«Ο Αννίβας Προ των Πυλών», προέκυψε όπως λέει η Ελισάβετ Χρονοπούλου, από μια εικόνα, «ένα κορίτσι να ιππεύει δίχως σέλα μέσα στο ατέλειωτο εργοτάξιο που ήταν τα Μεσόγεια λίγο πριν τους Ολυμπιακούς αγώνες, μια εικόνα που μου είχε καρφωθεί στο μυαλό, αλλά που αρχικά δεν ήξερα τι να την κάνω» λέει. Γεννήθηκε επίσης, απόλυτα ταιριαστά για τις μέρες που ζούμε, από μια φράση του υποψήφιου πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή λίγο πριν τις εκλογές του 2004, που περιέγραφε μέσα σε λίγες λέξεις τη δική του, ψευδή όπως περίτρανα αποδείχθηκε, εκδοχή του ελληνοποιημένου αμερικάνικου ονείρου. «Αρκούν το ταλέντο, η τιμιότητα, η σκληρή προσπάθεια, για το «happy end» στην πραγματική ζωή;», αναρωτήθηκε η Ελισάβετ, χτίζοντας μια ιστορία για ένα κορίτσι που έχει μεγαλώσει ανάμεσα στα άλογα, αλλά όχι πάνω σ αυτά και που δοκιμάζει να κυνηγήσει ένα τρελό όνειρο, που βρίσκεται πέρα -όχι από τις δυνάμεις της- αλλά από όσα οι συνθήκες της επιτρέπουν να φτάσει.
«Πήρα ένα κορίτσι που έχει ένα εξαιρετικό ταλέντο σε κάτι, συγκεκριμένα στην ιππασία, και είναι αφοσιωμένο σ αυτό, αλλά που οι συνθήκες της ζωής της δεν την ευνοούν, και το ακολούθησα για να δω τι θα γίνει. Θα γίνει πρωταθλήτρια; Γιατί η αλήθεια είναι, ότι, αν γεννηθείς σε ένα περιβάλλον που σε ευνοεί να πας στο Χάρβαρντ κι έχεις τις ικανότητες, ναι είναι πολύ πιθανόν να γίνεις πρωθυπουργός της Ελλάδας. Αν όμως οι συνθήκες δεν σου επιτρέπουν ούτε να τελειώσεις το δημοτικό; Θα τα καταφέρεις;»
Ο χώρος της ιππασίας στον οποίο τοποθετείται η ιστορία του «Αννίβα προ των Πυλών», δεν έχει να κάνει μόνο με εκείνη την πρώτη εικόνα που άναψε την σπίθα της ταινίας, ούτε απλά με το γεγονός ότι η ίδια η Ελισάβετ ασχολιόταν με το άθλημα για αρκετά χρόνια, αλλά κυρίως με το ότι όπως λέει «είναι μια μικρογραφία της κοινωνίας. Το άθλημα είναι διαρθρωμένο έτσι, ώστε ξεχωρίζεις εύκολα τις τάξεις. Υπάρχουν οι σταβλίτες, οι προπονητές και οι αθλητές, που συνήθως αυτά τα τρία, εκπροσωπούν τρεις διαφορετικές τάξεις. Δηλαδή, είναι η εργατική τάξη, η μέση τάξη--που είναι οι προπονητές και είναι και η άρχουσα τάξη, που είναι οι αθλητές, γιατί, για να κάνεις αυτό το άθλημα, χρειάζεσαι ένα άλογο, πάρα πολύ ακριβό».
Ο βασικός ανδρικός ρόλος σε μια τέτοια ιστορία, αυτός ενός προπονητή, έμοιαζε να έχει από την αρχή τον ιδανικό πρωταγωνιστή του. Ο Γιάννης Κοκιασμένος, ο εξαιρετικός ηθοποιός της «Στρέλλας», του «Μαραθώνιου» και φυσικά του «Ενα τραγούδι δε Φτάνει», δεν είναι απλά προπονητής ιππασίας, αλλά και σύζυγος της Ελισάβετ, αλλά όπως λέει η ίδια «όταν δουλεύουμε μαζί συμβαίνει η απόλυτη αποστασιοποίηση. Δεν είναι ο Γιάννης είναι ένας ηθοποιός».
