Δεν είναι δύσκολο να βρεθείς πάνω από το μέσο όρο της γαλλικής κωμωδίας. Αρκεί να αποφύγεις τις χοντροκοπιές, τα υπερβολικά λοκάλ αστεία και την πεποίθηση πως το σωματικό χιούμορ βρίσκει αναφορά μόνο στην αμερικανική παράδοση από τα '80s και μετά.
Ευτυχώς, ο Μπρουνό Πονταλιντές (αδερφός του Ντενί, ηθοποιός και σεναριογράφος και ο ίδιος - στην Ελλάδα έχουμε δει ελάχιστες ταινίες του με πιο πρόσφατη τη «Γλυκιά Απόδραση» του 2016), βρίσκει τις αναφορές του στον Ζακ Τατί, ειδικά όταν στο κέντρο της παράλογης υπαρξιακής κωμωδίας του βρίσκεται μια start-up που επενδύει στον τομέα των drones και χρησιμοποιεί την τεχνολογία ακόμη και με τρόπους που δεν είχαμε ποτέ σκεφτεί.
Φυσικά και η απόσταση από το «Playtime» είναι αγεφύρωτη, ωστόσο ο Πονταλιντές δεν τσιγκουνεύεται ούτε σε ιδέες (όπως το υπερ-αυτόματο αυτοκίνητο της εταιρίας) ούτε στη ριψοκίνδυνη μείξη μιας σάτιρας γύρω από την αγορά εργασίας με την τρυφερή ματιά πάνω σε μια ομάδα μοναχικών ανθρώπων που ανακαλύπτουν μέσα από τις ρωγμές του συστήματος την αίσθηση της συντροφιάς, της κατανόησης, της «οικογένειας».
Η ιστορία στρέφεται γύρω από τον Αλεξάντρ, ο οποίος, όταν η σύζυγός του φύγει για δύο μήνες σε μια υποβρύχια αποστολή (!), θα πρέπει να αποδείξει ότι μπορεί να φροντίσει τα δυο μικρά τους παιδιά αλλά και ότι μπορεί να βρει μια εργασία που επιτέλους να τους εξασφαλίσει μια καλύτερη ζωή. Ο Αλεξάντρ θα ξεκινήσει έναν αγώνα επιβίωσης, θα βρει δουλειά σε μια νέας κοπής start-up αλλά θα αποκρύψει ότι είναι πατέρας δύο παιδιών, καθώς ο πρώτος και σημαντικότερος κανόνας του νέου του εργασιακού περιβάλλοντος είναι «no child».
Μπορεί κανείς εύκολα να αντιληφθεί τι ακριβώς θα συμβεί στη συνέχεια, όταν ο Αλεξάντρ θα πρέπει να κρύβει - όχι πάντα με επιτυχία - την ύπαρξη των παιδιών του, καθώς στο κάδρο μπαίνει και ο Αρτσιμπολντό, ένας οδηγός uber με τον οποίο θα συγκατοιγκήσει και ο Αλεξάντρ θα του φορτώσει το ρόλο του πατέρα. Μαζί τους και η αυστηρή executive που θα εισβάλλει στο σπίτι του Αλεξάντρ, θα φλερτάρει με τον Αρτσιμπολντό και από φόβος και τρόμος του Αλεξάντρ θα γίνει μάλλον η καλύτερη σύμμαχός του.
Ο Μπρουνό Πονταλιντές - που υποδύεται με τρυφερότητα τον Αρτσιμπαλντό - σκηνοθετεί τις περιπέτειες του Αλεξάντρ σαν ένα μικρό μονόπρακτο του παραλόγου, με ελαφρότητα, υστερία, στιγμές (όχι και τόσο) γνήσιου σουρεαλισμού και στα όρια της ανοησίας ξεσπάσματα ιδιορρυθμίας στην προσπάθειά του να φτιάξει ένα σύμπαν που κινείται σε off beat ρυθμούς, όπως ίσως βλέπει τον κόσμο ένας άνθρωπος που δεν καταλαβαίνει ακριβώς τη θέση του σε έναν ολοένα και πιο δύσκολο κόσμο.
Μπερδεύοντας την κωμωδία με την ποίηση και την κομεντί με τη σάτιρα (ακόμη και το θέμα της τεχνολογίας με το θέμα της αγοράς εργασίας και τις μονογονεϊκές οικογένειες), ο Πονταλιντές δίνει ευκαιρία στον αδερφό του, Ντενί να πλάσει έναν αξιαγάπητο χαρακτήρα, καθοδηγεί με υστερική υπερβολή τη Σαντρίν Κιμπερλέν, αφαιρώντας της πόντους κωμικού timing, και προσπαθεί όχι πάντα πετυχημένα να επαναφέρει διαρκώς την ισορροπία κάθε φορά που η ταινία του γέρνει προς τη χοντροκομμένη και ανέμπνευστη φάρσα.
Η αγωνία του να είναι όλα παράξενα, κάνει το παραμύθι του να μοιάζει τελικά κοινότοπο και ακόμη μικρότερο από την υπόσχεσή του για μια γλυκιά, ανάλαφρη, μελαγχολική ματιά σε ένα κόσμο που θα άξιζε για λίγο να βρεθεί… εκτός δικτύου.