Buzz

Η πολύτιμη σιωπή του Αλέξη Δαμιανού

of 10

Λίγο πριν το μεγάλο αφιέρωμα στον Αλέξη Δαμιανό με γενικό τίτλο «Μια Δυνατή Φωτιά» ρίξει αυλαία, αναδημοσιεύουμε το κείμενο του δημοσιογράφου και ποιητή Κώστα Καναβούρη, όπως είχε δημοσιευθεί τρεις ημέρες μετά το θάνατο του μεγάλου δημιουργου στις 7 Μαΐου του 2006.

Η πολύτιμη σιωπή του Αλέξη Δαμιανού

Ηταν Μάιος του 2006 όταν ο Αλέξης Δαμιανός έφυγε από τη ζωή, στα 85 του χρόνια, εχοντας αφήσει πίσω του ένα έργο φτιαγμένο από τα υλικά της προσωπικής ιδιοσυγκρασιακής του ιδέας για το σινεμά, το θέατρο, την ποίηση, την Τέχνη.

Με αφορμή το αφιέρωμα «Μια Δυνατή Φωτιά» που ολοκληρώνεται σήμερα στην Αλκυονίδα (βρείτε εδώ το πρόγραμμα της τελευταίας ημέρας), αναδημοσιεύουμε το κείμενο του δημοσιογράφου και ποιητή Κώστα Καναβούρη, όπως είχε δημοσιευθεί τρεις ημέρες μετά το θάνατο του μεγάλου δημιουργου στις 7 Μαΐου του 2006.

Διαβάστε ακόμη: «Ποιητής, σκηνοθέτης, ηθοποιός, αγρότης…»: Ο Δημήτρης Παντελιάς μιλάει για το δικό του Αλέξη Δαμιανό

Εκδήμησε και ο Αλέξης Δαμιανός. Στα 85 του χρόνια. Θα πούνε και πάλι τα γνωστά (όχι βέβαια εκείνοι που τον ήξεραν και τον αγαπούσαν) ότι έφυγε «πλήρης ημερών». Ποιος; Ένας άνθρωπος που κάθε του μέρα ήταν «πλήρης ημερών». Καμωμένος από εκείνη τη σπάνια στόφα των μοναδικών ανθρώπων. Δεν έχω το δικαίωμα να μιλήσω για το έργο του. Και τι να πω, για το «Μέχρι το πλοίο», για την «Ευδοκία», για τον «Ηνίοχο». Υπάρχουν οι ειδικοί για να το κάνουν και το έχουν κάνει ήδη. Προσωπικά ως θεατής να αναφέρω μόνο πως και οι τρεις ταινίες του ήταν για μένα ηλεκτρικές εκκενώσεις. Ταινίες πλήρεις ημερών, τόσο πλήρεις ώστε όποτε και να τις δεις, θα είναι κατάλληλη μέρα. Ειδικά μάλιστα για τον «Ηνίοχο» έχω τη βαθιά αίσθηση πως είναι ένα έργο που επωάζεται στη σιωπή, γιατί ακόμη δεν αποκτήσαμε το βλέμμα ώστε να μπορέσουμε να το δούμε. Ίσως και να περάσουν χρόνια μέχρι να τα καταφέρουμε. Μέχρι τότε όμως το ίδιο το έργο δεν θα σταματήσει να μεγαλώνει μέσα στη σιωπή του. Άλλωστε και ο Αλέξης Δαμιανός ένας άνθρωπος της σιωπής ήταν. Και το έργο του μια μουσική καμωμένη από σιωπές. Είναι σπάνια πράγματα αυτά. Δεν συναντάς κάθε μέρα τέτοιους ανθρώπους που και η φωνή τους ακόμη να σου δίνει μια αίσθηση σιωπής. Που μπορούν να μιλούν ατελείωτα και να έχουν τη βαθύτητα της συννεφιάς και άλλοτε της ομίχλης. Δηλαδή να σου αφήνουν χώρο για να μάθεις. Πολύτιμοι άνθρωποι. Γαλήνιοι, θητεύοντας διαρκώς στην πληρότητα των ημερών τους, μαθαίνοντας οι ίδιοι δια της συμμετοχής τους την περιπέτεια του τόπου και του χρόνου όπου τους έλαχε να ζήσουν. Και γι’ αυτό δάσκαλοι. Διότι η ίδια τους η ύπαρξη ήταν διδάσκουσα. Και είναι ευτυχείς όσοι κατανόησαν και διδάχτηκαν ύλη ζωής από τον Αλέξη Δαμιανό. Όσοι δεν «έφυγαν» από τον άνθρωπο, το έργο και τον τρόπο του.

