Μετά το χαμό του αγαπημένου Βασιλιά, η αδίστακτη γυναίκα του, παίρνει τον έλεγχο του βασιλείου και κρατά την όμορφη 18-χρονη Χιονάτη, κλεισμένη στο παλάτι. Αλλά όταν η πριγκίπισσα προσελκύει την προσοχή του γοητευτικού και πλούσιου πρίγκιπα που τους επισκέπτεται, η ζηλιάρα Βασίλισσα εξορίζει το κορίτσι σε ένα κοντινό δάσος. Εκεί αναλαμβάνουν να την προσέχουν μία παρέα φασαριόζικων αλλά καλόκαρδων νάνων. Δίπλα τους η Χιονάτη μετατρέπεται σε μια γενναία νεαρή γυναίκα αποφασισμένη να σώσει τη χώρα της από τη βασίλισσα. Με την υποστήριξη των νέων φίλων της, παλεύει να κερδίσει ξανά τη θέση της στο βασίλειο και την καρδιά του πρίγκιπα.

Οι ταινίες του Τάρσεμ πάσχιζαν πάντα να βρουν την ισορροπία τους ανάμεσα στην πινακοθήκη των υπέροχων εικόνων τους και στα μάλλον αμήχανα σενάριά τους, που ήταν εκεί απλά σαν στήριγμα της εξωτερικής ομορφιάς του κάθε φιλμ. Αν όμως στο «Κελί», στο «The Fall», ακόμη και σε αυτούς τους μάλλον αμετροεπείς «Αθάνατους», το λαμπρό περιτύλιγμα είχε στο εσωτερικό του μια ιστορία που αν μη τι άλλο προσπαθούσε να σε κάνει να την πάρεις στα σοβαρά, στην περίπτωση του «Καθρέφτη», το σενάριο είναι τόσο σαχλό που κάνει ακόμη κι αυτό το παραμύθι της Χιονάτης να μοιάζει με βιβλίο του Τόμας Μάν.

Δεν είναι μόνο ότι η κωμωδία δεν είναι ποτέ αστεία, ή ότι η πλοκή είναι γεμάτη από κομμάτια που μοιάζουν να κινούνται με την ταχύτητα βραδύποδα που έχει παγιδευτεί σε λάκκο με κινούμενη άμμο. Είναι κυρίως ότι τίποτα στο φιλμ δεν σε κάνει να ενδιαφερθείς για το τι συμβαίνει ή το γιατί, για την τύχη των ηρώων ή την έκβαση της ιστορίας.

Ισως γιατί όλοι οι χαρακτήρες μετά βίας διασχίζουν την περιοχή του σχηματικού (μερικοί μένουν για πάντα κολλημένοι στην καρικατούρα), ή γιατί η Χιονάτη της Λίλι Κόλινς είναι τόσο άχρωμη και αδιάφορη που το μόνο που σου μένει στο μυαλό μετά το τέλος της ταινίας, ίσως και να είναι το (μάλλον hardcore) μαύρο φρύδι της.

Ακόμη και η βασίλισσα και κακιά μητριά, όσο χαριτωμένα κι αν προσπαθεί να την υποδυθεί η Τζούλια Ρόμπερτς δεν κατορθώνει να αποκτήσει κανένα βάθος, ενώ μόνο ο Αρμι Χάμερ, που μοιάζει να έχει αποδεχτεί ολοκληρωτικά την επιφανειακή φύση του όλου πράγματος, κινείται με άνεση σε έναν ρόλο που προφανώς αντιλαμβάνεται ότι κανείς δεν θα πάρει στα σοβαρά.

Παρά τις προσπάθειες και την πληθώρα ταλέντου που ξοδεύτηκε για την ταινία, το «Καθρέφτη Καθρεφτάκι μου» κατορθώνει να κάνει ακόμη κι αυτό το παραμύθι να μοιάζει πιο κατάλληλο για ενηλίκους απ ότι το φιλμ, ενώ κάθε προσπάθεια ανατροπής των κλασσικών κανόνων του, δεν δείχνει τίποτα περισσότερο από κενή εξυπνάδα.

Τελικά το μόνο που μένει είναι μονο μερικά υπέροχα set design, κάποια εντυπωσιακά ειδικά εφέ και τα για μια ακόμη φορά (δυστυχώς τελευταία) αμίμητα κοστούμια της Εϊκο Ισιόκα.

Ενα άθροισμα μάλλον ελλειμματικό για μια τόσο φιλόδοξη ταινία...