Στο σύγχρονο Σαντιάγκο, το γραφείο ενός ιδιωτικού ντετέκτιβ βάζει μία παράξενη αγγελία, αναζητώντας για εργασία έναν άντρα 80-90 ετών. Τη θέση κερδίζει ο πρόσφατα χήρος Σέρχιο, ο οποίος πληροφορείται ότι πρέπει να διεισδύσει σ' ένα τοπικό γηροκομείο ως τρόφιμος και να συλλέξει πληροφορίες για τις συνθήκες που επικρατούν. Πελάτισσα του ντετέκτιβ είναι η κόρη μίας μοναχικής γριούλας, της Σόνια. Θέλει να ξέρει αν η μητέρα της έχει την φροντίδα που απαιτείται από τους νοσηλευτές. Αν υπάρχει μέριμνα, καθαριότητα και ασφάλεια στο περιβάλλον που ζει τα τελευταία χρόνια της ζωής της η μαμά της. Ο ντετέκτιβ εξοπλίζει τον Σέρχιο με διάφορα γκάτζετς (ένα ζευγάρι κοκκάλινων γυαλιών που στην ουσία βιντεοσκοπούν τη δράση, ένα smartophone για να ηχογραφεί τις καθημερινές του παρατηρήσεις) και τον εισάγει στον οίκο ευγηρίας ως τον νονό του. Ο 80χρονος θα ξεκινήσει την αποστολή του με συνέπεια και χαρά (που βρήκε μια απασχόληση), σύντομα όμως η συμβίωσή του με ξεχασμένους, μελαγχολικούς συνομηλίκους του θα του δημιουργήσει συναισθηματική εμπλοκή και ηθικό δίλημμα. Ο λόγος που βρίσκεται εκεί θα αρχίσει να παραμερίζεται και η αλληλεγγύη και η ανθρωπιά του θα πάρουν το τιμόνι.

Η Μάιτε Αλμπέρντι δοκιμάζει τα όρια τεκμηρίωσης και μυθοπλασίας με ένα υβρίδιο που τοποθετεί τον ερασιτέχνη Σέρχιο Κάμι στις πραγματικές συνθήκες του γηροκομείου, ενώ ταυτόχρονα όμως το κινηματογραφικό συνεργείο μπαίνει επίσης πίσω από τις κλειστές πόρτες του ιδρύματος - με την επίφαση ότι γυρίζουν ένα ντοκιμαντέρ για τον ίδιο. Δεν είναι όλα κρυφά κι αόρατα λοιπόν, ως μυστική δημοσιογραφική έρευνα, η κάμερα είναι εκεί (κάτι που πάντα κάνει τους ανθρώπους να λειτουργούν διαφορετικά), όμως αυτό δεν σημαίνει ότι δεν ξετρυπώνει λαβράκια στο βάθος πεδίου.

Παράλληλα, υπάρχει δομημένη σεναριακή αφήγηση: ο Σέρχιο γλιστρά όντως στο ρόλο του μυστικού πράκτορα κι ο στόχος του είναι όντως να ξετρυπώσει τη Σόνια από την μοναχική κάμαρά της και να ανακαλύψει παρατυπίες του προσωπικού ως προς τις συνθήκες ζωής των ηλικιωμένων.

Αυτό το εύρημα συνθέτει την feelgood, κωμική πλευρά του ντοκιμαντέρ: ένας καλοστεκούμενος 80ρης που αντιμετωπίζει την αποστολή του σοβαρά, περιπλανιέται ανάμεσα σε τροφίμους-περσόνες και παλεύει με την τεχνολογία για να μεταφέρει τις ανταποκρίσεις του στο γραφείο, προκαλούν χαμόγελο - αν όχι (καλοπροαίρετο) γέλιο.

Σύντομα όμως το ντοκιμαντέρ παίρνει τις πραγματικές του διαστάσεις. Η μοναξιά της τρίτης ηλικίας, το παραπέταμα ξεχασμένων από τα παιδιά τους ανθρώπων, η πίκρα της γεροντικής άνοιας είναι η πραγματική ανακάλυψη. Η Αλμπέρντι όμως δε θα την επιβάλει διδακτικά ή μελοδραματικά. Θα παίξει με το ύφος και τον τόνο, θα καταγράψει και χαρούμενες γιορτινές στιγμές, όμως, όχι, δεν θα κλείσει την κάμερα μπροστά στην μελαγχολία της απομονωμένης καθημερινότητας των έγκλειστων τροφίμων.

Κοιτάμε κι εμείς μέσα από τα γκατζετικά κοκκάλινα γυαλιά του Σέρχιο. Και βουλιάζει η καρδιά μας μπροστά στην κοκκινομάλλα γεροντοκόρη που τον ερωτεύεται, ελπίζοντας μέχρι τελευταία στιγμή ότι κι εκείνη θα συντροφευτεί στη ζωή της. Ή την καλόκαρδη μητέρα 3 παιδιών που το αλτσχάιμερ της στερεί να θυμηθεί τα πρόσωπά τους. Ή την Πεπίτα που η ψυχική της νόσος την έχει μετατρέψει σε μικρό κοριτσάκι που φοβάται εκεί μέσα και ψάχνει την μαμά του.

Υπάρχει ένα μυστικό όπλο στον «Μυστικό Πράκτορα». Πέρα από την έτσι κι αλλιώς αξιοπρέπεια που οδηγεί το φακό και το μοντάζ της Αλμπέρντι. Κι αυτό είναι ο Σέρχιο Κάμι. Εχει βρει έναν πραγματικά υπέροχο γέροντα - ευγενή, αρχοντικό, τρυφερό που νοιάζεται για τους γύρω του και σκύβει με ενδιαφέρον στις ιστορίες τους. Αλλά ταυτόχρονα αστείο και ακαταμάχητα περίεργο - σαν μικρό σκανταλιάρικο αγοράκι που χώνεται παντού και χαίρεσαι να ακολουθείς στην περιπέτειά του.

Ολα τα υλικά λειτουργούν στο να αποδώσουν τη σωστή θερμοκρασία. Γιατί αν ξέφευγε η κωμωδία στους γέροντες, θα ήταν ανήθικη και ευτελής. Αν βάραινε το δράμα της τεκμηρίωσης, το ντοκιμαντέρ θα ήταν αβάσταχτο. Η γλυκόπικρή του διάσταση σε κάνει να ρίξεις τις άμυνές σου και να κοιτάξεις κατάματα τους φόβους σου για την κατάληξη όλων μας, για την φθαρτή ανθρώπινη φύση, για τα γηρατειά. Να χαρείς κάθε γλυκιά στιγμή, κάθε μοίρασμα και κάθε χάδι του Σέρχιο στους νέους του φίλους ως ένα δείγμα ελπίδας - όσο υπάρχουν άνθρωποι, θα υπάρχει αγάπη.