«Εγώ η Oλγκα Χεπνάροβα, θύμα της κτηνωδίας σας, σας καταδικάζω σε θάνατο». Με αυτά τα λόγια, γραμμένα σε ένα γράμμα από την ίδια, μια 22χρονη γυναίκα, μεγαλωμένη σε ένα αυστηρό οικογενειακό περιβάλλον, θύμα bullying στο σχολείο, απόκληρη λόγω της ομοφυλοφιλίας της, οδήγησε το 1973 ένα φορτηγό σε ένα πλήθος ανθρώπων που περίμεναν το τραμ στην Πράγα σκοτώνοντας 8 ανθρωπους και τραυματίζοντας 12. Ζήτησε να καταδικαστεί σε θάνατο και ήταν ο τελευταίος άνθρωπος στην Τσεχία που εκτελέστηκε.

Βασισμενο σε αυτή την συγκλονιστική αληθινή ιστορία, το φιλμ των Τομάς Γουέινρεμπ και Πετρ Κάζντα, κινηματογραφεί την διαδρομή της Ολγκα από την εφηβεία έως την πρώιμη ενηλικιωσή της, με την αυστηρότητα και την αυτοσυγκράτηση μιας αστυνομικής ή ιατροδικαστικής έκθεσης, σε αυστηρό ασπρόμαυρο και δίχως ίχνος συναισθηματισμού.

Με μια θαυμάσια, παγερή ερμηνεία της Μιχαλίνα Ολζάνσκα στον κεντρικό ρόλο, αλλά με μια υπερβολικά φορμαλιστική γλώσσα και μια ξεκάθαρα εστέτ διάθεση, η ταινία ακόμη κι αν περιλαμβάνει ολόκληρο το γράμμα που η Χεπνάροβα έστειλε στις εφημερίδες για να δικαιολογήσει την πράξη της, δεν κατορθώνει να σε κάνει να την κατανοήσεις, να την συμπονέσεις ή να την αντιπαθήσεις, σχεδον ούτε κάν να νοιαστείς.

Ο συναισθηματικός αντίκτυπος του φιλμ είναι σχεδόν μηδαμινός αφού ακόμη και η σκηνή της τραγικής της πράξης κινηματογραφειται αποστασιοποιημένα, με μια κλινική στάση και η δυστυχία, η αποξένωση ο πόνος της ηρωίδας της ακόμη κι αν περιγράφεται λεπτομερώς από την ίδια, στην οθόνη συνήθως μόνο υπαινίσσεται αντί να επιβεβαιώνεται.

Αισθητικά γοητευτικό, μα ποτέ τόσο δυνατό όσο θα έπρεπε ή όσο πιστεύει ότι είναι, το «Εγω, η Ολγα» σηματοδοτεί ένα αξιοπρόσεκτο ντεμπούτο, μα την ίδια στιγμή προδίδει τις αδυναμίες, την απειρία και την υπερβολική αυτοπεποίθηση των δημιουργών του.