Η Βαλερί Ντονζελί, που μάς είχε ενθουσιάσει με το «Πολεμώντας για τη Νίκη» (όχι εξίσου στη συνέχεια τής σκηνοθετικής πορείας της), υπογράφει μια ταινία καίρια, με θέμα τους γκρίζους τόπους στη γυναικεία καταπίεση μέσα σε μια σχέση αλλά, παραδόξως, δεν καταφέρνει ν' αποβάλλει τα κλισέ.
Βασισμένη στο ομότιτλο μυθιστόρημα του Ερίκ Ραϊνάρτ του 2014, η ιστορία παρακολουθεί την Μπλανς, μια όμορφη, φωτεινή, θετική γυναίκα, δασκάλα, που γνωρίζει τον κομψό, δοτικό Γκρεγκουάρ. Οι δυο τους ερωτεύονται με πάθος και ζουν μαζί. Σταδιακά, όμως, με κινήσεις μικρές, πάντα με δικαιολογία την άφατη αγάπη, τη διεκδίκηση της προσοχής, ο Γκρεγκουάρ απομακρύνει την Μπλανς απ' όλα τα κοντινά της πρόσωπα - και την άστατη, αγαπημένη δίδυμη αδελφή της - σφίγγοντας όλο και πιο πολύ γύρω της τον κλοιό της ιδιοκτησίας, της κατάργησης κάθε επιθυμίας, κάθε πρωτοβουλίας.
Μ' ένα σενάριο που η Ντονζελί υπογράφει μαζί με την Οντρέ Ντιγουάν (που τόσο καλύτερα διατύπωσε το θέμα της στο «Γεγονός»), η ταινία κυλά σε flash backs, καθώς η Μπλανς αφηγείται τη ζωή και τη σχέση της σε μια γυναίκα της οποίας η ιδιότητα αποκαλύπτεται μόνο στο τέλος. Το ύφος ακολουθεί σκόπιμα αυτό ενός χιτσκοκικού θρίλερ, με την ακαταμάχητης ομορφιάς και γλύκας Βιρζινί Εφιρά να ενσαρκώνει μια θερμή, αυτή τη φορά, ξανθιά, με ψυχαναλυτική συγκέντρωση και τον Μελβίλ Πουπό να λεπτοδουλεύει τον ήρωά του: και πόσο σωστά, μια και το μεγαλύτερο αβαντάζ του φιλμ είναι αυτές οι δυσδιάκριτες πράξεις που κάνουν μια σχέση τοξική, ενώ εξωτερικά μοιάζει ονειρεμένη, που κάνουν το θύμα να κολλακεύεται, να εφευρίσκει δικαιολογίες, να δυσκολεύεται να αποδράσει, όταν ο θύτης είναι μια γοητευτική απειλή ζωής.
Είναι, όμως, όλο το περίβλημα της ιστορίας που κολλά σε στερεότυπα, που παρουσιάζει ήρωες σχηματικούς (ειδικά τη δίδυμη αδελφή που ενσαρκώνει, με διαφορετικά μαλλιά, και πάλι η Εφιρά), που πασπαλίζει τη δράση με μπαναλιτέ, που παρά το καίριο θέμα και τους ζηλευτούς πρωταγωνιστές, μειώνει την ταινία σ' ένα παλιομοδίτικο μελόδραμα.