Οχι ακριβώς μια τυπική βιογραφία της Γκρέις Κέλι, αφού δεν περιγράφει ούτε την γνωριμία της με τον Ρενιέ, ούτε την ζωή της πριν από αυτόν και κυρίως ούτε φυσικά τον θάνατό της, το φιλμ επικεντρώνεται σε μια περίοδο της ζωής τους, το 1962, όταν o Αλφρεντ Χίτσκοκ την επισκέπτεται και της προτείνει έναν ρόλο στην «Marnie» και περίπου την ίδια περίοδο το πριγκιπάτο αντιμετωπίζει την επιθετική στάση του προέδρου της Γαλλίας Σαρλ Ντε Γκολ, που θέλοντας να ξεπεράσει το φιάσκο του πολέμου της Γαλλίας με την Αλγερία, επιζητά να επιβάλει φόρους στο Μονακό και τις επιχειρήσεις που βρίσκουν εκεί φορολογικό καταφύγιο. Πώς στέκεται δίπλα στον άντρα της η Γκρέις του Μονακό;
Μπορεί το «Ζωή σαν Τριαντάφυλλο», η ταινία του Ολιβιέ Νταάν για την Εντίτ Πιαφ να έδειξε τον σωστό τρόπο να κάνεις μια κινηματογραφική βιογραφία και να χάρισε το οσκαρ στην Μαρίον Κοτιγιάρ, αλλά αντίστοιχα κατορθώματα μοιάζουν δύσκολο να επαναληφθούν με το «Grace of Monaco».
Μπορεί η ζωή της Γκρέις Κέλι, βραβευμένης με οσκαρ πρωταγωνίστριας του Χόλιγουντ που εγκατέλειψε την ηθοποιία για να παντρευτεί τον πρίγκηπα Ρενιέ του Μονακό, να περιγράφεται με λέξεις όπως «μυθιστορηματική», αλλά δυστυχώς αυτή εδώ η εκδοχή της δεν είναι προορισμένη να γράψει κινηματογραφική ιστορία.
Το φιλμ του Νταάν είναι αναμφίβολα πλούσιο, καλογυρισμένο και λαμπερό, αλλά την ίδια στιγμή είναι επίπεδο, επιφανειακό, σχεδόν βαρετό, σαν ένα λουσάτο μα αδιάφορο φωτορομάντζο που προσπαθεί να είναι τα πάντα, από οικογενειακό δράμα μέχρι σχεδόν ταινία κατασκοπίας δίχως να αριστεύει σε κανέναν τομέα.
Οχι ακριβώς μια τυπική βιογραφία αφού δεν περιγράφει ούτε την γνωριμία της Γκρέις με τον Ρενιέ, ούτε την ζωή της πριν από αυτόν και κυρίως ούτε φυσικά τον θάνατό της, το φιλμ επικεντρώνεται σε μια περίοδο της ζωής τους, το 1962, όταν o Αλφρεντ Χίτσκοκ επισκέπτεται την Κέλι και της προτείνει έναν ρόλο στην «Marnie» και περίπου την ίδια περίοδο το πριγκιπάτο αντιμετωπίζει την επιθετική στάση του προέδρου της Γαλλίας Σαρλ Ντε Γκολ, που θέλοντας να ξεπεράσει το φιάσκο του πολέμου της Γαλλίας με την Αλγερία, επιζητά να επιβάλει φόρους στο Μονακό και τις επιχειρήσεις που βρίσκουν εκεί φορολογικό καταφύγιο.
Αυτά τα ιστορικά αληθή, μα μυθοπλαστικά παραφουσκωμένα γεγονότα, αποτελούν το υπόβαθρο πάνω στο οποίο χτίζεται το φιλμ, ένα σχεδόν αγιογραφικό πορτρέτο της Γκρέις που βάζει υπέρ πάντων τα κοντινά της πλάνα και το δικό της δράμα (όχι και τόσο τραγικό όπως τουλάχιστον παρουσιάζεται στην οθόνη), κρατώντας τους υπόλοιπους χαρακτήρες, από τον ίδιο τον Ρενιέ, μέχρι τον Ντε Γκόλ, τον Αριστοτέλη Ωνάση και την Μαρία Κάλας στο πεδίο της σχηματικής καρικατούρας.
Παρ΄όλα όσα συμβαίνουν στην διάρκεια του φιλμ όμως, παρά τις δραματικές κορυφώσεις, τις πολιτικές ίντριγκες και τα προσωπικά και οικογενειακά διλλήματα, τίποτα στ΄αλήθεια δεν κατορθώνει να σε αγγίξει. Και σε μια ταινία που δεν έχει λίγους καλούς ηθοποιούς στο κάστ της, η Κίντμαν είναι η μόνη που μένει έστω και για λίγο στο μυαλό σε μια ερμηνεία που δυστυχώς υπονομεύεται από ένα ανόητο, εξωφρενικά συμβατικό και άτσαλο σενάριο.
Στην πραγματικότητα οι θεατές είναι πιθανότερο να νιώσουν κάτι βαθύτερο χαζεύοντας τα υπέροχα σκηνικά, τα κοστούμια, τα θεαματικά πλάνα του Μονακό και τα απαστράπτοντα κοσμήματα, παρά προσπαθώντας να ταυτιστούν με τους χαρακτήρες.