Το όνομα του Captain America κουβαλά μια βαριά ιστορία στις πλάτες του, τόσο στα κόμικς της Marvel όσο και στο MCU. Είναι το απόλυτο σύμβολο ηρωισμού, αυτοθυσίας και υπεράσπισης των αδύναμων. Είναι μια υπενθύμιση ότι η πραγματική δύναμη δεν βρίσκεται στη σωματική ικανότητα, αλλά στην ακεραιότητα, το θάρρος και την πίστη σε ένα ανώτερο ιδανικό. Και ο Στιβ Ρότζερς έδειξε, με εξέχουσα υπερηφάνεια, πως δεν κάνει η στολή τον άνθρωπο, αλλά ο άνθρωπος τη στολή.
Μία κληρονομιά που δύσκολα μπορεί να ξεπεραστεί, πόσο μάλλον να αλλάξει χέρια. Πώς μπορεί να θεωρήσει τον εαυτό του ικανό να ανταπεξέλθει στις απαιτήσεις ενός τέτοιου ρόλου; Και όταν ο ρόλος αυτό πέρασε στα χέρια του Σαμ Γουίλσον (γνωστός μέχρι πρότινος ως Falcon), εκείνος έγινε όχι απλώς ένας ακόμα αντικαταστάτης, αλλά μια εντελώς διαφορετική εκδοχή του συμβόλου αυτού, προσαρμοσμένη σε έναν κόσμο που είναι πιο περίπλοκος και διχασμένος από ποτέ.
Διαβάστε ακόμη: Οι 9 άξιοι διάδοχοι του Στιβ Ρότζερς στον ρόλο του Captain America
Μετά τη συνάντησή του με τον νεοεκλεγέντα πρόεδρο των Η.Π.Α., Θάντεους Ρος, ο Σαμ Γουίλσον βρίσκεται στη μέση ενός διεθνούς επεισοδίου. Πρέπει να ανακαλύψει την αιτία πίσω από μια μοχθηρή παγκόσμια συνωμοσία προτού ο πραγματικός εγκέφαλος πίσω από όλα κάνει ολόκληρο τον κόσμο να δει τα πάντα κόκκινα.
Ο σκηνοθέτης Τζούλιους Ονα («Το Παράδοξο του Cloverfield» του Netflix) φέρνει ένα πιο ρεαλιστικό και πολιτικά φορτισμένο ύφος, σε αντίθεση με τις πιο καθαρές, πατριωτικές αφηγήσεις που είδαμε στις προηγούμενες ταινίες του Captain America. Με τίτλο «Θαυμαστός Καινούργιος Κόσμος» επιχειρεί να ισορροπήσει ανάμεσα σε μια κατασκοπική περιπέτεια γεμάτη δράση και σε ένα κοινωνικό δράμα που εξετάζει τη θέση του ήρωα σε μια περίοδο πολιτικής και ηθικής αβεβαιότητας.
Η απόφαση να παρουσιάσουν έναν Captain America χωρίς υπερδυνάμεις είναι τολμηρή και εν μέρει λειτουργεί υπέρ της ταινίας. Ο Σαμ Γουίλσον δεν έχει τον ορό του υπερστρατιώτη που έκανε τον Στιβ Ρότζερς έναν σχεδόν άτρωτο πολεμιστή. Αντίθετα, η δύναμή του πηγάζει από τις αρχές του, την ευφυΐα του και την ικανότητά του να προσαρμόζεται στις καταστάσεις. Αυτό τον κάνει έναν πιο γειωμένο ήρωα, αλλά ταυτόχρονα εγείρει ένα πρόβλημα, το πώς μπορεί να σταθεί απέναντι σε απειλές κοσμικής ή υπεράνθρωπης κλίμακας;
Αν και προσπαθεί να δώσει μια απάντηση μέσα από πιο στρατηγική δράση και πολιτικό παιχνίδι, ο Ονα δεν καταφέρνει να πετύχει αυτή την λεπτή ισορροπία που χρειάζεται για να κάνει την ταινία πραγματικά συναρπαστική όπως είχαν πετύχει με έναν υπέροχο τρόπο τα αδέρφια Ρουσό στο «Captain America 2: Ο Στρατιώτης Του Χειμώνα». Ενώ υπάρχουν στιγμές που η ταινία καταφέρνει να κάνει ουσιαστικά σχόλια για τον σύγχρονο κόσμο, σε άλλα σημεία φαίνεται να χάνει τη συνοχή της, προσπαθώντας κυρίως να ικανοποιήσει το blockbuster κοινό της Marvel, καλύπτοντας αρκετά επιδερμικά τα όποια στοιχεία κατασκοπικού θρίλερ και μιας πιο «εγκεφαλικής» περιπέτειας, με τους υπερβολικά επεξηγηματικούς διάλογους και τα αναμενόμενα κλισέ να κάνουν την αφήγηση πιο προβλέψιμη απ’ ό,τι θα έπρεπε να είναι.
