Ο Τεντ, ένα 12χρονο αγόρι, ζει στην πλαστική πόλη του Θνίντβιλ και το οποίο, στην προσπάθειά του να κερδίσει την αγάπη της Οντρεϊ, του κοριτσιού των ονείρων του, πρέπει να βρει και να της φέρει ένα αληθινό δέντρο. Για να το πετύχει αυτό, καλείται να ανακαλύψει την ιστορία του Λόραξ, ενός ιδιότροπου, αλλά γοητευτικού πλάσματος που παλεύει για να προστατέψει τον κόσμο του δάσους, και αυτός που αφηγείται την ιστορία του στον Τεντ δεν είναι άλλος από τον επιχειρηματία εκείνον, που λόγω της απληστίας του, προκάλεσε τη μεγαλύτερη οικολογική καταστροφή στην ιστορία του δάσους.

«Αν βάλεις κάτι σε ένα πλαστικό μπουκάλι, ο κόσμος θα το αγοράσει». Αυτή είναι η φιλοσοφία του Μίστερ Χέιζ, του ανθρώπου που κρατάει την πλαστική πόλη του Θνίντβιλ αποκομμένη από οτιδήποτε φυσικό, όπως τα δέντρα, τον αέρα, την αγάπη.

Αυτή η «στέρηση» ήταν και ο βασικός κορμός του πιο οικολογικού παραμυθιού που έγραψε ποτέ ο Dr Seuss εν έτει 1971, σε μια προσπάθεια όχι μόνο να προλάβει αλλά τελικά να προφητεύσει την καταστροφή του περιβάλλοντος και την μετατροπή του κόσμου σε ένα τεράστιο συνθετικό μπουκάλι, που ειδικά σήμερα δεν απέχει πολύ από το αποστειρωμένο σύμπαν που φαντάστηκε τέσσερις δεκαετίες πριν.

Στην πιο ευτυχή στιγμή μεταφοράς στο σινεμά αυτού του αλλόκοτου σύμπαντος που υπήρξε σήμα κατατεθέν του Dr Seuss, οι δημιουργοί του «Εγώ ο Απαισιότατος» πετυχαίνουν εκεί που απέτυχαν οικτρά τόσο το «How the Grinch Stole Christmas» (2000) όσο και το «Cat in the Hat» (2003), αφήνοντας ως μοναδικό αξιοπρεπές διάβασμα της φιλοσοφίας του μεγάλου αμερικάνου παραμυθά το «Horton Hears a Who» του 2008.

Με πρωτότυπη σχεδιαστική τεχνική (νιώθεις το πλαστικό ακόμη και στους ίδιους τους ανθρώπινους χαρακτήρες) και μια χρωματική παλέτα που κυριαρχείται από το πορτοκαλί του τριχώματος του ομώνυμου «σοφού» ήρωα, το «Λόραξ» περιστρέφεται γύρω από την τροχιά ενός ποπ ζαχαρωτού (σχεδόν όπως και τα αληθινά δέντρα της ταινίας) μιούζικαλ , επιλέγοντας – ευτυχώς - την οδό του fun αντί οποιασδήποτε κακώς εννοούμενης «ενήλικης προσέγγισης»

Ακριβώς, όμως, όπως συνέβη και στην ιστορία του ελέφαντα Χόρτον, το «Λοραξ» αναδεικνύεται ταυτόχρονα λίγο και πολύ, μπροστά στην λιτή πολυπλοκότητα του Dr Seuss.

Λίγο, γιατί επιλέγει να απλοποιήσει την ιδιότροπη γλώσσα του Dr Seuss και να αντικαταστήσει τη μελαγχολική αύρα του παραμυθιού με ένα φρενήρες τρισδιάστατο happy hour. Πολύ, γιατί προκειμένου να γεμίσει τον μέσο κινηματογραφικό χρόνο με 45 μόνο σελίδες υλικού, φορτώνεται σε ήρωες, πλοκές και μια αδικαιολόγητη κινητικότητα - υπάρχουν στιγμές που στην οθόνη γίνεται κυριολεκτικά παντζουρλισμός από τρισδιάστατα αντικείμενα, παιδικές φωνές και πλάσματα του δάσους που νιώθεις σαν να βρίσκεσαι στο peak ενός παιδικού πάρτι χωρίς έξοδο διαφυγής ή τουλάχιστον ένα ντεπόν!

Ευτυχώς, το πραγματικά αναρχικό στοιχείο στον «Λόραξ» του Dr Seuss παραμένει εδώ άθικτο και δεν είναι άλλο από το οικολογικό του μήνυμα. Αυτό που στο τρυφερό φινάλε μπορεί για τους ενήλικες να μοιάζει αρκούντως παιδικό, αλλά που για ένα παιδί μπορεί να αλλάξει για πάντα τον τρόπο με τον οποίο θα κοιτάει τα δέντρα μετά το τέλος αυτής της ταινίας.