Γεννημένος στο Λίβανο, με σπουδές κινηματογράφου στην Αμερική και μια περίοδο συνεργασίας με τον Κουέντιν Ταραντίνο στο συνεργείο των πρώτων ταινιών του που ο ίδιος προτιμά να μην αναφέρει πολύ, ο Ζιάντ Ντουεϊρί έχει υπογράψει τρεις ταινίες μέχρι σήμερα, με πιο γνωστή το γυρισμένο στη Γαλλία «Lila dit ça». Η «Επίθεση» είναι με διαφορά το πιο φιλόδοξο φιλμ του μέχρι σήμερα και αναμφίβολα αυτό που προκάλεσε τις μεγαλύτερες αντιδράσεις.
Η ιστορία ενος Παλαιστινίου γιατρού στο Ισραήλ του οποίου η γυναίκα σκοτώνει 17 ανθρώπους σε μια επίθεση αυτοκτονίας, είναι εκ προοιμίου ένα θέμα προορισμένο να ταράξει τα αισθήματα όχι μόνο των θεατών της περιοχής. Ο Νουεϊρί μας μίλησε για τον τρόπο που προσέγγισε το φιλμ, για την αναμφίβολη πολιτική του πλευρά και για το αν το σινεμά οφείλει ή όχι να κρατά ισορροπίες.
Τι ήταν αυτό που σας έκανε να θελήσετε να μεταφέρετε το βιβλίο του Γιασμίνα Χάντρα (ο συγγραφέας είναι άνδρας αλλά γράφει με γυναικείο ψευδώνυμο) στο σινεμά; Ηταν ανέκαθεν στα ενδιαφέροντά σας μιας ταινία πάνω στην διαμάχη των Παλαιστινίων και του Ισραήλ, ή ήταν το βιβλίο που σας κέντρισε το ενδιαφέρον και σας ώθησε να πείτε αυτή την ιστορία;
Το βιβλίο του Γιασμίνα είναι αναμφίβολα πολύ δυνατό. Αγγίζει κατά τη γνώμη μου μερικά από τα βαθύτερα επίπεδα της ανθρώπινης αναζήτησης. Είναι επίσης ένα βιβλίο εξαιρετικά καλογραμμένο, δομημένο με έναν εξαιρετικό τρόπο. Η αγωνία διατρέχει την ιστορία του από την αρχή μέχρι το τέλος. Βρήκα συναρπαστικές της σκηνές της ανάκρισης του κεντρικού ήρωα, όπως επίσης και το γεγονός ότι δίνει σε όλες τις πλευρές την δυνατότητα να εκφραστούν. Φυσικά το Παλαιστινιακό ειναι ένα θέμα που γνωρίζω καλά. Μεγάλωσα στον Λίβανο και η ιστορία της χώρας μου είναι τόσο έντονα συνδεδεμένη με αυτή τη σύγκρουση.
Και είναι ένα θέμα που μοιάζει εξ αρχής ικανό να δημιουργήσει εντάσεις, αφού όλοι μοιάζουν να έχουν έντονες απόψεις γι αυτό. Και υποθέτω το ίδιο ισχύει και για εσάς. Πως προσεγγίσατε την ιστορία. Πόσο εύκολο ήταν να είστε αντικειμενικός;
Η ταινία δίνει την εντύπωση ενός αντικειμενικού φιλμ, αλλά στην πραγματικότητα, η αντικειμενικότητα είναι κάτι που δεν υφίσταται. Το να δείχνεις τις απόψεις και των δύο πλευρών δεν σημαίνει ότι είσαι αντικειμενικός. Στην διάρκεια της συγγραφής του σεναρίου, ο Ζοέλ Τουμά ο συν σεναριογράφος μου κι εγώ, αποφασίσαμε να διασκευάσουμε το βιβλίο, δίχως να λάβουμε υπόψιν μας τις ευαισθησίες οποιασδήποτε ομάδας ανθρώπων. Ειδάλλως θα καταλήγαμε να έχουμε στα χέρια μας ένα φιλμ που να προσπαθεί να κρατήσει ισορροπίες. Και δεν ήταν καθόλου αυτό που θέλαμε. Θέλαμε να δείξουμε πως έχει η κατάσταση στ΄ αλήθεια. Κι αυτό σήμαινε ότι και οι δυο πλευρές θα είχαν την δική τους εκπροσώπηση. Μπορεί να προτιμούμε τη μια άποψη, ή την άλλη, αλλά όταν τοποθετείς δυο αντίπαλες δυνάμεις την μια απέναντι στην άλλη, τότε δημιουργείς δράμα. Ο τρόπος που προσεγγίσαμε το σενάριο ήταν αυτός ακριβώς. Ο ήρωας, πρέπει τελικά να αντιμετωπίσει μια άλλη «αλήθεια» από αυτή που ασπάζεται. Ακόμη και οι κατακτητές, οι καταπιεστές, έχουν την δική τους «αλήθεια». Υπήρξαν άνθρωποι από τον Αραβικό κόσμο που μας κατηγόρησαν ότι είμαστε απολογητικοί απέναντι στους Ισραηλινούς. Αυτά είναι ανοησίες. Επέλεξαν να δουν μια δυο σκηνές στο φιλμ έξω από την συνολική εικόνα του. Ναι, αν διαλέξεις μια σκηνή μπορείς να καταλήξεις σε οποιοδήποτε συμπέρασμα θέλεις, αλλά μια ταινία είναι φτιαγμένη για να βλέπεται στην ολότητά της. Αυτή η σύγκρουση είναι γεμάτη πάθη και ταμπού οπότε μοιραία, δεν μπορείς να τους ικανοποιήσεις όλους.