Ακόμα και ο οπτικά όμως αυτός ο καινούργιος κόσμος δεν είναι και τόσο θαυμαστός όσο θα περίμενες κάποιος, μιας και πρόκειται για μια τυπική παραγωγή της Marvel. Οι σκηνές δράσης είναι καλοσκηνοθετημένες και ο τρόπος που κινηματογραφούνται οι εναέριες μάχες του Σαμ Γουίλσον αξιοποιεί στο έπακρο τις ικανότητές του, χωρίς όμως να καταφέρνει να ξεχωρίσει από οποιαδήποτε άλλη ταινία του MCU. Η Marvel έχει αναπτύξει μια συγκεκριμένη αισθητική γλώσσα που, ενώ είναι λειτουργική, έχει όντως αρχίσει να κουράζει κάπως και να γίνεται επαναλαμβανόμενη.
Πάντως ο Αντονι Μακί, ο οποίος επιστρέφει στον ρόλο του Σαμ Γουίλσον, καταφέρνει εδώ να βρει τη φωνή του, με μια ώριμη και πιο σοβαρή προσέγγιση στον χαρακτήρα του. Σε αντίθεση με τον πιο χαλαρό, γεμάτο χιούμορ χαρακτήρα που είδαμε στις προηγούμενες ταινίες και στη σειρά «The Falcon and the Winter Soldier», εδώ βλέπουμε έναν ήρωα που αισθάνεται το βάρος της ευθύνης στους ώμους του, δείχνοντάς τον να είναι αποφασισμένος, αλλά και γεμάτος αμφιβολίες, κάνοντάς τον έτσι έναν από τους πιο ανθρώπινους χαρακτήρες του MCU.
Από την άλλη ο Χάρισον Φορντ, στον ρόλο του Προέδρου Θάντεους - Thunderbolt - Ρος, (ο οποίος αντικατέστησε τον Γουίλιαμ Χαρτ μετά τον θάνατό του) είναι ένα από τα μεγαλύτερα ατού της ταινίας. Η παρουσία του προσθέτει κύρος και βάθος στο πολιτικό κομμάτι της ιστορίας, με τον Φορντ να υποδύεται έναν ηγέτη που βρίσκεται σε ένα ηθικά γκρίζο πεδίο, αν και ο ρόλος του θα μπορούσε να είχε περισσότερη ανάπτυξη, με την ταινία να μην του δίνει αρκετό χρόνο να εμβαθύνει στον χαρακτήρα του.
Παρόλ' αυτά όμως ο νέος «Captain America», ήδη από τον τίτλο του, μας υποσχέθηκε να μας εισάγει σε έναν «θαυμαστό καινούργιο (κινηματογραφικό) κόσμο». Εναν κόσμο που ίσως σήμαινε την αναγέννηση του MCU, ειδικά ύστερα από τις αδιάφορες προσπάθειες, μετά και το «Τελευταία Πράξη», να το πετύχει κάποιος. Ομως αυτή του την υπόσχεση, όσο και αν προσπάθησε, όσο κι αν ήταν τίμιο το εγχείρημα αυτό, δεν κατάφερε να την κρατήσει στο τέλος. Κι αυτό από μόνο του είναι κάπως αποκαρδιωτικό.