Ένας συγγραφέας που ζει στη Νέα Υόρκη βυθίζεται στην απόγνωση μετά την αποτυχία του να γράψει έστω και μια γραμμή και το χωρισμό από την κοπέλα του. Ένας φίλος από τα παλιά όμως του δίνει τη λύση σε ένα χάπι που τον κάνει να αποκτήσει διαύγεια, έμπνευση και έναν άλλο πιο δυναμικό και γοητευτικό εαυτό.
Αν δεν ήξερες ποιος σκηνοθέτησε την «Απόλυτη Ευφυία» θα ορκιζόσουν πως στην καρέκλα του σκηνοθέτη κάθεται ο Τόνι Σκοτ. Γρήγοροι ρυθμοί, εφέ που ενσωματόνται εμβόλιμα στη δράση, ριψοκίνδυνες γωνίες λήψης και μια ενορχήστρωση σκηνών που θυμίζει όπερα είναι τα κύρια χαρακτηριστικά ενός θρίλερ που ξεκινάει από ένα έξυπνο σενάριο, πριν απογειωθεί σκηνοθετικά σε μια ευρηματική καταγραφή των όσων συμβαίνουν στο ανθρώπινο μυαλό και επηρεάζουν τελικά την πραγματικότητα. Αυτή είναι η ιδανική περιγραφή του πρώτου μισάωρου της «Απόλυτης Ευφυίας», μιας απολαυστικής επόδειξης σκηνοθετικού οίστρου που σε συνδυασμό με την φρέσκια υποκριτική ματιά του Μπράντλεϊ Κούπερ («Hangover») καταφέρνει να ανεβάσει το ενδιαφέρον στα ύψη για ό.τι πρόκειται να ακολουθήσει. Αν, όμως, ο Τόνι Σκοτ θα ήξερε πως να συγκρατήσει και το ενδιαφέρον και την σκηνοθετική του «υστερία» μέχρι το τέλος, ο Μπέργκερ («Ο Μάγος Αιζενχάιμ») παρασύρεται από την υπερβολική εμπιστοσύνη στον εαυτό του μετατρέποντας τις όποιες αρετές του σε ένα φορτωμένο σύμπαν που φτάνει στο φινάλε κουραστικά επαναλαμβανόμενο και τελικά χωρίς πραγματικό λόγο ύπαρξης. Δεν τον βοηθάει, φυσικά, και το αναληθοφανές σενάριο, βασισμένο στο μυθιστόρημα The Dark Fields του 2001, στην προσπάθεια του να λειτουργήσει ως μια σύγχρονη παραβολή για το κυνήγι της επιτυχίας και της δύναμης. Αν οι θεατές έπαιρναν με το εισιτήριο ένα χάπι από το NZT-48, ίσως τότε να μιλούσαμε σε άλλη βάση.