίου ή σκηνοθεσίας στη σειρά) και -μάλλον ευρύτερα- ο ίδιος ο Γκέιμαν.

Η άγαρμπη αντικατάσταση showrunners με τόσο σαφή και διακριτή δημιουργική φωνή (και μαζί και των στενών συνεργατών-σκηνοθετών τους, σαν τον Ντέιβιντ Σλέιντ, τον Βιντσέντζο Νάταλι ή την Φλόρια Σιγκισμόντι, κανείς εκ των οποίων δεν επιστρέφει στη σειρά, έχοντας αντικατασταθεί από πιο συνηθισμένα TV ονόματα) δημιουργεί πάντα μα πάντα το ίδιο πρόβλημα σε κάθε λογής τηλεοπτική παραγωγή, είτε μιλάμε για εικαστικά έπη, είτε για πολιτικά δράματα, είτε για οικογενειακές δραμεντί. Εκείνοι που μένουν πίσω δεν έχουν επιλογή από το να προσπαθήσουν να αντιγράψουν την σαφή χροιά της φωνής εκείνων που αντικαθιστούν, και το αποτέλεσμα είναι πάντα κάτι ανειλικρινές, κούφιο και τελικά μέτριο, κάτι που μοιάζει απλώς με σκιά του παρελθοντικού του εαυτού. Το είδαμε στην 5η σεζόν της «Δυτικής Πτέρυγας» (μετά την αποχώρηση του Ααρον Σόρκιν), το είδαμε στην 7η σεζόν του «Gilmore Girls» (μετά την αποχώρηση της Εϊμι Σέρμαν-Παλαντίνο), το βλέπουμε κι εδώ. Η «Δυτική Πτέρυγα» μετέπειτα έκανε τουλάχιστον μία πολύ καλή σεζόν (την 6η), αλλά αυτό συνέβη επειδή πλέον η σειρά γραφόταν με νέους, δικούς της όρους, έγινε κάτι ξεκάθαρα διαφορετικό, παρά σκιά του ορίτζιναλ. Όμως σε πρώτη φάση, την παγίδα δεν την αποφεύγει κανείς.

Το «American Gods» παίρνει επιφανειακά στοιχεία των χαρακτηριστικών της 1ης σεζόν - τους υπνωτιστικούς ρυθμούς, την επιβλητικά σουρεαλιστική οπτική απόδοση - και επιχειρεί να τα αναπαράγει χωρίς απαραιτήτως να κατανοεί πώς αυτά λειτουργούσαν. Οι πιο showy στιγμές μοιάζουν εκβιαστικά τρελούτσικες, με κινήσεις κάμερας και φίλτρα να χρησιμοποιούνται με παράξενους, απρόσμενους τρόπους. Το αποτέλεσμα δεν είναι πάντα άσχημο, αλλά δεν έχει τίποτα το οργανικό. Είναι σαν να έχεις δει τη λύση ενός μαθηματικού προβλήματος αλλά να μην έχεις πολύ καλή συναίσθηση της διαδικασίας επίλυσής του.


Πότε θα κάνει Πάσχα;

Ολο το παραπάνω δράμα είχε ως αποτέλεσμα την αποχώρηση και δύο βασικών μελών του καστ, που έφυγαν από τη σειρά σε συμπαράσταση προς τον Φούλερ. Η Τζίλιαν Αντερσον (που είχε δουλέψει μαζί του στο «Hannibal») και η Κρίστιν Τσένογουεθ (που είχε κερδίσει Εμμυ παίζοντας στο σπουδαίο «Pushing Daisies» του) αποτελούν δυστυχώς παρελθόν για το «American Gods» κι ενώ η Media απέκτησε γρήγορα νέο πρόσωπο -κάτι που δεν είναι δύσκολο να εξηγηθεί και εντός της λογικής της σειράς-, ο ρόλος της Easter εξελίσσεται σε μεγάλο πρόβλημα.

Ολη η πρώτη σεζόν κορυφωνόταν προς το cliffhanger του τελευταίου επεισοδίου, όταν και η πανίσχυρη Easter πείστηκε να λάβει μέρος στον πόλεμο στο πλευρό του Οντιν, που είχε μόλις αποκαλυφθεί. Η Easter πήρε πίσω την άνοιξη, μετατράπηκε σε θεότητα που παίρνει ζωή αντί να δίνει, αφήνοντας τη βλάστηση γύρω της, καμμένη. Η δεύτερη σεζόν ξεκινά αγνοώντας πλήρως αυτή την κορύφωση, υπονοώντας με μια σαχλή ατάκα πως η Easter έφυγε -εκτός οθόνης- από το πλευρό του Οντιν. Όλη η ουσία της πρώτης σεζόν πετιέται από το παράθυρο καθώς τα πράγματα πιστρέφουν σε μια πιο αφηγηματικά ελεγχόμενη στιγμή. Πού είναι οι Θεοί σας τώρα;

Θα έχει ενδιαφέρον να δούμε τι είδους ανταπόκριση μπορεί να βρει αυτή η νέα εκδοχή μιας σειράς έτσι κι αλλιώς σχετικά δυσπρόσιτης. Ως τότε, ας κλείσουμε με την Κρίστιν Τσένογουεθ να τραγουδά το «Eternal Flame» στο μόνιμο Πάσχα του «Pushing Daisies»:


Περισσότερη καλή τηλεόραση εδώ.