Μία πάλαι ποτέ ντίβα του κινηματογράφου ζει τα μεσήλικα χρόνια της κλεισμένη στη βίλα της στη Λεωφόρο Σάνσετ, μαζί με τον μπάτλερ της. Η εμμονή που έχει με το πέρασμα του χρόνου και τη διατήρηση της ομορφιάς και της λάμψης της, καταντάει νεύρωση και στο τέλος ανεπίστρεπτη παράνοια. Εκείνη όμως πάντα πιστεύει ότι θα κάνει τη μεγάλη της κινηματογραφική επιστροφή. Πάντα περιμένει «το κοντινό της». Στα δίχτυα της πέφτει ένας νεαρός άνεργος σεναριογράφος, ο οποίος αρχικά βρίσκει προστασία δίπλα στην πλούσια ηλικιωμένη γυναίκα, σταδιακά όμως βουλιάζει κι εκείνος στον πάτο των χολιγουντιανών ονείρων.
Αν είστε από εκείνους που πιστεύουν ότι στο τέλος όλα θα πάνε καλά, μάλλον δεν έχετε δει ποτέ τη «Λεωφόρο της Δύσης». Αν θέλετε να συνεχίσετε να το πιστεύετε, μην τη δείτε ούτε τώρα.
Μια ταινία που ξεκινά με το πτώμα του ήρωα να επιπλέει σε μια πισίνα και καταλήγει με την ηρωίδα να είναι «έτοιμη για το κοντινό της πλάνο», σε ένα από τα πιο συγκλονιστικά φινάλε του σινεμά, δεν μπορεί παρά να ποδοπατήσει τις ψευδαισθήσεις ακόμη και του πλέον αισιόδοξου θεατή.
Κι αν το χολιγουντιανό σκηνικό και η ιστορία που λαμβάνει χώρα στο στομάχι της βιομηχανίας του σινεμά, ίσως σας κάνει να σκεφτείτε πως πρόκειται για μια ταινία για «εσωτερική κατανάλωση», κάθε αμφιβολία σας θα διαλυθεί όταν η συναρπαστική αφήγηση του Μπίλι Γουάιλντερ και η μαγνητική ερμηνεία της Γκλόρια Σουάνσον, αρχίσουν να σας τραβούν σα ρουφήχτρα στον πιο σκοτεινό βυθό μιας αλήθειας επώδυνα γνώριμης.
Από την αρχή ως το τέλος, το φιλμ του Γουάιλντερ ακροβατεί ανάμεσα στο γκροτέσκο και την αφοπλιστική συγκίνηση, ανάμεσα στο δράμα και τη σκληρόκαρδη, κυνική σάτιρα, ανάμεσα στον τρόμο μιας τραγωδίας και στη φρίκη της γελοιότητας.
Μια ισορροπία τόσο δύσκολη που δεν σου αφήνει καμιά άλλη αντίδραση από την ολοκληρωτική παράδοση στο ταχυδακτυλουργικό κατόρθωμα του Γουάιλντερ, που σε αναγκάζει να αναγνωρίσεις κάτι από τον εαυτό σου, στα άκρα όπου κατοικούν οι ήρωές του, που μετουσιώνει την camp υπερβολή σε αριστοτεχνικό, εύθραυστο κινηματογραφικό κομψοτέχνημα.
Η «Λεωφόρος της Δύσης» ήταν μια ταινία τολμηρή στην εποχή της και παραμένει τέτοια ακόμη και σήμερα. Οχι μόνο γιατί κατόρθωσε να τραβήξει σε κοντινό πλάνο τη λιγότερο κολακευτική πλευρά του ίδιου του Χόλιγουντ, αλλά γιατί μοιάζει με καθρέφτη που τολμά να πει την αλήθεια για όλα τα ψέμματα που θέλουμε να λέμε και να πιστεύουμε.
Και μας αναγκάζει να τον κοιτάξουμε.