To 76o Διεθνές Φεστιβάλ των Καννών ξεκινάει σήμερα, Τρίτη 16 Μαΐου με το «Jeanne du Barry» της Μαϊγουέν και πρωταγωνιστή - στο ρόλο του Λουδοβίκου 15ου τον Τζόνι Ντεπ.
Κάτι που αποτελεί restart για την καριέρα του, κi έρχεται ακριβώς την ίδια στιγμή που υπογράφει το πιο ακριβό συμβόλαιο όλων των εποχών (20 εκατομμύρια δολάρια) με την Dior για να είναι το πρόσωπο της καμπάνιας αρωμάτων του οίκου.
Κι όλα αυτά, λίγους μήνες μετά από το media frenzy που προκάλεσε το διαζύγιό του με την πρώην γυναίκα του Αμπερ Χερντ - ένα διαζύγιο αποτέλεσε μια από τις πιο δημόσιες δικαστικές διαμάχες, ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα και μία από τις πιο επιλεκτικά μεταφρασμένες στη συλλογική συνείδηση υποθέσεις σε σχέση με τον #metoo διάλογο.
Η Χερντ κέρδισε μία δίκη στην Αγγλία, ο Ντεπ κέρδισε μία δίκη στην Αμερική. Η Χερντ μπορεί να ήταν η μεγαλύτερη gold digger, ο Ντεπ ο πιο βίαιος μέθυσος. Το μόνο σίγουρο: εκείνη εγκατέλειψε την καριέρα της και η δική του σταμάτησε για μεγάλο, καίριο χρονικό διάστημα.
Πέρα από την προσωπική γνώμη και στάση μας, που θα ανταλλάξουμε στις παρέες μας και θα κρατήσουμε στη ζωή μας, τίποτα από όλα αυτά δεν μας αφορά στ’ αλήθεια. Παρά μόνο όταν η υπόθεση συζητιέται συμβολικά, μέσα σε ένα ευρύτερο πλαίσιο που περιλαμβάνει τη θέση των θεσμών απέναντι σε περιπτώσεις αποκλεισμού, λογοκρισίας, ή εξιλέωσης στο χώρο της τέχνης του σινεμά.
Με άλλα λόγια: σε ποιον δίνει δεύτερη ευκαιρία η κινηματογραφική κοινότητα, η (κυνική) αγορά, και, τέλος, το ίδιο το κοινό.
Σκηνή από το «Jeanne du Barry» που ανοίγει το Φεστιβάλ
Ποιος παίρνει θέση και ποιος εκμεταλλεύεται τον #metoo διάλογο για προβολή. Ποιος θέλει απλώς να προκαλέσει και ποιος θέλει ουσιαστικά να συζητήσει. Ποιος είναι ανοιχτός σε αλλαγές και ποιος θεωρεί κάθε κριτική παρέμβαση ως κατάρα της πολιτικής ορθότητας και του cancel culture.
Και το πρώτο μεγάλο κύμα αντίδρασης ήρθε. H Aντέλ Ενέλ (η πρωταγωνίστρια του «Πορτρέτου Μιας Γυναίκας που Φλέγεται») έγραψε μία επιστολή στο Telerama κατηγορώντας ανοιχτά την κινηματογραφική βιομηχανία και ονομάζοντας και το Φεστιβάλ Καννών ως «θεσμό που προστατεύει τους βιαστές».
«Όλοι ενώνουν δυνάμεις για να προστατεύσουν τον Πολάνσκι ή τον Ντεπαρντιέ. Τους ενοχλεί που τα θύματα κάνουν πολύ θόρυβο. Θα προτιμούσαν να εξαφανιζόμασταν στη σιωπή και το σκοτάδι. Θα έκαναν τα πάντα για να υπερασπιστούν τους βιαστές σταρ τους…»
Το ξέσπασμα της Αντέλ Ενέλ είχε ξεκινήσει όταν στα Βραβεία Σεζάρ του 2020, ο Ρομάν Πολάνσκι είχε κερδίσει το Βραβείο Σκηνοθεσίας (την ίδια χρονιά που «Το Πορτρέτο Μιας Γυναίκας Που Φλέγεται» διαγωνιζόταν επίσης). Η Ενέλ είχε αποχωρήσει με θόρυβο από την αίθουσα φωνάζοντας «Μπράβο σας παιδόφιλοι!»
