Από τη στιγμή που οι αφηγήσεις των comics επιχείρησαν να μεταφερθούν στον κινηματογράφο, η προσπάθεια προσαρμογής του μέσου στις απαιτήσεις της μεγάλης οθόνης αποτελούσε μια πρόκληση που ο κάθε σκηνοθέτης επιχείρησε να ξεπεράσει με τον δικό του προσωπικό τρόπο. Ο Τιμ Μπάρτον έφερε τον σκοτεινό κόσμο του Batman πιο κοντά στις δικές του γοτθικές ευαισθησίες. Ο Μπράιαν Σίνγκερ στους «X-Men» του επέλεξε έναν πιο ρεαλιστικό, μη-πολύχρωμο κόσμο. Ο Ανγκ Λι κυριολεκτικά εφάρμοσε την πάνελ λογική μιας comic ιστορίας στον «Hulk» του. Και ο Τζος Γουίντον όχι απλά ακολούθησε την αφηγηματική λογική ενός υπερ-ηρωικού comic με στιγμές cliff-hangers, άβολες συζητήσεις και χιουμοριστικά ιντερλούδια αλλά και έστησε τους «Εκδικητές» του σαν ένα σωστό κομιξικό crossover , στήνοντας την δράση και τα κάδρα του σαν ιδανικά splash pages, εκείνες τις σελίδες δηλαδή που αφιερώνουν κατ’αποκλειστικότητα όλη τους την έκταση σε μία και μοναδική εικόνα δράσης.
Οι Περσικέτι, Ράμσεϊ και Ρόθμαν, το σκηνοθετικό τρίο του «Spider-Man: Μέσα στο Αραχνο-Σύμπαν», επιχειρούν με την σειρά τους να μεταφέρουν την κινητικότητα και τον δυναμισμό μιας υπερ-ηρωικής comic ιστορίας στη μεγάλη οθόνη, μόνο που σε αντίθεση με τους προκατόχους τους δεν αντιμετωπίζουν τους de-facto περιορισμούς μιας live action ταινίας αλλά έχουν στα χέρια τους την απεριόριστη ελευθερία ενός φιλμ κινουμένων σχεδίων για παρουσιάσουν, για πρώτη ίσως φορά, τον Spider-Man τόσο δυναμικό και αεικίνητο. Και όντως, ο δικός τους Σπάιντι, από την πρώτη στιγμή που συστήνεται μέχρι το εντυπωσιακό, καλειδοσκοπικό φινάλε, έχει μια ροή κίνησης και μια ευελιξία που μέχρι τώρα δεν έχει αποτυπωθεί στο σινεμά, όσο κι αν οι ταινίες του Σαμ Ράιμι (οι οποίες στην εποχή τους δικαίως θεωρήθηκαν καινοτόμες) άνοιξαν τον δρόμο και προκάλεσαν τις μέχρι τότε δυνατότητες της κινηματογράφησης.
Και δεν είναι μόνο το γεγονός ότι το «Spider-Man: Μέσα στο Αραχνο-Σύμπαν» επενδύει τόσο πολύ στις σκηνές δράσης και τα εναέρια μπαλετικά τρικ του Spider-Man. Το ίδιο το στυλ του animation εμφανίζει μια πρωτοτυπία πρωτοφανή για την νέα εποχή των ταινιών κινουμένων σχεδίων, τα οποία καλώς ή κακώς ορίστηκαν από την αισθητική του Toy Story.
