Άποψη

Από τα αρχεία | Προβλήματα του Ελληνικού Κινηματογράφου

of 10

Για κάθε μια μέρα του Αυγούστου, διαβάζουμε «επίκαιρα» κείμενα από το παρελθόν του ελληνικού σινεμά.

Από τα αρχεία | Προβλήματα του Ελληνικού Κινηματογράφου

Σε αντίθεση με την ταχύτητα με την οποία μεταβάλλεται η οπτικοακουστική πραγματικότητα που μας περιβάλλει, το τοπίο του ελληνικού κινηματογράφου θα παραμείνει αμετάβλητο - τίποτα δε συνηγορεί για το αντίθετο - τουλάχιστον μέχρι το τέλος της δεκαετίας που διατρέχουμε. Παρά ταύτα, η στασιμότητα αυτή περιέχει και τα θετικά σημεία που αφορούν είτε τη διατήρηση των όποιων - ας τις πούμε έτσι - κατακτήσεων του παρελθόντος είτε την ύπαρξη κάποιων φανερών σημείων επανάκαμψης, όπως π.χ. είναι η σταθεροποίηση ενός ικανοποιητικού αριθμού νέων παραγωγών που πραγματοποιεί το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου τα πρόσφατα χρόνια.

Έτσι κι αλλιώς, το μεγάλο πρόβλημα που φαίνεται ότι εξακολουθεί να αντιμετωπίζει η ελληνική ταινία είναι η αποτελεσματική διανομή στην αναζήτηση τρόπων συνάντησής της με το πολυπόθητο κοινό και φυσικά το ταμείο, μέτρο επιτυχίας μιας ταινίας αλλά και ενθάρρυνσης του δημιουργού της, αφού η υποδοχή από την κριτική έχει αποδειχτεί ότι ασκεί αμελητέα επίδραση στο όποιο κοινό (είτε θετική είτε αρνητική). Και βέβαια εδώ πρέπει να επισημανθεί, ότι υπάρχουν ταινίες της ετήσιας παραγωγής που έχουν όλα τα απαραίτητα προσόντα προκειμένου να γίνουν αποδεκτές από πολύ μεγαλύτερους αριθμούς θεατών σε σύγκριση με τα απογοητευτικά εισιτήρια που πραγματοποιούν.

Γιατί είναι γεγονός ότι η εθνική μας κινηματογραφία, η οποία έχει εγκαταλείψει εδώ και κάποια χρόνια τον ιδεολογικό πολιτικό κομφορμισμό ή την ατομιστική εσωστρέφεια αντιμετωπίζει (με το έργο που παρουσιάζει μια σειρά νέων δημιουργών, Ιδίως αυτών που αναδείχτηκαν από το πρόγραμμα Νέα Ματιά του Ε.Κ.Κ., την τρέχουσα κοινωνική πραγματικότητα και τους σύγχρονους ανθρώπους της με φρεσκάδα, γνώση και αμεσότητα. Εντούτοις, το έργο αυτό, οι συγκεκριμένες δηλαδή κάθε χρόνο ταινίες, παραμένουν άγνωστες στο κοινό εκείνο που δικαιωματικά τους ανήκει. Η μιζερη δημοσιότητα και η στενότητα στη διάθεση αιθουσας, έχουν σημαντική μερίδα ευθύνης σε μια σειρά χρονίζοντα και βέβαια όχι δυσεπίλυτα προβλήματα που συνιστούν την κινηματογραφική μας νοσηρότητα, απότοκη καιαυτή της γενικής νοσηρότητας που ταλαιπωρεί τον τόπο μας.

Ο ισχυρισμός που προαναφέρθηκε ότι τα κινηματογραφικά μας πράγματα δεν πρόκειται να μεταβληθούν σε σημαντικό χρονικό βάθος, σημαίνει κυρίως ότι οι σοβαρές εκκρεμότητες σε όλες τις φάσεις του κυκλώματος "εθνικός κινηματογράφος” (από την παραγωγή δηλαδή μέχρι τη διανομή και την αίθουσα) θα παραμείνουν χωρίς θεαματικές μεταβολές. Αλλά χωρίς ρεαλιστική και αποτελεσματική αντιμετώπιση, θα παραμείνουν και μια σειρά άλλα προβλήματα στηνπεριφέρεια μεν της παραγωγής αλλά το ίδιο καθοριστικής σημασίας για τη δική της ανάπτυξη, όπως είναι η αναβάθμιση της κινηματογραφικής παιδείας (η διαφορά των νεαρών σκηνοθετών που επιστρέφουν από σχολές του εξωτερικού, με αυτούς που τελειώνουν ημεδαπές σχολές, είναι συντριπτική), η υλοποίηση του 1,5 %, το κινηματογραφικό αρχείο, η σχέση της Πολιτείας με τα θεσμικά όργανα, όπως και η σχέση με τους κινηματογραφικούς φορείς. Προβλήματα όλα αυτά υποδομής, παραμελημένης από κοντόθωρη γραφειοκρατική αντίληψη, των οποίων όμως η αποτελεσματική αντιμετώπιση θα συντελούσε, ύστερα βέβαια από κάποιο χρονικό διάστημα, σε ουσιαστική αλλαγή προς την απαραίτητη πλέον εκσυγχρονιστική κατεύθυνση.