Αν δε φοβόμουν τις μεγαλοστομίες που συνηθίζεται τέτοιες ώρες από τα χείλη των ασεβών που, αν ήξεραν, θα έμεναν άλαλα, θα έλεγα πως ο Αλέξης Δαμιανός ανήκει στη χωρεία των δασκάλων του γένους. Αλλά είναι τόσο εύκολες τέτοιες κουβέντες. Κι εκεί θυμώνεις. Να έχουν ειπωθεί τόσες φορές και να έχουν τόσο πολύ εκπέσει από την πολλή συνάφεια ώστε να μην μπορεί να τις πεις για έναν άνθρωπο που πραγματικά τις άξιζε. Κι όμως ναι: ο Αλέξης Δαμιανός ανήκε και θα ανήκει για πάντα στους δασκάλους του γένους. Σε όσους μαθητές ήταν έτοιμοι εμφανίστηκε και τους μίλησε. Και δεν θα σταματήσει εδώ γιατί το μέλλον δεν έχει μόνο ξηρασία. Προετοιμάζει και καινούργιους μαθητές. Ακόμα και η ξηρασία του μέλλοντος προετοιμάζει καινούργιους μαθητές. Γιατί το έργο του Αλέξη Δαμιανού είναι το νεράκι που παίρνουμε μαζί μας για να αντιμετωπίσουμε την ξηρασία του μέλλοντος. Εκείνο το μισό γέλιο, μισό ειρωνεία κι όλο μαζί μια χαρμολύπη από τη φωνή της Ελένης Ροδά που ντουμπλάριζε τη Μαρία Βασιλείου στην «Ευδοκία». Δεν σβήνει αυτό το γέλιο σαν αεράκι συννεφιάς ή ομίχλης που σε πάει μακριά, πιο μακριά από τη συννεφιά ή την ομίχλη. Στην αρμονία του σύμπαντος κόσμου, όπου και η ξηρασία έχει τη θέση της. Μας το έμαθε αυτό ο Αλέξης Δαμιανός: τον κόπο που χρειάζεται για να ανακαλύψεις το απαραίτητο. Την πηγή της τέχνης και της ζώσας ζωής. Τον χορευτικό βηματισμό της σιωπής. Μας έμαθε έργω και λόγω ότι δεν είναι εύκολο πράγμα να ζεις. Να ζεις όμως, όχι να διατρέξεις απλώς το διάστημα μεταξύ γέννησης και θανάτου. Γι’ αυτό και κάθε μέρα ήταν πλήρης ημερών. Το έργο του το ίδιο είναι πλήρες ημερών. Ημερών που πέρασαν και ημερών που θα έρθουν. Ένα έργο, για να επαναλάβω, που επωάζεται μέσα στη σιωπή.

Ας μην κομπορρημονούν οι κραυγαλέοι, οι επιτυχημένοι, οι παράκλητοι, οι ολόφωτοι για τις νίκες τους. Ας μην επιχαίρουν οι υλόφρονες, οι ματαιόφρονες στην επικράτεια των ημερών τους με τις φρούδες βεβαιότητες. Άλλη είναι η επικράτεια του Αλέξη Διαμιανού: άλλη είναι η σιωπή του από εκείνη που νομίζουν ότι του επιδίκασαν. Η σιωπή του είναι σιωπή δημιουργίας. Κι αν ισχύει το αξίωμα πως ένας από τους προορισμούς της τέχνης είναι να δημιουργεί δημιουργούς, τότε το έργο του παραμένει εσαεί επικίνδυνο. Πάει να πει, όχι πεποιημένο, αλλά διαρκώς ποιούμενο. Και διαρκώς αλλιώς. Διαρκώς μεταφράσιμο επομένως στις γλώσσες των καιρών και του χρόνου. Γιατί ακριβώς η γλώσσα της σιωπής του Αλέξη Δαμιανού είναι η γλώσσα τους αίεν. Όπου θα κατοικεί πάντοτε η ομιλία.

Δεν ξέρω πως τα κατάφερε κι έσκυψε τόσο βαθιά μέσα στο σκοτεινό πηγάδι. Πιο πολύ, δεν ξέρω που βρήκε τα κουράγια και έκανε τα κουμάντα του. Ξέρω απλώς ότι μας έμαθε πως ο καθένας με τον τρόπο που νομίζει μπορεί να σκύψει βαθιά μέσα στο σκοτεινό πηγάδι και αναλόγως να κάνει τα κουμάντα του. Ώστε κρατώντας το αργυρό κουμπάσο του Είναι, να κουμπασάρει τον καιρό και να πλεύσει προς το χρόνο.

Ο Αλέξης Δαμιανός δεν υπάρχει πια. Πάει, πέθανε. Ό,τι ήταν να κάνει το έκανε. Το έκανε όμως; Πιστεύω πως όχι. Και είναι αυτός ο φόβος της επαιρόμενης αδαημοσύνης. Της κατισχύουσας τυφλότητας που ξέρει από την ίδια της την οντότητα ότι η φράση του Νίτσε ισχύει: «Μερικοί άνθρωποι γεννιώνται μετά θάνατον». Αντίο σας, κύριε. Εις το επανιδείν. Γιατί δεν σας θεωρώ νεκρό. Σας θεωρώ απλώς ξενιτεμένο από την πόλη. Κι αν τώρα λέω «ανάθεμα και τα μακρά», είναι που το «μάτεμ εσκοτείνεψεν από την αλαλία». Θα τα ξαναπούμε όμως. Να το πείτε και στους άλλους ξενιτεμένους ερωδιούς.Αντίο. Χαιρετισμούς και σεβάσματα σε όλους.

Κώστας Καναβούρης*
Δημοσιεύτηκε στην «Κυριακάτικη Αυγή», 7 Μαΐου 2006.

O Kώστας Kαναβούρης γεννήθηκε στην Kαβάλα το 1955. Σπούδασε Πολιτικές Eπιστήμες. Εργάστηκε ως δημοσιογράφος σε εφημερίδες, περιοδικά και ραδιοφωνικούς σταθμούς. Έχει εκδώσει οκτώ ποιητικές συλλογές, ένα βιβλίο με δημοσιογραφικά κείμενα, μια συλλογή αφηγημάτων, μια νουβέλα. Αρθρογραφεί στην Kυριακάτικη Aυγή.