Εδώ και σαράντα περίπου χρόνια, όσο κρατά ο πόλεμος μεταξύ Αρμενίας με το Αζερμπαϊτζάν, το πολυπαθές Ναγκόρνο Καραμπάχ αποτελεί μία αμφισβητούμενη περιοχή, μεγάλης γεωπολιτικής σημασίας, που διεκδικούν και οι δύο εχθρικές χώρες. Μετά τη συμφωνία ειρήνης το φθινόπωρο του 2020, τα σύνορα οριοθετούνται εκ νέου και οι Αρμένιοι κάτοικοι του Ναγκόρνο Καραμπάχ αναγκάζονται να εγκαταλείψουν σπίτια, περιουσίες, χωράφια και τους νεκρούς τους. Ταυτόχρονα, οι επί χρόνια εκδιωγμένοι Αζέροι, πρώην κάτοικοι της περιοχής, δηλώνουν έτοιμοι να επιστρέψουν.
Σύνορα που μετακινούνται, παραλογισμός, οργή και οδύνη. Μέσα σε όλα αυτά, γνωρίζουμε τον Σεργκέι, έναν Αρμένιο αγρότη που καλλιεργεί ροδιές, ο οποίος διαπιστώνει ότι, σύμφωνα με την νέα συνθήκη, μέρος του χωραφιού του τού ανήκει, ενώ ένα άλλο τμήμα ανήκει πλέον στον εχθρό. Ποιος δικαιούται να γεύεται τα ρόδια του Ναγκόρνο Καραμπάχ;
Ηδη, από τον εύστοχο τίτλο, το ντοκιμαντέρ του Θωμά Σίδερη καταγράφει την παράνοια ενός πολέμου που εδώ και τέσσερις δεκαετίες έχει κοστίσει πολύ ακριβά και στις δύο πλευρές: ανυπολόγιστος ο αριθμός των νεκρών, αλλά και το ψυχικό κόστος του ξεριζωμού. Ειδικά οι μονίμως κυνηγημένοι Αρμένιοι, οι οποίοι ήταν και οι πρώτοι κάτοικοι από την αρχαιότητα (τον 5ο αιώνα π.Χ, το σημερινό Ναγκόρνο Καραμπάχ ανήκε στο Βασίλειο της Αρμενίας), θεωρούν την υπεράσπιση της περιοχής τους θέμα εθνικής τιμής.
Ο Σίδερης κινηματογραφεί νεαρούς στρατιώτες, πιθανόν και αγέννητους το 1994 στην κατάπαυση του πυρός, να τραγουδούν γελαστοί εθνικιστικά τραγούδια, έτοιμοι να θυσιαστούν για τα πατρογονικά εδάφη. Ή αγρότες που μοιράζονται ένα πιάτο φαΐ και συζητούν τι θα απογίνουν οι περιουσίες τους, μέχρι που ένας ξεσπά σε έναν περήφανο αρμένικο μοιρολόι. Γυναίκες που κλαίνε θάβοντας τους νέους νεκρούς ή ξεθάβοντας τα κόκκαλα των προγόνων τους, άντρες που διαλύουν τα σπίτια τους και τα φορτώνουν σε φορτηγά για να πάρουν όσα περισσότερα μπορούν μαζί τους, ή τα καίνε από τα θεμέλια, αρνούμενοι να τα αφήσουν στον εχθρό.
Με μοντάζ που εμπιστεύεται τη δύναμη της εικόνας και κρατά το ωμό υλικό σε εγρήγορση, ο Σίδερης κάθε τόσο επιστρέφει στις ροδιές του Σεργκέι ως εύρημα για να αποδείξει ότι πραγματική πρωταγωνίστρια στη δυστυχία των ανθρώπων είναι η παντελής έλλειψη λογικής: μετά από μισό αιώνα, κανείς δεν γνωρίζει τι είναι δικό του, που βρίσκονται τα σύνορα, ποια είναι η πατρίδα του.
Με φόντο τα καμμένα σπίτια, τα ερημωμένα τοπία και τα χαρακωμένα πρόσωπα των πρωταγωνιστών αυτής της τραγωδίας, παρακολουθούμε ουσιαστικά την αιώνια ιστορία της ανθρωπότητας: οι λαοί πιόνια στην πολεμοχαρή σκακιέρα των ισχυρών, βιώνουν εγκατάλειψη, ξεριζωμό, μετρούν απώλειες κι αναζητούν τόπο και ταυτότητα.
Σε ποιον ανήκει τελικά η γη; Σίγουρα, στις ροδιές της.