Στο κείμενο της στο Télérama εξηγούσε ότι η ίδια ήταν από τα 12 της χρόνια θύμα σεξουαλικής κακοποίησης από τον Γάλλο σκηνοθέτη Κριστόφ Ρουτζιά. Υπενθύμιζε ότι ο Ζεράρ Ντεπαρντιέ έχει κατηγορηθεί από 13 γυναίκες για κακοποίηση και βιασμό. Και τόνιζε ότι όλα γίνονται για «τους σπόνσορες και το κόκκινο χαλί».
Δεν έχω άλλο όπλο παρά το σώμα μου και την αξιοπρέπειά μου. Και θα μποϊκοτάρω στην ουσία τους τα πράγματα: εσύ έχεις την εξουσία και τα χρήματα; Εγώ δε θα αγοράσω εισιτήριο για την ταινία σου, δε θα σου δώσω τα δικά μου. Θα σε σβήσω από τον κόσμο μου. Θα αποχωρήσω από την βιομηχανία σου. Θα κατέβω σε απεργία, σε διαδηλώσεις, θα ενώσω τη φωνή μου με τους/τις συντρόφους μου που ο αγώνας τους για τιμή και σεβασμό είναι πολύ ανώτερος της εξουσίαςν και των χρημάτων σας»
Αντέλ Ενέλ
Σε χθεσινή συνέντευξη Τύπου, ο Καλλιτεχνικός Διευθυντής των Καννών, Τιερί Φρεμό, απάντησε στη σοβαρή κατηγορία:
«Το Φεστιβάλ Καννών βρίσκεται πάντα στο επίκεντρο τέτοιων συζητήσεων ακριβώς επειδή αποτελεί πλατφόρμα που επιτρέπει το διάλογο. Αν ήμασταν ένας θώκος κακοποιητών και βιαστών, δε θα ήσασταν κι εσείς εδώ πιστεύω… » (ρίχνοντας το μπαλάκι στην συμμετοχή και προσέλευση των δημοσιογράφων στο φεστιβάλ).
Ο Φρεμό, ξέρει πάρα πολύ καλά το παιχνίδι της δημοσιότητας. Γνωρίζει από πριν πώς να κινήσει τα νήματα για να στρέψει τους προβολείς στο φεστιβάλ και το κάνει με μαεστρία, πονηριά, και από την αυτοπεποίθηση της θέσης του.
Καθόλου τυχαία δεν επέλεξε το «Jeanne du Barry» της Μαϊγουέν να αποτελέσει επίσημη πρεμιέρα του 76ου Φεστιβάλ. Ήθελε το credit: «Ο Τζόνι Ντεπ επιστρέφει στο σινεμά από τις Κάννες». Ήθελε και την επίθεση: «Γιατί οι Κάννες ανοίγουν το δρόμο στον Τζόνι Ντεπ;». Όλα είναι διαφήμιση.
Ο Φρεμό, ξέρει πάρα πολύ καλά το παιχνίδι της δημοσιότητας. Γνωρίζει από πριν πώς να κινήσει τα νήματα για να στρέψει τους προβολείς στο φεστιβάλ και το κάνει με μαεστρία, πονηριά, και με την αυτοπεποίθηση που τη δίνει η θέση του.»
Τιερί Φρεμό, ο Διευθυντής του Φεστιβάλ Καννών
Η μία πλευρά του διαλόγου θα υποστήριζε: Ο Ντεπ αθωώθηκε. Είχε ψευδώς κατηγορηθεί. Εννοείται ότι ένα φεστιβάλ με το κύρος των Καννών θα έστρωνε το κόκκινο χαλί του για να επανεκκινήσει ένας από τους πιο αγαπητούς σταρ στον κόσμο την καριέρα του.
Η άλλη πλευρά θα απαντούσε: Πρώτον, ο Ντεπ δεν αθωώθηκε ακριβώς. Δεν κέρδισε την μήνυση εναντίον βρετανικής εφημερίδας που τον ήθελε «κακοποιητή» στην Αγγλία. Κέρδισε την μήνυση εναντίον αμερικανικής εφημερίδας που τον ήθελε «κακοποιητή» στην Αμερική. Καμία δίκη δεν έκρινε αν όντως ο Ντεπ κακοποιούσε. Όμως, το κοινό που αγαπά τον Τζακ Σπάροου (και πολύ καλά κάνει) ήθελε να πιστέψει σε «αθώωση». Ήθελε να πιστέψει σε μια γυναίκα που εκμεταλλεύεται το #metoo κίνημα για όφελος της (μπορεί να είναι κι έτσι). Και, σε μια μεγάλη μάζα, είχε την ανάγκη για κάτι ακόμα μεγαλύτερο: στην απαξίωση όλου του κινήματος ως «κυνήγι μαγισσών» για να κατηγορούνται αθώοι άντρες, αγαπημένοι μας σταρ, καταξιωμένοι σκηνοθέτες.