Φοβηθήκατε ποτέ για το τι είδους αντιδράσεις θα μπορούσε να γεννήσει η ταινία; Πως ήταν μέχρι τώρα η πορεία του φιλμ σε διαφορετικές χώρες; Και τι συμβαίνει στο Ισραήλ; Το φιλμ έχει ή πρόκειται να προβληθεί εκεί;
Δεν με ενδιέφερε πώς θα αντιδρούσαν οι άνθρωποι όσο έκανα την ταινία. Οταν γράφεις ένα σενάριο ή όταν γυρίζεις ένα φιλμ νοιάζεσαι κυρίως πως θα την κάνεις ενδιαφέρουσα, συναρπαστική. Αλλά ήξερα για παράδειγμα ότι όταν γράφαμε μια σκηνή στην οποία ο ήρωας βλέπει ένα γκράφιτι με τις λέξεις «ground zero» σε έναν σωρό ερείπια στη Τζενίν, πως αυτό ήταν κάτι που θα ενοχλούσε τους Αμερικάνους παραγωγούς. Αλλά γράψαμε την σκηνή στο σενάριο ούτως ή άλλως. Και καταλήξαμε να απολυθούμε. Θυμάμαι στην προβολή του φιλμ στο Τελιουράιντ, κάποιος με βρήκε και μου είπε «οι γονείς μου επιβίωσαν από το ολοκαύτωμα. Μεγάλωσα σκεπτόμενος πάντα υπέρ του Ισραήλ και τώρα φεύγω προβληματισμένος από την ταινία σας. Δεν πίστευα ποτέ ότι ένας τρομοκράτης μπορεί να έχει οποιαδήποτε άποψη που να στέκεται στην κριτική. Εξακολουθώ να μην το πιστεύω, αλλά έχοντας δει το φιλμ, δεν μπορώ παρά να έχω ερωτηματικά». Στο Μαρόκο και το Ντουμπάι, όπου το φιλμ προβλήθηκε σε αραβικό κοινό, κάποιοι με κατηγόρησαν ότι τοποθετώ τους καταπιεστές (τους Εβραίους) και τους καταπιεσμένους (τους Παλαιστίνιους) στο ίδιο επίπεδο. Μια από τις αγαπημένες μου ταινίες πάνω σε αυτό το θέμα είναι το «Ajami». Είναι ένα από τα καλύτερα φιλμ πάνω σε αυτή την διαμάχη, γιατί δείχνει την κάθε πλευρά με τη δική της αλήθεια. Είναι επίσης μια ταινία που δέχτηκε επιθέσεις κι από τις δύο πλευρές, αλλά είχε επιτυχία. Οσο για την «Επίθεση», θα προβληθεί στο Ισραήλ το ερχόμενο καλοκαίρι. Εχω μεγάλη περιέργεια να δω πως θα αντιδράσει το κοινό. Αστειεύεστε; Με τον Αλί Σουλιμάν έναν αραβικής καταγωγής ηθοποιό να πρωταγωνιστεί και την Εβραία Ρεμόντε Αμσελέμ να υποδύεται μια βομβιστή; Δεν μπορώ να περιμένω.
Πόσο εύκολο ήταν να βρείτε χρηματοδότηση για να κάνετε το φιλμ;
Σε ένα πρώιμο στάδιο της παραγωγής, ένα αμερικάνικο στούντιο που δεν μπορώ να ονοματίσω εξ΄αιτίας του συμβολαίου που είχαμε υπογράψει είχε αναλάβει την παραγωγή. Οπως σας είπα πιο πάνω, κάποια στιγμή μας απέλυσαν και πήραν την ταινία από τα χέρια μας. Αυτό συνέβη το 2007 και παρότι θελήσαμε να μάθουμε το γιατί, κανείς δεν μας έλεγε οτιδήποτε. Χρόνια αργότερα μάθαμε το λόγο: Θεωρούσαν ότι η ταινία είναι υπερβολικά υπέρ των Παλαιστινίων για το αμερικάνικο κοινό και υπερβολικά υπέρ των Ισραηλινών για το ευρωπαϊκό. Οτι κι αν σήμαινε αυτό ξέραμε ότι βρισκόμαστε στον σωστό δρόμο. Οταν αναζητήσαμε χρηματοδότηση στην Ευρώπη, η Γαλλία και η Γερμανία μας αρνήθηκε επίσης, πιθανότατα για τον ίδιο λόγο. Με εξέπληξε όταν το Arte απέρριψε την ταινία. Οπως και το Font Sud στη Γαλλία. Τελικά βρήκαμε ένα μέρος των χρημάτων από το Κατάρ, το οποίο όμως μας ζήσετε στο τέλος να αφαιρέσουμε το όνομά του από το φιλμ. Και κάπως έτσι, καταλήξαμε να γυρίσουμε την ταινία με το ένα τρίτο των χρημάτων που θα χρειαζόταν.
Κάνατε γυρίσματα τόσο στο Ισραήλ όσο και στην Παλαιστίνη. Πως ήταν η εμπειρία δεδομένου του θέματος του φιλμ;
Ολα κύλησαν άψογα στα γυρίσματα τόσο στο Ισραήλ όσο και στην Παλαιστίνη. Ολοι ήθελαν να κάνουμε αυτή την ταινία. Οι αρχές της Παλαιστίνης στη Ναμπλούς, μας έδωσαν μάλιστα την άδεια να γυρίσουμε σε δύο τζαμιά. Το μόνο που ήθελαν ήταν να μην δείξουμε την παλαιστινιακή πλευρά με αρνητικό τρόπο, αλλά δεν μας ζήτησαν καν να διαβάσουν το σενάριο. Βεβαίως, λάβετε υπόψιν, ότι οι άνθρωποι που ασχολούνται με τις τέχνες έχουν συχνά έναν διαφορετικό τρόπο να βλέπουν τα πράγματα. Πάντως τόσο οι Παλαιστίνιοι όσο και οι Ισραηλινοί υπήρξαν εξαιρετικοί επαγγελματίες. Αυτό είναι κάτι που δεν μπορώ να το αρνηθώ.
Η ταινία μιλά για την σύγκρουση, αλλά όχι μόνο γι αυτό. Μιλά επίσης για κάτι πιο εσωτερικό, Για την σχέση ενός ζευγαριού. Πόσο εύκολο ήταν να βρείτε την ισορροπία ανάμεσα στα δύο;
Για μένα, αυτή είναι η βασική ιστορία του φιλμ. Η ερωτική ιστορία του ζευγαριού. Και σε αυτή επικεντρωθήκαμε από την αρχή. Από το σενάριο ώς τα γυρίσματα και το μοντάζ, θέλαμε να φέρουμε αυτή την πλευρά της ιστορίας στο προσκήνιο και να τοποθετήσουμε την σύγκρουση σε δεύτερο πλάνο.
Τι θα θέλατε να πάρουν οι θεατές από το φιλμ; Ποια θα ήταν κατά τη γνώμη σας μια ιδανική αντίδραση;
Δεν θα ήθελα τίποτα παραπάνω και τίποτα λιγότερο απ΄ ότι εύχεται κάθε σκηνοθέτης: Οι θεατές να απολαύσουν, να ευχαριστηθούν την ταινία που κάναμε.
Με τους ηθοποιούς του στο φεστιβάλ του Σαν Σεμπαστιάν
Tags: Η επίθεση, ζιάντ ντουεϊρί