Οπως πέρσι, με το «Top Gun: Maverick», έτσι κι φέτος ο Τομ Κρουζ φαίνεται πως έχει μια και μόνο (επικίνδυνη) αποστολή: να σώσει το κινηματογραφικό καλοκαίρι μας από την ανία. Ειδικά μάλιστα όταν φέτος πολλές ταινίες δεν έχουν καταφέρει ούτε στο ελάχιστο να προσφέρουν στο κοινό τους κάτι που να συνδυάζει την αχαλίνωτη δράση με το συναίσθημα αλλά και την φαντασμαγορία με το θέαμα ενός μεγάλου blockbuster.
Αλλά για τον 60χρονο Τομ Κρουζ αυτό είναι απλά μια ακόμα καθημερινή μέρα στη δουλειά. Και εδώ, ο αειθαλής Κρουζ, με την έβδομη ταινία «Mission: Impossible» συνεχίζει αγέρωχος έναν ρόλο που κρατά στους ώμους του 27 ολόκληρα χρόνια (feeling old yet?) και χωρίς να δείχνει ίχνος κούρασης, δίνοντάς μας, αν όχι μια από τις καλύτερες ταινίες του franchise, σίγουρα μια πιο συναρπαστικές ταινίες δράσης της χρονιάς.
O Ιθαν Χαντ και η IMF ομάδα του αναλαμβάνουν την πιο επικίνδυνη αποστολή της καριέρας τους: Πρέπει να εντοπίσουν ένα τρομακτικό νέο όπλο που απειλεί την ανθρωπότητα προτού αυτό πέσει στα λάθος χέρια. Έτσι ξεκινά μια θανάσιμη καταδίωξη ανά την υφήλιο, καθώς ο έλεγχος του μέλλοντος και η μοίρα του κόσμου απειλούνται. Οταν βρεθεί αντιμέτωπος με έναν μυστηριώδη, πανίσχυρο εχθρό, ο Ιθαν καλείται να αποφασίσει αν μετράει κάτι παραπάνω από την ίδια την αποστολή, ακόμα και οι ζωές αυτών που αγαπά.
Η σχέση του Κρίστοφερ ΜακΚουάρι και του Τομ Κρουζ, η οποία κρατά για πάνω από 8 χρόνια (από την ταινία «Μυστικό Εθνος»), συνεχώς μοιάζει να εξελίσσεται, καθώς και οι δυο τους βρίσκονται στο ίδιο μήκος κύματος, ψάχνοντας ολοένα μεγαλύτερες και με περισσότερο νεύρο συγκινήσεις.
Οπως και ο χαρακτήρας του Χαντ, έτσι και η αισθητική προσέγγιση στην σκηνοθεσία του ΜακΚουάρι, παρουσιάζονται εδώ ως μια «ενσάρκωση του χάους», καθώς από την αρχή μέχρι και το φινάλε η δράση είναι τόσο καταιγιστική, με κάθε σκηνή, κάθε μάχη, κάθε αναμέτρηση σώμα με σώμα και κάθε κυνηγητό να σου κόβει την ανάσα. Αλλά μέσα σε αυτό το «χάος» υπάρχει όμως πάντα εκείνη η λογική, η καθαρή ματιά του ΜακΚουάρι, ο οποίος ποτέ δεν αφήνει όλα αυτά να παρεκτραπούν.
Εξάλλου ο λόγος για τον οποίο η «Θανάσιμη Εκδίκηση Μέρος Πρώτο» δημιουργεί μια απίστευτη κινηματογραφική εμπειρία είναι και η δέσμευση του Κρουζ, προκαλώντας ολοένα και περισσότερο τον εαυτό του, να κάνει μόνος του τα δικά του, αρκετά ριψοκίνδυνα, stunts, δίνοντας αυτή την πινελιά πραγματικότητας στη μαγεία ενός κινηματογραφικού καλοκαιρινού blockbuster. Και όλο αυτό ο ΜακΚουάρι το πιάνει με την κάμερά του με αμέριστη αυτοπεποίθηση, βάζοντας μας μέσα στην δράση, δίπλα στον Κρουζ (όπου μαζί με εκείνον τρέχουμε κι εμείς) καθώς πέφτει με τη μηχανή που από το βουνό, ή παίζει την γάτα και το ποντίκι σε ένα γεμάτο σασπένς κυνηγητό στο αεροδρόμιο του Αμπου Ντάμπι, ή οδηγεί ένα Fiat στους δρόμους της Ρώμης ή κυνηγά τους κακούς πάνω σε ένα ανεξέλεγκτο τρένο – κι όλα αυτά απίστευτα χορογραφημένα μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια.
Αλλά για όλες αυτές τις γεμάτες αδρεναλίνη και σασπένς σκηνές δράσης, η «Θανάσιμη Εκδίκηση Μέρος Πρώτο» μοιάζει να ακολουθεί κατά γράμμα τις σεναριάκες τροπές των προηγουμένων ταινιών, με την πλοκή να είναι ίσως το πιο αδύναμο σημείο της. Βάζοντας μέσα και την Τεχνητή Νοημοσύνη ως το υπέρτατο κακό, κάτι που μπορεί να έχουμε δει αρκετές φορές, και παρουσιάζοντάς το ως μια υπαρξιακή απειλή (αλλά και μεταφορικά αν το δει κάποιος ως μια απειλή για τις ταινίες σήμερα) μοιάζει κάπως κλισέ και προβλέψιμο. Αλλά παρά τις όποιες, φυσικά, αναμενόμενες ανατροπές και οι ευκολίες, όλα αυτά καταφέρνουν και βρίσκουν τον τρόπο να εναρμονιστούν με τη δράση χωρίς να αφήνουν στο τέλος εκείνη την πικρή επίγευση μιας ανεγκέφαλης και αδιάφορης ταινίας. Κάτι που σπανίως πλέον μπορεί να πει κάποιος για αρκετές ταινίες δράσης των τελευταίων ετών. Κρίμα όμως που θα χρειαστεί να περιμένουμε ένα χρόνο ακόμα για το δεύτερο μέρος της…
Ο Τομ Κρουζ είχε δηλώσει πρόσφατα πως θέλει να κάνει αυτές τις ταινίες ως τα 80 του και παραπάνω, όπως ο Χάρισον Φορντ. Και αν οι επόμενες ταινίες του είναι στο ελάχιστο συναρπαστικές όσο είναι η «Θανάσιμη Εκδίκηση Μέρος Πρώτο», τότε ανυπομονούμε να δούμε τι άλλο μπορεί να κάνει – τα πάντα, είμαστε σίγουροι. Είναι όντως μια επικίνδυνη αποστολή την οποία, μαζί με εκείνον, αποδεχόμαστε κι εμείς με μεγάλη μας χαρά.