Ο 18χρονος Νίκος και ο πατέρας του, Ανδρέας, ταξιδεύουν με το τρένο από την Αθήνα στη Θεσσαλονίκη. Ο Ανδρέας θέλει να δει το πανεπιστήμιο όπου σπουδάζει ο γιος του μαθηματικά, να κάνουν παρέα. Αλλά το μόνο που έχει ο νεαρός κατά νου είναι να συναντήσει μια ώρα αρχύτερα τη φίλη του.

40 χρόνια, μετά, ο Νίκος, οικογενειάρχης, κινηματογραφιστής και καθηγητής σκηνοθεσίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, ξεκινά να πάει στον σταθμό Λαρίσης για ν’ ανέβει στην συμπρωτεύουσα, όπως κάνει κάθε εβδομάδα. Όμως δεν είναι μια συνηθισμένη νύχτα. Την επομένη ορκίζεται για την προαγωγή του στην ανώτερη βαθμίδα διδασκαλίας -«εξέλιξη» στην ακαδημαϊκή ορολογία. Στο παρά πέντε, αποφασίζει να πείσει τον πατέρα του να ταξιδέψουν μαζί. Να κάνουν τη βόλτα που πάντα επιθυμούσε ο κύριος Αντρίκος, να επισκεφθούν με την ευκαιρία και τους εκεί συγγενείς τους.

Θα είναι και για τους δύο μια βόλτα γεμάτη θύμησες, άλλοτε όμορφες κι άλλοτε πικρές, εξομολογήσεις και απολογισμούς που θα σκαλίσουν λάθη κι ενοχές. Ένα ταξίδι στη χώρα των θαυμάτων θαρρείς για τον γέροντα, λαμπερών και σκοτεινών, μια χαρά ανείπωτη για τον ξεναγό, κι ας γκρινιάζει που και που ο μπαμπάς. Και για τον Περικλή Χούρσογλου, εδώ σε μια καθαρά βιωματική φιλμική κατάθεση, μια ευκαιρία να επαναπροσδιορίσει το δικό του ήθος ως άνθρωπος, γιος, πατέρας, σύζυγος, καλλιτέχνης, δάσκαλος. Οχι ξέχωρα αλλά όλα μαζί, κάτι που κατά κανόνα ισχύει για τους δημιουργούς που ταυτίζουν τη ζωή με το έργο τους.

Ακόμη, τούτος ο αλά «Αγριες Φράουλες» περίπατος παρέα με τον «κύριο με τα καφέ», θα σταθεί, μέσα στην απλότητά του, η έμπνευση για τον σκηνοθέτη του «Λευτέρη Δημακόπουλου» να παίξει με τον ρεαλισμό, τα πρόσωπα, τους χώρους, το φως. Ευρηματικά -πρόκειται σίγουρα για την πιο ευφάνταστη ταινία στη φιλμογραφία του- και μόνιμα στην υπηρεσία της σφιχτής δραματουργίας, από την οποία τίποτα δεν περιττεύει, σταγόνα λίπους δεν ξεχειλίζει.

Ευθυγραμμισμένοι μ’ αυτή την οικονομία, και μακριά από τον θεατρίζοντα νατουραλισμό, είναι ο Αλέξανδρος Λογοθέτης, ένας ηθοποιός που ενδύεται φυσικά νομίζεις, χωρίς κόπο, τους εκάστοτε κινηματογραφικούς του ρόλους, και ο βετεράνος του σύγχρονου ελληνικού σινεμά Βασίλης Κολοβός, στα μάτια του οποίου καθρεφτίζονται με ακρίβεια όλα τα ανομολόγητα συναισθήματα και των δύο. Η χημεία είναι αφοπλιστική.

Ο υπογράφων δε θα πει τίποτα παραπάνω για αυτό το προσωπικό «8½» του Περικλή Χούρσογλου (ο Φελίνι και η Τζουλιέτα του πάνε κι έρχονται στην αφήγηση, σε άμεσες αναφορές). Παρά θα ομολογήσει πως, κόντρα στην εγκράτεια που οφείλει να έχει κάθε επαγγελματίας θεατής απέναντι και στις πιο δύσκολες συγκινήσεις, εδώ τον πήραν τα ζουμιά.