Τα αδέρφια Αντονι και Τζο Ρούσο είδαν την καριέρα τους να εκτινάσσεται στα ύψη μετά και το «Captain America: O Στρατιώτης του Χειμώνα» για τη Marvel, κάτι που φαίνεται να κορυφώθηκε με το magnum opus τους, «Εκδικητές: Ο Πόλεμος της Αιωνιότητας» και «Η Τελευταία Πράξη», οι οποίες ακόμα και σήμερα θεωρούνται από τις καλύτερες ταινίες του MCU.

Πολλοί ήταν εκείνοι που περίμεναν να δουν ποια θα είναι η επόμενή τους κίνηση, μετά και την αποχώρησή τους από τη Marvel, ειδικά όταν και οι ίδιοι είχαν δηλώσει πως ήθελαν λίγο να ηρεμήσουν από τις επικές υπερηρωικές μάχες και τα μεγάλα blockbuster. Αυτό δεν φαίνεται να κράτησε και πολύ, μιας και μετά από μια μέτρια δραματική ταινία, (το «Cherry» με τον Τομ Χόλαντ), τα αδέρφια επιστρέφουν, όχι στο υπερηρωικό είδος που τους ανέδειξε, αλλά στις μεγάλες και άκρως διασκεδαστικές blockbuster περιπέτειες.

Η νέα τους ταινία με τίτλο «The Gray Man» βασίζεται στο ομότιτλο βιβλίο του Μαρκ Γκρίνεϊ, το οποίο κυκλοφόρησε το 2009, και μιλάει για τον «Gray Man», έναν ο πράκτορα της CIA με το όνομα Κορτ Τζέντρι, γνωστό και ως «Σιέρα Σιξ». Ο Τζέντρι, που ήταν κάποτε ένας εξαιρετικά ικανός κι εγκεκριμένος από την Υπηρεσία έμπορος θανάτου, απελευθερώνεται από ένα ομοσπονδιακό σωφρονιστικό ίδρυμα και στρατολογείται από τον προϊστάμενό του, Ντόναλντ Φιτζρόι. Ομως τώρα τα πράγματα έχουν αλλάξει και ο Σιξ είναι ο στόχος, τον οποίο κυνηγά σε όλο τον κόσμο ο Λόιντ Χάνσεν, πρώην συνεργάτης του στη CIA, που δεν θα σταματήσει μπροστά σε τίποτα μέχρι να τον εξουδετερώσει.

Αν κάτι γίνεται σχεδόν αμέσως αντιληπτό είναι ότι οι Ρούσο δεν έχουν χάσει καθόλου τη φόρμα τους. Με απόλυτη αυτοπεποίθηση και συγκέντρωση διοχετεύουν στις σκηνές δράσης όλα όσα έχουν μάθει από την περίοδό τους στη Marvel. Χρησιμοποιώντας τις σωστές δόσεις εντυπωσιασμού σε μια διαρκή και ανελέητη περιπέτεια, τα αδέρφια την κινηματογραφούν με ένα είδος απαράμιλλης σκληροτράχηλης και, πάνω από όλα, μαγνητικής έντασης.

Από τη φαντασμαγορική σκηνή στην Μπανγκόκ, μέχρι και τα κυνηγητά και τους πυροβολισμούς στους δρόμους της Πράγας, η δράση έχει αυτό το νεύρο που φαίνεται πως λείπει τον τελευταίο καιρό από τη mainstream περιπέτεια. Οι Ρούσο δεν παύουν να δείχνουν το ταλέντο τους κλείνοντας χαριτωμένα το μάτι σε άλλες κατασκοπικές ταινίες, όπως το στυλιζάρισμα και τις άψογα χορογραφημένες, σώμα με σώμα μάχες του «Τζέιμς Μποντ» και τις αγωνιώδεις καταδιώξεις του «Μπορν», χωρίς όμως τον κινηματογραφικό ρεαλισμό τους, τον οποίο αντικαθιστούν με δημιουργικές marvelικές πινελιές.

Και στην ουσία του το «The Gray Man» έχει κάποιες ρίζες στις υπερηωικές ταινίες (τις οποίες ξέρει να κρύβει καλά) μιας και πρόκειται για το origin story ενός (υπερ)ήρωα που στοιχειώνεται από το δικό του παρελθόν. Αλλά μέσα εκεί κρύβεται και η αδυναμία ολόκληρης της ταινίας. Το σενάριό της μοιάζει να χωρά σε μόλις δυο-τρεις φράσεις το πολύ, είναι μια συρραφή από τις καλύτερες και πιο κλισέ στιγμές κάποιου generic κατασκοπικού θρίλερ, που, δυστυχώς, λειτουργεί διεκπεραιωτικά ως το φινάλε του. Δεν δίνει στους χαρακτήρες του, αλλά και στην πλοκή της ταινίας, την ένταση που χρειάζεται για να δικαιολογήσει τις, ναι, άψογα σκηνοθετημένες σκηνές δράσης της.

Μέσα σ' αυτό, τουλάχιστον ο Ράιαν Γκόσλινγκ αναδεικνύεται ως ο απόλυτος action hero. Θα μπορούσε ο χαρακτήρας του να είναι ένας αδιάφορος και χάρτινος κατάσκοπος, όπως έχουμε δει αμέτρητους στο παρελθόν, αλλά η ερμηνεία του μοιάζει ως μια φυσική εξέλιξη εκείνης του Οδηγού στο «Drive». Μπορεί να μιλάει αρκετά παραπάνω αυτή τη φορά, αλλά προσθέτει στον χαρακτήρα του την ψυχή και το υπαρξιακό βάθος που φαίνεται πως λείπει από το σενάριο.

Από την άλλη, η Ανα ντε Αρμας παίζει αντιγραφή του ρόλου της στο «No Time to Die», έχοντας και παραπάνω δράση για να παίξει, ενώ ο Μπίλι Μπομπ Θόρντον δεν χρειάζεται να προσπαθήσει και πολύ για να ενσαρκώσει έναν, κατά τα άλλα στερεοτυπικό, father figure. Ο Κρις Εβανς όμως είναι αυτός που φαίνεται πως διασκεδάζει περισσότερο απ' όλους, σε έναν κόντρα ρόλο από εκείνον του Captain America. Ο χαρακτήρας του μπορεί να είναι απλώς μια χάρτινη καρικατούρα ενός κλασικού ψυχοπαθούς κακού τέτοιουείδους ταινιών, αλλά ο Εβανς ερμηνεύει το ρόλο του με περίσσια αυτοπεποίθηση και χαιρεκακία. Και, ναι, κάπου υπάρχει και μια (αναμενόμενη) αναφορά στο «America’s ass».

To «The Gray Man», με τη φιλοδοξία να είναι η πρώτη σε μια σειρά κατασκοπικών ταινιών, είναι σίγουρα από τις πιο διασκεδαστικές περιπέτειες του καλοκαιριού. Κάτι που θα μπορούσε να την είχε αναδείξει σε ένα από τα καλύτερα blockbuster των τελευταίων ετών, εάν το σενάριο της δεν έμοιαζε να είναι τόσο «γκρίζα» αδιάφορο.