Ο Μάριο είναι μοναχικός λύκος. Στην προσωπική του ζωή, για λόγους που θα μάθουμε αργότερα. Στη δουλειά του, καθώς μία πεισμωμένη προσωπική ηθική δεν του επιτρέπει εξαιρέσεις - εκεί που οι άλλοι θα έκαναν τα στραβά μάτια. Είναι αποθηκάριος στο Τμήμα Απολεσθέντων της Μαδρίτης, αλλά παίρνει το ρόλο του πολύ σοβαρά: κάθε αντικείμενο καταγράφεται, αρχειοθετείται, φυλάσσεται και περιμένει υπομονετικά στα ράφια τον νόμιμο ιδιοκτήτη του. Ο Μάριο μάλιστα προχωρά και σε κάτι περισσότερο από το καθήκον: επιδιορθώνει τα χαλασμένα, τα σπασμένα, τα ελαττωματικά. Μάλλον έτσι νιώθει κι αυτός. Και περιμένει κάποιον, κάτι να τον κατεβάσει από το ράφι του.
Η αφορμή έρχεται με τη μορφή μίας βαλίτσας που βρέθηκε στον πάτο του ποταμού. Το περιεχόμενό της σοκαριστικό και μακάβριο - ο σκελετός ενός μωρού, μαζί με τα ρουχαλάκια του και μερικά παιχνίδια. Οι αρχές εύκολα και ανίδρωτα αποφαίνονται ότι κάποια μετανάστρια που έχασε το παιδί της, δεν είχε χαρτιά για να το θάψει κανονικά και το ξεφορτώθηκε. Το ανήσυχο, κοφτερό ερευνητικό πνεύμα του Μάριο όμως διέκρινε την ακριβή βαλίτσα και μαζί ενδείξεις που οδηγούσαν σε σκοτεινά, επικίνδυνα, εγκληματικά μονοπάτια. Human trafficking, πελατολόγιο πολυτελείας, εμπορία μωρών.
Ο Χόρχε Δοράδο ξέρει να χτίσει μία στιβαρή, υποβλητική ατμόσφαιρα (υπήρξε βοηθός σκηνοθέτη του Πέδρο Αλμοδόβαρ στα «Μίλα της» και «Κακή Εκπαίδευση»). Η ταινία ξεκινά με την υπόσχεση ενός «φιντσερικού» θρίλερ. Ενός στιβαρού κεντρικού ήρωα που ο Δοράδο οριοθετεί σωστά στο ημοφωτισμένο, ακατάστατό του υπόγειο κι ο Αλβάρο «El Professor» Μόρτε τον ερμηνεύει πειστικά βουτηγμένο στην εργασιομανία και την μοναξιά του. Μία υγρή επικινδυνότητα πλημμυρίζει τα πλάνα. O Mάριο κουβαλά αποσκευές κι όταν «η αποσκευή» φτάσει στο γραφείο του, ανάβει το φυτίλι ενός μίτου που θέλουμε να ακολουθήσουμε.
Μόνο που ο δυναμίτης αποδεικνύεται τζούφιος. Βήμα-βήμα, όσο ακολουθούμε και πιο βαθιά το αινιγματικό μυστήριο, η ατμόσφαιρα του δυνατού θρίλερ ξεθωριάζει, εξαφανίζεται, και σταδιακά δίνει τη θέση της σε ένα κλισέ action ανατροπών κι ένα love story με ένταση τηλεοπτικής σαπουνόπερας.
Αν δεν υπήρχε η υπόσχεση ότι ο άξονας της ταινίας που ο Δοράδο αρχικά θεμελίωσε κάπου βρίσκεται, σε κάποιο ράφι του τμήματος απολεσθέντων σεναρίων, η αυτοκαταστροφή της ταινίας δε θα ήταν τόσο στενάχωρη. Ομως, υπήρξε. Κι είναι κρίμα που το σασπένς αποδείχθηκε ανούσιο κι επιδερμικό. Ο Μάριο άξιζε να τον «βρει» μία καλύτερη τύχη.