Κι αν για τον Γιάννη Κοκιασμένο η Ελισάβετ δεν χρειάστηκε να ψάξει πολύ, για τους υπόλοιπους ρόλους και ειδικά αυτόν της νεαρής πρωταγωνίστριας της, τα πράγματα υπήρξαν πολύ πιο δύσκολα. «Το σκεφτόμουν από την αρχή, πως αν δεν βρεθεί αυτό το κορίτσι που θα παίξει τη Χαρά, η ταινία δεν θα γίνει. Και ο τρόπος που βρέθηκε ήρθε να επιβεβαιώσει αυτό που πιστεύω, ότι οι ταινίες μας ανεξάρτητα από το αν έχεις χρήματα ή όχι, γίνονται και με τους φίλους μας, τους ανθρώπους που σε πιστεύουν και συντονίζονται στ όνειρό σου. Ενας πολύ καλός μου φίλος λοιπόν είναι ο Παντελής Παγουλάτος, σκηνοθέτης, που όμως κάνει και casting τα τελευταία χρόνια. Δουλεύαμε μαζί για ένα σήριαλ, αλλά ο Παντελής είχε πάντα στο μυαλό του τον «Αννίβα». Κι εκεί, δυο χρόνια πριν ξεκινήσουμε γυρίσματα για το φιλμ, μου τηλεφώνησε κάποια στιγμή και μου είπε «την βρήκα, βρήκα τη Χαρά». Ηταν σίγουρος, ακόμη κι αν εγώ δεν ήμουν τόσο διορατική, μια στα βίντεο που μου έδειξε, δυσκολευόμουν να την δω στην Αλέξια Τερεζάκη, γιατί στην πραγματικότητα δεν μοιάζει καθόλου με τον χαρακτήρα της. Κυριολεκτικά μεταμορφώθηκε. Αυτό το χρωστάω στον Παντελή, όχι μόνο επειδή είναι πολύ καλός casting director, αλλά και για την αγάπη του, την φροντίδα του, ότι το είχε στο μυαλό του ότι ήθελε να γίνει η ταινία».
«Το ίδιο συνέβη και με την Ιζαμπέλα Κογεβίνα την δεύτερη ηρωίδα που επίσης έπρεπε να ιππεύει. Ψάξαμε πολύ. Δοκιμάσαμε αθλητές που ίσως μπορούν να παίξουν, ψάξαμε ηθοποιούς που να ξέρουν να ιππέυουν και τελικά την Ιζαμπέλα την βρήκε ο Γιάννης, ήταν μαθήτρια του. Ήταν δύσκολο. Το casting ήταν από τα πιο δύσκολα κομμάτια της ταινίας, αλλά όταν αρχίσαμε τις πρόβες σκεφτόμουν ότι δεν θα μπορούσα να έχω βρει καλύτερες ηθοποιούς για τους δυο γυναικείους ρόλους. Και το ίδιο έγινε και με την Ολγα Παππά που υποδύεται καταπληκτικά την μητέρα, και τον Νίκο Γεωργάκη φυσικά, τον οποίο θαύμαζα πάντα και τον Σαγκίρ Αχμέντ που υποδύεται τον αρχισταυλίτη».
Οσο για το μέγαλο διάστημα που μεσολάβησε ανάμεσα στο «Τραγούδι» και τον «Αννίβα» δεν είχε να κάνει με τίποτα άλλο εκτός από το «ότι έπρεπε να βιοπορίζομαι» λέει η Ελισάβετ. «Γιατί κάθε ταινία στην Ελλάδα δυστυχώς σε πάει πολύ πίσω. Δουλεύεις για να μπορείς να μαζεύεις λεφτά για να κάνεις την επόμενη. Στην ουσία ξεκίνησα να σκέφτομαι την ταινία απ όταν τελείωσα το «Ενα Τραγούδι Δε Φτάνει», αλλά στο ενδιάμεσο δούλεψα σαν μοντέρ, γύρισα δυο σίριαλ κι όταν έβρισκα χρόνο δούλευα στο φιλμ. Και φυσικά πέσαμε πάνω και σ αυτή την οικονομική συγκυρία οπότε ήταν πολυ δύσκολο να στηθεί η παραγωγή».
Ακόμη κι έτσι στο μυαλό της υπάρχει ήδη το επόμενο φιλμ που είναι αποφασιμένη να γυρίσει γρήγορα καθώς και η ιστορία του ευνοεί κάτι τέτοιο, αλλά η ίδια δεν νιώθει ότι άργησε «Οπως έχουν τα πράγματα αισθάνομαι πολύ τυχερή που έχω κάνει δυο ταινίες μέσα σε μια δεκαετία. Εχω φίλους με εξαιρετικά σενάριά που δεν έχουν κάνει καμία. Αλλά την ίδια στιγμή κάτι πολύ σπουδαίο συνέβη, με ταινίες σαν τον «Κυνόδοντα», την «Στρέλλα», το «Attenberg», τη «Χώρα Προέλευσης» και συνέβη στην Ελλάδα όχι μόνο σ εμάς τους κινηματογραφιστές. Είναι λογικό να σου ανοίγει λίγο τα φτερά, κάπως σε εμψυχώνει, σου δίνει μια αισιοδοξία. Λες, να που στην Ελλάδα μπορεί να μας περιφρονούν, αλλά κάπου έξω δεν μας περιφρονούν τόσο...».
«Ο Αννίβας προ των Πυλών» θα κάνει την πρώτη του προβολή τον Σεπτέμβριο στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας Νύχτες Πρεμιέρας Conn-X.
Tags: ελισάβετ χρονοπούλου, Αννίβας, ο αννίβας προ των πυλών, Γιάννης Κοκιασμένος, Αλεξία Τερεζάκη, Ιζαμπέλα Κογιεβίνα, Νίκος Γεωργάκης, Όλγα Παππά, Σαγκίρ Αχμέτ