Το σχέδιο του «Spider-Man: Μέσα στο Αραχνο-Σύμπαν» χρησιμοποιεί όλες τις ελευθερίες του ψηφιακού animation όσο διατηρεί μια ρετρό υφή που διατηρεί τόσο τις χιαστί γραμμές μιας comic σχεδίασης (αγγλιστί cross-hatching) όσο και τους κόκκους με τους οποίους χρωματίζονταν τα comic της δεκαετίας του 1960 και του 1970 (έξτρα δώρο, τα ηχητικά εφέ και τα επεξηγηματικά «παράθυρα» που μεταφέρονται αυτούσια από την σελίδα στο πανί). Κάθε κάδρο της ταινίας ξεχειλίζει από ενέργεια και όμως υπάρχει κάτι αναζωογονητικά «παραδοσιακό» σε κάθε ηρωική πόζα ή εναέρια πτήση που μοιάζει να τιμά ολόκληρη την ιστορία του ήρωα, από τις πρώτες του περιπέτειες στο χαρτί μέχρι, ναι, τις κινηματογραφικές μεταφορές της ιστορίας του που προηγήθηκαν, παρουσιάζοντας μια όντως πρωτότυπη αισθητική αποτύπωση που δείχνει μοντέρνα και διαχρονική ταυτόχρονα, όχι μακριά από την ουσία του ίδιου του ήρωα.
Μόνο που το «Spider-Man: Μέσα στο Αραχνο-Σύμπαν» δεν είναι η ιστορία του Πίτερ Πάρκερ, αν και στην ταινία εμφανίζονται ειρωνικά δύο ήρωες με αυτό το όνομα. Βασισμένο στο «Ultimate Spider-Man» του Μπράιαν Μάικλ Μπέντις (με σχέδιο από τον Μαρκ Μπάγκλεϊ και την Σάρα Πικέλι, το όνομα της οποίας κάποιοι πολύ παρατηρητικοί μπορούν να εντοπίσουν στις κλήσεις του κινητού του κεντρικού ήρωα), το φιλμ ακολουθεί την ιστορία του Μάιλς Μοράλες, ενός Αφροαμερικανού/Λατίνου κάτοικου του Μπρούκλιν μιας εναλλακτικής πραγματικότητας όπου τα πάντα είναι γνώριμα αλλά και (με τον τρόπο τους) διαφορετικά.
Η Νέα Υόρκη ωστόσο παραμένει η γοητευτική μεγαλούπολη που όλοι γνωρίζουν, ο Spider-Man παραμένει ο ήρωας που πολεμά το έγκλημα όντας ερωτευμένος με την Μέρι Τζέιν και ο Κίνγκπιν παραμένει η εγκληματική ιδιοφυΐα που επιχειρεί αυτή τη φορά να ανοίξει μία πύλη μεταξύ των παράλληλων πραγματικοτήτων για να ανατρέψει μια προσωπική του τραγωδία. Φυσικά, τα πράγματα δεν πρόκειται να πάνε σύμφωνα με το σχέδιό του καθώς οι πράξεις του Κίνγκπιν θα δημιουργήσουν μια αλληλουχία γεγονότων που θα στρέψουν τον Μάιλς στον υπερ-ηρωικό δρόμο αλλά και θα φέρουν μπροστά του ένα σύνολο ανθρώπων (ή και όχι) με παρόμοιες δυνάμεις από διαφορετικά παράλληλα σύμπαντα, μια ιδέα με την οποία οι αναγνώστες των comics θα είναι ήδη εξοικειωμένοι.
Οι ήρωες του Αραχνοσύμπαντος περιλαμβάνουν έναν μεσήλικα και απογοητευμένο, πλαδαρό Πίτερ Πάρκερ, μια noir εκδοχή του ήρωα, την (αγαπημένη κομιξικά) Spider-Gwen , την εμπνευσμένη θεματικά και εικαστικά από τα anime Πένι Πάρκερ, ακόμα και μια αράχνη που… δαγκώθηκε από ένα ραδιενεργό γουρούνι. (Ναι, απουσιάζει μια πολύ γνωστή παραλλαγή του ήρωα αλλά η σκηνή μετά από τα credits αποζημιώνει για την απουσία.) Αυτή η παράτολμη σύνθεση χαρακτήρων δίνει στους Περσικέτι, Ράμσεϊ και Ρόθμαν τη δυνατότητα να εμφυσήσουν την ιστορία τους με αμέτρητα στοιχεία που κλείνουν το μάτι στην ίδια την ιστορία του Spider-Man, να σπάσουν πλάκα με όλες τις υπερβολές και τις ακρότητες των κομιξικών του περιπετειών αλλά και να στήσουν μια υπερ-ηρωική ιστορία ενηλικίωσης, αυθεντική, συναισθηματική και απρόσμενα σύγχρονη, δημιουργώντας μια ταινία που ελίσσεται μέσα από τους ουρανοξύστες της Νέας Υόρκης χωρίς όμως να ξεχνά ότι η καρδιά της χτυπάει μέσα στα στενά του Μπρούκλιν.