Όπως σε όλα τα φρέσκα κινήματα, το πάθος και των δύο πλευρών φέρνει πόλωση και μπέρδεμα - ακόμα και ανάμεσα στους πιο καλοπροαίρετους. Η ουσία κρύβεται στο να μη χάσει κανείς το βλέμμα του από τον στόχο: ποιος είναι ο ρόλος ενός φεστιβάλ;
Τι θα θέλαμε να κάνουν οι Κάννες; Να αποκλείσουν τον Τζόνι Ντεπ, τον Ζεράρ Ντεπαρντιέ, τον Κέβιν Σπέισι; Να μη δεχθούν ξανά ταινίες του Ρομάν Πολάνσκι; Ή του Γούντι Αλεν;»
Ο Ζεράρ Ντεπαρντιέ σε παλιότερες Κάννες
Η αυθόρμητη απάντηση, αυτή που έρχεται από το στομάχι, είναι όχι. Είμαστε εναντίον της οποιασδήποτε λογοκρισίας της τέχνης. Η τέχνη οφείλει να κινείται ελεύθερα, να έχει λόγο, να έχει παρουσία.
Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι κλείνουμε τα αυτιά μας, ούτε τη σκέψη μας. Βρισκόμαστε σ’ έναν κόσμο που αλλάζει κι οφείλουμε να έχουμε τεντωμένες κεραίες απέναντι στο πώς διαμορφώνονται κι αλλάζουν και τα δικά μας φίλτρα, τα κριτήρια μας. Οφείλουμε να είμαστε ανοιχτοί ακόμα και στα λάθη μας. Διαφορετικά πώς θα γίνουμε καλύτεροι; Για αυτό και ένα φεστιβάλ θα μπορούσε, αν ήθελε, να είναι προσεκτικό. Γιατί υπάρχει τρόπος, σε ό,τι κάνεις, και πολλές φορές η ουσία κρύβεται στις λεπτομέρειες. Συμπεριλαμβάνεις το «Jeanne du Barry» στο πρόγραμμα σου, αλλά δεν το κάνεις πρεμιέρα ολόκληρου του φεστιβάλ. Αυτό αποτελεί ξεκάθαρη δήλωση και θέση.
«Δεν ξέρω ποια είναι η εικόνα του Τζόνι Ντεπ στην Αμερική. Ειλικρινά στη ζωή μου εγώ έχω έναν κανόνα: την ελευθερία της σκέψης, του λόγου και των νόμιμων πράξεων. Αν ο Τζόνι Ντεπ είχε νόμιμα αποκλειστεί από το σινεμά, αν οι ταινίες τους είχαν νόμιμα απαγορευτεί, δεν θα το συζητούσαμε καν…»
Δεν είναι ακριβώς έτσι κύριε Φρεμό. Το 2011 δεν χρειαστήκατε ούτε 24 ώρες από την διαβόητη συνέντευξη Τύπου του Λαρς τον Τρίερ για να τον ανακηρύξετε «persona non grata» του φεστιβάλ.
Το κάκιστο χιούμορ του Τρίερ για τον ναζισμό, είχε αυτόματη απάντηση από την κινηματογραφική κοινότητα. Αυτό σημαίνει ότι δεν περιμένουμε πάντα τα δικαστήρια. Απλώς ορισμένα κινήματα, όπως αυτό της εβραϊκής κοινότητας του Χόλιγουντ και της Αμερικής γενικότερα, έχουν κερδίσει μίλια στον αγώνα τους, μέσα στις δεκαετίες. Και στέκονται ισχυρά απέναντι στους θεσμούς.
Το #metoo, αν καταφέρει να επιβιώσει και βρει τον ουσιαστικό άξονά του, έχει δρόμο ακόμα. Και μπροστά του θα βρει και τις νέες ταινίες του Γούντι Άλεν και του Ρομάν Πολάνσκι. Που τις περιμένει με ήδη στρωμένο το κόκκινο χαλί της η Βενετία.
Ευχαριστούμε την Aegean Airlines για τη βοήθεια πραγματοποίησης του ταξιδιού στο 76ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών.