Ολοι γνωρίζουν την Αγκαθα Κρίστι και τα έργα της.
Ακόμα και αν κάποιος δεν έχει διαβάσει ούτε ένα από αυτά σίγουρα έχει ακούσει κάποιο τίτλο με πρωταγωνιστές την κυρία Μαρπλ ή τον Ηρακλή Πουαρό, ή έχει δει κάποια από τις αμέτρητες κινηματογραφικές μεταφορές των κλασικών της μυθιστορημάτων - με πιο πρόσφατα τα «ξαναδιαβάσματα» του Κένεθ Μπράνα. Πολλοί είναι εκείνοι επίσης που την θεωρούν ως την «μητέρα» των σύγχρονων ιστοριών μυστηρίου, με αρκετούς μάλιστα να προσπαθούν να μιμηθούν τις πρακτικές της στην πλοκή τους για να προσφέρουν στο κοινό τους ένα αξιόλογο whodunit μυστήριο.
Μετά από αμέτρητα τέτοιου είδους μυθιστορήματα και τις άλλες τόσες προσπάθειες για μια μεταφορά τους στη μεγάλη οθόνη, πώς μπορεί κάποιος να κρατήσει φρέσκια μια κλασική ιστορία της Αγκαθα Κρίστι; Μα, φυσικά, αποδομώντας την ίδια και το έργο της.
Κάτι τέτοιο προσπαθεί να κάνει και ο σκηνοθέτης Τομ Τζορτζ με την ταινία του «Κοίτα τους πώς Τρέχουν!», ένα μεγάλο πραγματικά εγχείρημα για την πρώτη μεγάλου μήκους του ταινία, το οποίο είναι τόσο διασκεδαστικό και αστείο σε στιγμές, με ένα πραγματικά λαμπερό all star καστ, που σου κρατάει το ενδιαφέρον ακόμη κι όταν το μυστήριό έχει αρχίσει ήδη να ξεφουσκώνει προ πολλού.
Στο West End του Λονδίνου της δεκαετίας του 1950, τα σχέδια για την κινηματογραφική μεταφορά ενός επιτυχημένου θεατρικού έργου διακόπτονται απότομα όταν ένα βασικό μέλος του συνεργείου δολοφονείται. Οταν ο αποτραβηγμένος από τον κόσμο επιθεωρητής Στόπαρντ και η πρόθυμη αρχάρια Κόνσταμπλ Στόκερ αναλαμβάνουν την υπόθεση, βρίσκονται μπλεγμένοι σε ένα αινιγματικό παιχνίδι υπόπτων, ερευνώντας τη μυστηριώδη ανθρωποκτονία με δικό τους κίνδυνο.
Αυτό που κάνει την ταινία του Τζορτζ να ξεχωρίζει σχεδόν αμέσως το πώς παίρνει την «Ποντικοπαγίδα», μια από τις πιο κλασικές ιστορίες μυστηρίου της Αγκαθα Κρίστι για να χτίσει μέσα σε αυτήν ένα ακόμα μυστήριο. Είναι μια «ιδέα» η οποία, με έναν περίεργο τρόπο, λειτουργεί και δίνει στην δυνατότητα στον Τζορτζ να παίξει αρκετά με το δράμα, την σάτιρα και το μυστήριο, τυλιγμένα όλα μέσα σε μια φαρσοκωμωδία που χτυπά με την καρδιά ενός «πειραγμένου» buddy cop movie.
Η ισορροπία μεταξύ όλων αυτών είναι που χάνεται μέσα στις meta αναφορές του σεναρίου, οι οποίες πολλές φορές κλείνουν το μάτι τόσο στα κλισέ του είδους, όπως τα αμέτρητα φλάσμπακς και το σπάσιμο του τέταρτου τοίχου, αλλά και στα έργα της Κρίστι (κάποια στιγμή αναφέρεται πως μπορεί να είναι όλοι συνένοχοι, σαφής αναφορά στο - ουπς, σπόιλερ - «Εγκλημα στο Οριαν Εξπρες»). Ολα ακούγονται στο χαρτί πολύ ενδιαφέροντα, αλλά στην εκτέλεσή τους καταλήγουν περισσότερο ως εξυπνακίστικα και εύκολα σεναριακά παιχνίδια πάρα ως πραγματικά αστεία.
Το έγκλημα ξετυλίγεται όπως κανείς περιμένει από μια ιστορία της Αγκάθα Κρίστι, με τους αρχετυπικούς υπόπτους των ιστοριών της να παρουσιάζονται ως παίχτες σε ένα ταμπλό «Cluedo», ο καθένας με τις δικές τους προθέσεις για να σκοτώσει το θύμα. Μόνο που, είναι ολοφάνερο από νωρίς, πως η ταινία λειτουργεί τελικά καλύτερα ως μια κωμωδία η οποία βασίζεται περισσότερό στα έξυπνα γραμμένα gags και το μαύρο, με δόσεις καμπ, χιούμορ της. Το μυστήριο μπαίνει σιγά σιγά στο παρασκήνιο, και την θέση του αναλαμβάνει μια σάτιρα για το ίδιο το Χόλιγουντ και τον κόσμο του θεάματος, στυλιζαρισμένη με μερικές έντονες πινελιές εμπνευσμένες από ταινίες του Γουές Αντερσον, οι οποίες λειτουργούν τέλεια μέσα στο σύμπαν της ταινίας του Τζορτζ χωρίς να την υπονομεύουν.
Το all star του καστ, το οποίο δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από άλλες πρόσφατες τέτοιου είδους ταινίες (και ναι το «Στα Μαχαίρια» δεν είναι πολύ μακριά), δίνει το καλύτερο του εαυτό και αγκαλιάζει όλο αυτό το χάος με θέρμη και όρεξη. Εξάλλου που θα δείτε την ίδια την Αγκάθα Κρίστι να έχει κι αυτή ρόλο σε ένα από τα μυστήριά της; Αλλά είναι η σχέση των δυο κύριων πρωταγωνιστών του, του Σαμ Ρόκγουελ στον ρόλο του κυνικού επιθεωρητή Στόπαρντ και της Σίρσα Ρόναν στον ρόλο της αρχάριας αστυνομικού Στόκερ, εκείνη που κλέβει τις εντυπώσεις. Οι δυο τους είναι απλά απολαυστικοί κι έχουν μερικές από τις πιο διασκεδαστικές σκηνές στην ταινία. Η χημεία τους ξεχωρίζει από την πρώτη κιόλας στιγμή, καθώς είναι εκείνη που κρατά την ταινία, σε μερικές από τις λιγότερο συναρπαστικές στιγμές της, ενδιαφέρουσα.
Το «Κοίτα τους πώς Τρέχουν!» γνωρίζει ακριβώς πόσα οφείλει στην Αγκαθα Κρίστι, παρουσιάζοντάς την ως μια διάσημη συγγραφέα που πρέπει να σεβαστεί κανείς, αλλά και ως ένα είδωλο που πρέπει να αποδομηθεί και να επαναπροσδιοριστεί. Μπορεί να μη μένει κλασικό, με το ερωτικό αυτό γράμμα στις whodunit ιστορίες της να καταλήγει ως ένα επιφανειακό μυστήριο, αλλά τουλάχιστον πρόκειται για μια απολαυστική και διασκεδαστική κωμωδία, κάτι που ίσως έκανε ακόμα και την Αγκαθα Κρίστι να χαμογελά σαρδόνια.