Το «Πνεύμα του Μελισσιού» ξεκινάει με την ένδειξη «Μια φορά κι έναν καιρό…».
Επιλέγει με αυτόν τον τρόπο την οδό του παραμυθιού, θέλοντας ίσως έτσι να ξεγελάσει (ή να καθησυχάσει) τον ανυποψίαστο θεατή που σαν την μικρή του πρωταγωνίστρια προσπαθεί να καταλάβει τι είναι τελικά το σινεμά, τι είναι αλήθεια και τι ψέματα, τι είναι αυτό που μας τρομάζει και αυτό που ελκύει στον τρόμο, πόσο τελικά έχει σχέση ο θάνατος με το πέρασμα από την παιδική ηλικία στην ενήλικη ζωή.
Το παιδί είναι η Ανα, που θα δει για πρώτη φορά στη ζωή της σινεμά και θα τρομάξει όταν το μικρό κορίτσι που συμπεριφέρεται τόσο ευγενικά και φιλικά απέναντι στο τέρας του Φρανκενστάιν, θα βρεθεί νεκρό στην αγκαλιά του πατέρα του. Η Ανά δεν θα δει ποτέ την ενδιάμεση σκηνή του πνιγμού της, αφού η λογοκρισία της εποχής δεν επιτρέπει «σκηνές βίας», αλλά ακόμη κι έτσι θα αποκτήσει εμμονή με το παράξενο πλάσμα, θα πιστέψει την αδερφή της που υποστηρίζει ότι το τέρας υπάρχει και ζει στη καλύβα λίγο έξω από το χωριό τους και θα προσπαθήσει ασυνείδητα αλλά τελικά αποφασισμένα να βρει κάποιον τρόπο να σώσει το μικρό κορίτσι (μέσα της).
Τοποθετημένο στην Ισπανία του 1940, αμέσως δηλαδή μετά το τέλος του Ισπανικού Εμφυλίου, αλλά γυρισμένο το 1973, λίγο πριν το τέλος της δικτατορίας του Φράνκο, το «παραμύθι» του Βίκτορ Ερίθε είναι σαφώς πολιτικό, αλλά κι αυτό - σαν την κομμένη ταινία του Τζέιμς Γουέιλ - χωρίς τις ενδιάμεσες σκηνές. Η λογοκρισία της δικής του εποχής, αλλά περισσότερο η επιλογή του Βίκτορ Ερίθε αυτή να μην είναι μια ταινία καταγγελίας, το προστάτευσε με το περιτύλιγμα μιας (διαχρονικής) αλληγορίας που δοκιμάζει και δοκιμάζεται πάνω στο ρεαλισμό, όπως αυτός μεγεθύνεται, διαθλάται, μεταμορφώνεται και τελικά δημιουργεί μια άλλη πραγματικότητα μέσα από το βλέμμα ενός παιδιού.
Οι αρχικές εκδοχές του σεναρίου «έδειχναν» μια χώρα κυριολεκτικά κατεστραμμένη από τον Ισπανικό Εμφύλιο, με μια αρχική σκηνή που διέσχιζε την Καστιλινιάκη επαρχία για να αποκαλύψει απομεινάρια από πυρομαχικά και όπλα. Πόσο πιο ισχυρή μοιάζει όμως η επιλογή του Ερίθε να δείξει τα τραύματα του Εμφυλίου όπως αυτά γράφτηκαν πάνω στους ίδιους τους ανθρώπους. Στον πατέρα της Ανα, που σιωπηλός ασχολείται με τα μελίσσια του ακούγοντας κρυφά έναν απαγορευμένο ραδιοφωνικό σταθμό. Στην μητέρα της Ανά, που αποξενωμένη από την υπόλοιπη οικογένεια, γράφει γράμματα σε αγνοούμενους εραστές. Στον πληγωμένο αντάρτη που βρίσκει καταφύγιο στο εγκαταλελειμένο σπίτι δίπλα στο πηγάδι. Σε μια χώρα που ακροβατεί ανάμεσα στη ζωή και το θάνατο, με ανθρώπους σαν φαντάσματα και ένα μέλλον που σαν το δάσος, που η Ανά μαθαίνει τα μυστικά του από το πατέρα της, είναι γεμάτο από θανάσιμες παγίδες - δηλητηριώδη μανιτάρια, κοιμισμένες αλλά έτοιμες να ξυπνήσουν νάρκες από ένα όχι τόσο μακρινό άδοξο παρελθόν.
Η Ανά όμως δεν φοβάται. Φέρει την τόλμη της ηλικίας της και τη γνώση της αφέλειας της, νιώθει πιο δυνατή κάθε φορά κοιτάζει μόνη της όσα οι άλλοι προσπαθούν να της κρύψουν και σε μια - αναπάντεχη αντιστροφή της ενήλικης εμπειρίας - πιστεύει πως το ψέμα είναι πιο τρομακτικό από την αλήθεια. Οι διαδρομές της είναι η μεγάλη περιπέτεια που την ενηλικιώνει απότομα, το δικό της παραμύθι πρέπει να έχει happy end και στη δική της ταινία όλα θα είναι όπως ακριβώς καθρεφτίζονται στα μεγάλα, γεμάτα προσμονή και αγωνία μάτια της.
Φωτισμένο με το φίλτρο του χρυσού μελιού από τον Λουίς Κουαδράδο (ο οποίος διέκοψε απότομα την καριέρα του λόγω τύφλωσης η οποία είχε ήδη ξεκινήσει στα γυρίσματα της ταινίας), ερμηνευμένο με στιγμές μεγαλείου από την μικρή (θρυλική στην Ισπανία και λόγω του μετέπειτα επίσης εμβληματικού ρόλου της στο «Θρέψε Κοράκια» του Κάρλος Σάουρα, Ανά Τόρεντ), με την μουσική επένδυση του Λουίς Ντε Πάμπλο που μοιάζει κάθε φορά με ένα κάλεσμα για το ξύπνημα από το όνειρο, το «Πνεύμα του Μελισσιού» ανήκει ολοκληρωτικά στον Βίκτορ Ερίθε, τον τότε πιο ανερχόμενο σκηνοθέτη της χώρας ο οποίος όμως ολοκλήρωσε ακόμη δύο ταινίες μέχρι και το 2022 όπου ανακοινώθηκε μια τρίτη ταινία στα 82 του χρόνια.
Μελαγχολικό σαν το πρόσωπο των παιδιών όταν προσπαθούν να καταλάβουν τον κόσμο των μεγάλων, ελλειπτικό σαν τις ιστορίες που «διορθώνει» η μνήμη όταν έχουμε μεγαλώσει, ψιθυριστό σαν τα λόγια που φοβόμαστε να πούμε, συγκινητικό όπως κάθε αποχαιρετισμός στην αθωότητα, το «Πνεύμα του Μελισσιού» παραμένει αινιγματικό και διάφανο μαζί, μια μοναδική περίπτωση στην ιστορία του ισπανικού αλλά και του παγκόσμιου σινεμά. Μια ποιητική, σκληρή μέσα στη φαινομενική τρυφερότητα της ταινία ενηλικίωσης, ενός κοριτσιού και μιας ολόκληρης χώρας.