Έτσι κι αλλιώς, το μεγάλο πρόβλημα που φαίνεται ότι εξακολουθεί να αντιμετωπίζει η ελληνική ταινία είναι η αποτελεσματική διανομή στην αναζήτηση τρόπων συνάντησής της με το πολυπόθητο κοινό και φυσικά το ταμείο, μέτρο επιτυχίας μιας ταινίας αλλά και ενθάρρυνσης του δημιουργού της, αφού η υποδοχή από την κριτική έχει αποδειχτεί ότι ασκεί αμελητέα επίδραση στο όποιο κοινό (είτε θετική είτε αρνητική). Και βέβαια εδώ πρέπει να επισημανθεί, ότι υπάρχουν ταινίες της ετήσιας παραγωγής που έχουν όλα τα απαραίτητα προσόντα προκειμένου να γίνουν αποδεκτές από πολύ μεγαλύτερους αριθμούς θεατών σε σύγκριση με τα απογοητευτικά εισιτήρια που πραγματοποιούν.»

Στη βάση όλων των αδυναμιών βρίσκονται δύο απολύτως καθοριστικά προβλήματα, η ευθεία προσέγγιση των οποίων συνιστά προϋπόθεση επίλυσης όλων όσα αναφέρθηκαν.

Το πρώτο είναι η εξασφάλιση σταθερώνκαι ικανοποιητικών οικονομικών με την, επιτέλους, καθιέρωση πάγιου πόρου στον προυπολογισμό του ΥΠ.ΠΟ., αφού η ύπαρξη και η ανάπτυξη της κινηματογραφικής τέχνης ως πολιτιστικού προϊόντος αποτελεί υποχρέωση της Πολιτείας και όχι διαδικασία - στη λογική της φιλανθρωπίας - επιδειξης φιλοκινηματογραφικών αισθημάτων - ή και το αντίθετο - από τον εκάστοτε ΥΠ.ΠΟ. Αυτή,φυσικά, η εξασφάλιση τακτικών πόρων για την προγραμματισμένη λειτουργία του Ε. Κ.Κ., δεν αποκλείει την παράλληλη ανάπτυξη και ιδιωτικής πρωτοβουλίας στην περιοχή της παραγωγής. Άλλωστε αυτός είναι και ο αποκλειστικός σκοπός της θέσπισης του 1 ,5%.

Το δεύτερο είναι η ριζική θεσμική αναθεώρηση και η ενιαία κωδικοποίηση της μέχρι σήμερα υπάρχουσας νομοθεσίας που άμεσα ή έμμεσα αφορά τον κινηματογράφο, ελληνικό και ξένο. Έχει γίνει πλέον κατανοητό και αποδεκτό ότι ο Ν.Ι 597/86, έργο της αείμνηστης Μελίνας Μερκούρη, έχει ευδιάκριτα πλέον σημάδια γήρανσης, και συνεπώς υπάρχει απόλυτη ανάγκη αναθεώρησης προκειμένου να επαναδιατυπωθούν οι "κανόνεςτου παιχνιδιού." Τολμηρός και πλούσιος για όσα θέσπισε στην πριν δέκα χρόνια εποχή, σημαντικό μέρος του περιεχομένου του εντούτοις φάνηκε εξαρχής ανεφάρμοστο (ή φάνηκε αδύναμη η πολιτική βούληση να το εφαρμόσει), ενώ άλλα μέρη του ξεπεράστηκαν στη διαδρομή του χρόνου από τις ραγδαίες εξελιξεις που σημειώνονται στο οπτικοακουστικό, μέσα και έξω από την Ελλάδα.

Τέλος, είναι αυτή ακριβώς η εξέλιξη που έφερε στο προσκήνιο της πραγματικότητας τρόπους, αντιλήψεις και πρακτικές που μόλις πριν λίγα χρόνια ήταν άγνωστα. Οικονομική εξασφάλιση, μέσα προφανώς στη λογική των σημερινών οικονομικών συγκυριών, αλλά ταυτόχρονα και πέρα από τη ριζωμένη λογική της οικονομικής μιζέριας και ένα εκσυγχρονισμένο θεσμικό πλαίσιο άμεσης παρέμβασης αλλά και με χρονικό οριζοντα τολμηρών πρωτοβουλιών, θα έδινε στην ελληνική έβδομη τέχνη καινούργιο χρώμα, άλλη ποιότητα και ίσως άλλη δυνατότητα εκτίμησης από το ελληνικό κοινό, το πολιτιστικά ραγδαία αφελληνιζόμενο κυρίως στα στρώματα της νεολαίας.

Το τι θα μπορούσε να είναι το περιεχόμενο αυτής της θεσμικής αναθεώρησης, ίσως δοθεί η ευκαιρία να το δούμε μια επόμενη φορά.

Το κείμενο «Προβλήματα του Ελληνικού Κινηματογράφου του Δημήτρη Χαρίτου δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Καθρέφτης, Τεύχος 1, Ιούνιος 1996