Το «Spider-Man: Μέσα στο Αραχνο-Σύμπαν» δεν είναι ουσιαστικά η ιστορία του πώς ο Μάιλς απέκτησε τις δυνάμεις του (άλλωστε και η ταινία φροντίζει να προσπεράσει με χιούμορ τα επαναλαμβανόμενα origin stories κάθε διαφορετικού spider-man) αλλά η αφήγηση της γέννησης ενός ήρωα, με ή χωρίς μάσκα και υπερδυνάμεις. Αυτό φυσικά δε σημαίνει ότι το σενάριο του (έμπειρου στην κινηματογραφική σάτιρα) Φιλ Λορντ (της «Ταινίας Lego») δε φροντίζει να γεμίσει την ταινία με αυτοαναφορικά αστεία που στην πλειοψηφία τους αποδεικνύονται επιτυχημένα, όμως είναι η συνεχής εμμονή στη ψυχοσύνθεση του Μάιλς που κάνει την ταινία τόσο ζωντανή και, εν τέλει, αποτελεσματική. Ακόμα και όταν το φιλμ καταφεύγει στη συμβουλευτική προσέγγιση μιας ταινίας που απευθύνεται (και) σε παιδιά, το μήνυμα δε προκύπτει βεβιασμένο, όσο και αν τονίζεται για να γίνει κατανοητό γιατί ο ήρωας έχει κερδίσει ήδη την συμπάθεια και την υποστήριξη του θεατή.
Οταν αναπόφευκτα η αφήγηση οδηγηθεί στην τελική, κατακλυσμική μάχη, το φιλμ παραδίδεται σε μία σχεδόν εξπρεσιονιστική πανδαισία χρωμάτων και μοτίβων (κάτι που συνεχίζεται και στους εξαιρετικούς τίτλους τέλους), αποδεικνύοντας για άλλη μια φορά την εγγενή δύναμη μιας ταινίας κινουμένων σχεδίων και της εικαστικής ελευθερίας που ουσιαστικά αυτή προσφέρει. Η χαώδης τελική μάχη άλλων υπερ-ηρωικών ταινιών (ένα από τα χειρότερα κλισέ του είδους για να είμαστε ειλικρινείς) εδώ αναδεικνύεται ως ένα από τα ισχυρότερα χαρτιά της ταινίας, θυμίζοντας ακόμα και τις πειραματικές προθέσεις της «Φαντασίας» του Ντίσνεϊ στη σύνθεση και την κινητικότητα των κάδρων. Γιατί το «Spider-Man: Μέσα στο Αραχνο-Σύμπαν» δεν αναλώνεται απλά στο πλούσιο υλικό που προσφέρει η ιστορία του ήρωα αλλά λαμβάνει δημιουργικά ρίσκα που τελικά μετατρέπουν το φιλμ σε κάτι που δεν γνωρίζαμε ότι είχαμε ανάγκη.
Ακόμα και τα μάλλον κλισέ στοιχεία μιας ιστορίας ενηλικίωσης, μέσα στο πλαίσιο της αφήγησης φαντάζουν σχεδόν απαραίτητα, αποτίοντας ουσιαστικά έναν τελευταίο φόρο τιμής στη μνήμη των δημιουργών του ήρωα, Σταν Λι και Στιβ Ντίτκο. «Η μεγάλη δύναμη οδηγεί σε μεγάλη ευθύνη» προστάζει η ιστορία του Spider-Man και είναι εξαιρετικά ευτυχές να βλέπει κανείς τους δημιουργούς της ταινίας να ακολουθούν ακριβώς αυτή την οδηγία, αξιοποιώντας όλες τις δυνάμεις του animation για να δημιουργήσουν με υπευνθυνότητα την καθοριστική ιστορία του ήρωα για μια νέα γενιά.