Η Ρωσία του σήμερα, με τον ισχυρό εθνικισμό και το ισχυρό εθνικό, κρατικώς εγκεκριμένο, σινεμά και... το σινεμά του χτες, συνδέονται σ' αυτό το mainstream μελόδραμα που, τουλάχιστον, προσφέρει ενδιαφέροντα στοιχεία για τη σοβιετική συμβολή στον Β' Παγκόσμιο και το υπέρογκο τίμημά της.
Το έτος είναι 1945, μια ανάσα από τη λήξη του πολέμου και οι συμμαχικές δυνάμεις συγκεντρώνονται στη μικρή πόλη της Νυρεμβέργης για ένα στρατοδικείο που θα μείνει στην Ιστορία. Στο εδώλιο οι επικεφαλής του Τρίτου Ράιχ, κατηγορούμενοι για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Η πόλη βρίσκεται σε τρομερή αναταραχή, οι κατήγοροι αγωνιούν να στοιχειοθετήσουν τη θηριωδία, ενώ η κατασκοπεία αλλά και η συνωμοσία οργιάζουν, με ολοζόντανες τις ομάδες Γερμανών ναζιστών που λειτουργούν υπογείως. Ο νεαρός, όμορφος Ρώσος στρατιώτης Ιγκορ δουλεύει ως μεταφραστής, όμως πραγματικά αναζητά ίχνη του αδελφού του που αγνοείται από το 1942. Προσπαθώντας να τελέσει το στρατιωτικό καθήκον του, αλλά και να βρει τον Νικολάι, ο Ιγκορ θα πέσει στον έρωτα μιας αθώας Ρωσίδας που, καταλαβαίνουμε εμείς, εμπλέκεται με μια φράξια Γερμανών εθνικιστών που θέλει ν' αποτρέψει τη δίκη. Τι απ' όλα θα προλάβει να χειριστεί ο Ιγκορ και με πόσους να τα βάλει;
Σαν τα «τρικάσετα», τις μίν-σειρές εποχής που νοικιάζαμε από τα βίντεο κλαμπ στα '80ς, αυτή εδώ η «Νυρεμβέργη» προσφέρει έναν συνδυασμό love story, θανατικού, αγωνίας, μεγάλων δυνάμεων και μικρών σκηνών δράσης, με μπόλικο μπάτζετ αλλά όχι μεγάλη τέχνη στη σκηνοθεσία τους. Οι Δίκες της Νυρεμβέργης λειτουργούν ως ντεκόρ γι' αυτά τα παθιασμένα παρακλάδια της ιστορίας, ενός παιχνιδιού ομήρων και κατασκόπων και ναζιστικής φρίκης με δακρύβρεχτο αλλά happy φινάλε, βγαλμένο μέσα από τις φλόγες της καταστροφής.
Εάν το φιλμ παρουσιάζει κάποιο ενδιαφέρον, αυτό έγκειται στο ότι τα πράγματα προσεγγίζονται από τη σοβιετική πλευρά, με έμφαση όχι μόνο στην απώλεια 27 εκ. Σοβιετικών στον πόλεμο, αλλά και στην εντυπωσιακή ρητορεία τού Σοβιετικού δημόσιου κατήγορου, Ρομάν Ρουντένκο, που, στην πορεία τής Ιστορίας... χάθηκε στη μετάφραση.