Τι είναι αυτό που κάνει έναν καλλιτέχνη καλό και πόσο σχετική είναι η αξιολόγησή του; Αν θέλει πολύ, για παράδειγμα, να τραγουδά όπερα, αλλά δεν έχε φωνή, αρκεί η επιθυμία κι η επιμονή του για να τον χαρακτηρίσουν ερνημευτή και να τον κάνουν διάσημο; Ναι, υποστηρίζει η νέα ταινία του αναγνωρισμένου Γάλλου σκηνοθέτη που, παίρνοντας αφορμή από την πραγματικότητα, στήνει μια κυνική αλλά και τόσο συγκινητική κι αισιόδοξη ιστορία για τους ανθρώπους που δε σταματούν να κυνηγούν το όνειρό τους.
Η «Μαργκερίτ», που διαγωνίστηκε φέτος στο Φεστιβάλ Βενετίας, παίρνει ως αφορμή της την ιστορία της Φλόρενς Φόστερ Τζένκινς, που έμεινε στην ιστορία ως η χειρότερη τραγουδίστρια όλων των εποχών - όμως, έστω κι έτσι, πήρε τη θέση της στο θρύλο, που ήταν και η κύρια επιθυμία της. Η Μαργκερίτ της ταινίας είναι μια πλούσια και αλαφροΐσκιωτη κυρία της παρισινής υψηλής κοινωνίας του μεσοπολέμου, που αγαπά πάνω απ' όλα τη μουσική και συγκεκριμένα την όπερα κι επιμένει να διοργανώνει βραδιές στο σπίτι της για να τραγουδά, ενώ η αριστοκρατία της πόλης, μαζί με τους περίεργους, αλλά και το καλλιτεχνικό κύκλωμα, συρρέουν για να τρώνε και να πίνουν και να κοροϊδεύουν την οικοδέσποινα. Ωστόσο η Μαργκερίτ, στην οποία κανείς δεν έχει τολμήσει να πει ότι δεν ακούγεται, είναι αποφασισμένη να δώσει και ρεσιτάλ μπροστά σε αληθινό κοινό.
Με εκπληκτικό, δημιουργικό σεβασμό στην αισθητική και τα ήθη της θεότρελης μεσοπολεμικής παρισινής κοινωνίας, ο Ζιανελί ξεδιπλώνει με χάρη μια ταινία για την πραγματική δύναμη της επιθυμίας – και, ταυτόχρονα, μια σκωπτική ματιά πάνω στην κριτική, αλλά και στη λαιμαργία του κόσμου της Τέχνης. Αν κατά στιγμές ξεστρατίζει σε μια χαρακτηριστικά γαλλική κινηματογραφική φλυαρία, η Κατρίν Φρο («Δείπνο Ηλιθίων», «Το Κορίτσι που Γυρίζει τις Σελίδες», «Υψηλή Μαγειρική») υπερκαλύπτει τα πάντα, με μια ερμηνεία τόσο ευαίσθητη, πολυδιάστατη και καθηλωτική, που θέλεις ακόμα και να την ακούς να τραγουδά παράφωνα. Λεπτογραμμένη και σκηνοθετημένη με φινέτσα και ευαισθησία, η ταινία αποφεύγει την κοινοτυπία και τον συναισθηματικό εκβιασμό κι εμπνέει τον θεατή σε μονοπάτια αυτογνωσίας και απλής απόλαυσης της ανθρώπινης δύναμης.