Στον μικρού μήκους «Δρόμο του Κεραυνού» του 2016, ο ψυχολογικά τσακισμένος ήρωας του Τζιμ Κάμινγκς παρουσιάζει στην κηδεία της μητέρας του έναν μονόλογο που αποτελεί τόσο αποχαιρετισμό όσο και ομολογία ενός ανθρώπου που ακροβατεί ανάμεσα στην πίστη, τις αξίες του και τις βαθιές ουλές από ανομολόγητα τραύματα οικογενειακής, κοινωνικής ή/και συναισθηματικής φύσης. Ο κωμικοτραγικός μονόλογος κορυφώνεται με τον ήρωα να χορεύει και να τραγουδά σπασμωδικά το «Thunder Road» του Μπρους Σπρίνγκστιν, ένα τραγούδι που αποτελούσε το αγαπημένο της μητέρας του και, ταυτόχρονα, μια προτροπή για ένα ανοιχτό, αβέβαιο και αναμφίβολα δύσκολα μέλλον.
Στον «Δρόμο του Κεραυνού» του 2018, το μεγάλου μήκους κινηματογραφικό ντεμπούτο του Τζιμ Κάμινγκς, όλα ξεκινούν με μία ταυτόσημη σχεδόν σκηνή, στην ίδια κηδεία, με τον ίδιο ήρωα και την ίδια μίξη σωματικής κωμωδίας και σπαρακτικής τραγωδίας, μόνο που στο τέλος του δεκάλεπτου μονόλογου, το κασετόφωνο αποδεικνύεται χαλασμένο με αποτέλεσμα το «Thunder Road» να μην μπορεί να ακουστεί ποτέ και τον ήρωα να ξεσπά σε ένα φρενήρες χορευτικό που μαρτυρά με ακόμα πιο σαφή τρόπο πως ο Τζίμι Αρνό αποτελεί έναν «σπασμένο», απελπισμένο, σχεδόν διαλυμένο χαρακτήρα.
Ο Τζίμι του Κάμινγκς είναι ένας γιος επηρεασμένος από το θάνατο της μητέρας του, ένας αστυνομικός που δύσκολα μπορεί να διαχωρίσει το προσωπικό του χάος από όλα όσα συμβαίνουν γύρω του, ένας πατέρας που βλέπει την πίεση της ευθύνης για την ανατροφή της κόρης του να μεταφράζεται σε ανεξέλεγκτη ορμή και εναλλαγή διαθέσεων και, τελικά, ένας απλός καθημερινός άνθρωπος που μοιάζει καταδικασμένος να κουβαλά όλες τις παθογένειες της σύγχρονης Αμερικής, όντας καλόβολος αλλά επικίνδυνα ανίκανος να τιθασεύσει τα πρέπει και τα θέλω του.
Σε αυτό το σαθρό κολάζ του ήρωα επιχειρεί να ρίξει εξαρχής φως ο «Δρόμος του Κεραυνού». Κάθε σκηνή του φιλμ αναπτύσσεται με τη λογική αλλεπάλληλων φιλμ μικρού μήκους, ρίχνοντας ματιές στην καθημερινή Οδύσσεια του ήρωά του, είτε αυτές αφορούν την αγωνιώδη προσπάθεια του Τζίμι να διατηρήσει την επαφή με την κόρη του, είτε τη σπαρακτική, επίπονα αστεία προσπάθειά του να αποδείξει σε όλους ότι είναι ένας «καλός άνθρωπος» .
Σταδιακά αλλά σαφώς κλιμακούμενα προς κάτι που θα αποτελέσει είτε τη σωτηρία είτε την καταδικαστική έκρηξη του Τζίμι, ο Κάμινγκς θέτει τον ήρωά του απέναντι σε φίλους, συναδέλφους, οικογένεια και – το πιο σκληρό από όλα – τον ίδιο του τον εαυτό, προσπαθώντας να ανακαλύψει τι είναι τελικά αυτό που τον οδήγησε σε αυτή την κατάσταση αλλά και, την ίδια στιγμή, τι είναι αυτό που τον κρατά ακόμα ζωντανό εντός του ρινγκ.
Υπό αυτό το πρίσμα, ο Κάμινγκς δεν ερμηνεύει απλώς, αλλά μεταδίδει εκρήξεις αισθήματος, ρίχνει ματιές απόγνωσης προς πάσα κατεύθυνση και αναδύει συναισθηματικό τρόμο με έναν τρόπο που δεν καταφεύγει στον εύκολο εντυπωσιασμό αλλά καταφέρνει να παρασύρει και να τραυματίσει με όλη την ύπουλη κοινωνική και συναισθηματική βία που παρουσιάζει. Ο «Δρόμος του Κεραυνού» είναι ουσιαστικά ένα πορτρέτο του αμερικανικού προαστιακού τραύματος και, ακόμα κι όταν καταφεύγει σε απλοποιήσεις για να δώσει απλώς την αφορμή για το επόμενο στάδιο της αφήγησης, παραμένει έντονος, ωμός, τραχύς και σοκαριστικά αφοπλιστικός, ακριβώς όπως και ο ήρωάς του.
Η αλήθεια είναι ότι ο Κάμινγκς δεν αναπτύσσει τους περιφερειακούς χαρακτήρες με την ίδια πληρότητα που αφιερώνει στον πρωταγωνιστή του. Επιπλέον, πολλά αφηγηματικά τεχνάσματα βασίζονται σε στερεοτυπικές αντιλήψεις και απεικονίσεις (η σκύλα πρώην, η αντιδραστική κόρη, ο καλός συνεργάτης, ο ρατσιστής αστυνομικός, ο βίαιος γκόμενος κ.ο.κ.) που όσο κι αν προκαλούν τη δημιουργία ενός πολύπλευρου και εξαιρετικά πολύπλοκου χαρακτήρα, δεν παύουν να αποτελούν ευκολίες σε μια αφήγηση που εξαρχής μοιάζει αποφασισμένη να φωτίσει στον ήρωά της τον πιο δύσβατο δρόμο.
Ομως η ειλικρίνεια και η αμεσότητα με την οποία ερμηνεύει ο Κάμινγκς τον Τζίμι του δεν αφήνουν περιθώρια αναστολών. Σε ένα πρέπει-να-το-δεις-για-να-το-πιστέψεις ερμηνευτικό tour de force, ο Κάμινγκς απλώς αποτυπώνει στην οθόνη όλο το εύρος του ανθρώπινου συναισθήματος για να ξεγυμνώσει με κάθε έννοια τόσο τον εαυτό του όσο και τον ήρωά του και να αφηγηθεί μια προσωπική αλλά και οικουμενική ιστορία για την επιβίωση. Ο «Δρόμος του Κεραυνού» είναι στρωμένος από τα θραύσματα της σύγχρονης Αμερικής, όμως μοιάζει να οδηγεί σε ένα καλύτερο μέλλον και αυτό, κάποιες φορές, είναι το μόνο που χρειάζεται να ξέρει κανείς.