Ο Hellboy επιστρέφει από την κόλαση στην Αγγλία, όπου πρέπει να νικήσει την παντοδύναμη μάγισσα Νίμουε, σύντροφο του Μέρλιν και γνωστή ως «Βασίλισσα του Αίματος» ή «Κυρά της Λίμνης» από τον μύθο του Αρθούρου. H Νίμουε βρίσκεται φυλακισμένη ως τη μέρα που θα καταφέρει να απελευθερωθεί και να συγκρουστεί σε μια επική μάχη με τον Hellboy, μια μάχη ικανή να φέρει το τέλος του κόσμου. Στόχος της η καταστροφή της ανθρωπότητας και ο μόνος που μπορεί να την σταματήσει είναι ο Hellboy. Πιο βίαιος, πιο αιμοδιψής και πιο σαρκαστικός από ποτέ.

Εχουν περάσει 15 ολόκληρα χρόνια από την πρώτη κινηματογραφική μεταφορά του αγαπημένου κόμικ του Μάικ Μινιόλα «Hellboy» σε σκηνοθεσία μάλιστα του Γκιγιέρμο Ντελ Τόρο. Αυτή και το σίκουέλ της, τέσσερα χρόνια μετά, μπορεί να μην ήταν από τις καλύτερες ταινίες του Μεξικάνου σκηνοθέτη αλλά σίγουρα ήταν δύο από τις πιο διασκεδαστικές και ευφάνταστες υπερηρωικές ταινίες που είχαμε δει μέχρι τότε, με ένα ισχυρό fan base που δεν θα συγχωρήσει μάλλον ποτέ τον Ντελ Τόρο που δεν κατάφερε να εκπληρώσει την επιθυμία όλων για μια τρίτη ταινία με αποτέλεσμα η σειρά να ξαναβρεί τον δρόμο της προς την μεγάλη οθόνη αυτή την φορά με την μορφή ενός reboot.

Την σκηνοθεσία αναλαμβάνει ο βρετανός Νιλ Μάρσαλ, γνωστός από τις αρκετά αγαπημένες ταινίες τρόμου «H Kάθοδος» και «Dog Soldiers» αλλά και από μερικά εντυπωσιακά επεισόδια του «Game of Thrones», ο οποίος αν και δικαιολογημένα αποφασίζει να μην ακολουθήσει την αισθητική των παλιών ταινιών, ταυτόχρονα όμως μοιάζει σαν να χάνει τον δρόμο του, προσπαθώντας να δώσει το δικό του στιλ, καταλήγοντας έτσι σε κάτι το πιο διεκπεραιωτικό, δημιουργώντας ένα τελείως διαφορετικό τέρας (#diplhs) από αυτό που γνωρίζαμε.

Από τα πρώτα κιόλας πλάνα, καθώς μαθαίνουμε την ιστορία της μάγισσας Νίμουε, ο Μάρσαλ, με το reboot αυτό, μοιάζει να μένει πιο πιστός στο κλίμα των κόμικ, δίνοντας του μια ατμόσφαιρα τρόμου, με κάποιες δόσεις φανταστικού παραμυθιού, πλάθοντας ένα σύμπαν γεμάτο αίμα, βία και gore. Γρήγορα όμως, και κάπως αμήχανα, αντιλαμβάνεσαι ότι ο Μάρσαλ στηρίζεται μόνο σε αυτά για να δώσει ένα κάποιο ενδιαφέρον στην ταινία του και να κερδίσει κάποια επιφωνήματα θαυμασμού, κυρίως από το μικρότερο ηλικιακά κοινό της.

Ενα ίσως από τα καλά των παλιών ταινιών ήταν και το πόσο καλά εναρμονίζονταν τα ψηφιακά εφέ με το προσθετικό μακιγιάζ, δημιουργώντας έτσι το δικό τους ιδιαίτερο στυλ. Εδώ, πέραν του ίδιου Hellboy, ο Μάρσαλ βομβαρδίζει την ταινία με όσα περισσότερα εφέ μπορεί ποντάροντας στον εντυπωσιασμό σε κάθε πλάνο. Τα περισσότερα καταλήγουν όμως να είναι τόσο κακόγουστα (συναγωνίζονται άνετα τον Scorpion King από το «Mummy Returns») που νιώθεις πως η ταινία ασφυκτιά κάτω από το βάρος τους, χάνοντας την όποια αίσθηση διασκέδασης.

Σε αυτό δεν βοηθάει και το σενάριο του, μέχρι πρότινος τηλεοπτικού, Αντριου Κόσμπι ο οποίος το παραγεμίζει με προφητείες για το τέλος του κόσμου, θρύλους, μυστικές οργανώσεις και τέρατα. Καμιά από τις παραπάνω ιδέες δεν φωνάζει πρωτοτυπία, και η αλήθεια αυτό δεν θα μας πείραζε τόσο εάν μέσα σε όλο αυτό το μικρό χαμό οι περισσότερες από αυτές καταλήγουν πραγματικά αχρείαστες. Η ταινία μοιάζει σαν να πηγαίνει τους χαρακτήρες της από το ένα μέρος στο άλλο, του οδηγεί να σκοτώνουν κάοιους κακούς (με τον πιο αιματηρό τρόπο), και ξανά από την αρχή μέχρι να φτάσουν στο τέλος και να αντιμετωπίσουν την Νίμουε.

Η ταινία θα ήταν μια πραγματική απογοήτευση αν δεν υπήρχε έστω ο Ντέβιντ Χάρμπουρ (που οι περισσότεροι γνωρίζουν ως τον σερίφη Χόπερ από το «Stranger Things») για να δώσει την δική του εκδοχή στον ρόλο του οξύθυμου, αθυρόστομου και αρκετά σαρκαστικού Hellboy, αντικαθιστώντας τον Ρον Πέρλμαν, ο οποίος για αρκετούς ήταν ο καλύτερός του ρόλος. Κι όμως εδώ και ο Χάρμπουρ ισορροπεί ανάμεσα στην ανθρώπινη και δαιμονική υπόσταση του χαρακτήρα του. Τα daddy issues του μοιάζουν κλισέ, δίνουν όμως ένα πιο ευαίσθητο τόνο στον κατά τα άλλα γεμάτο νεύρα και θυμό δαίμονα. Το ίδιο δεν μπορούμε να πούμε και για την Μίλα Γιόβοβιτς στον ρόλο της κακιάς μάγισσας Νίμουε, που απλά παίρνει τον εαυτό της πολύ σοβαρά, καταλήγει να είναι τόσο χάρτινη και καρικατούρα, χάνοντας την ευκαιρία να δώσει το απόλυτο καμπ στοιχείο που «φωνάζει» ο χαρακτήρας της.

Το νέο «Hellboy» δεν είναι το reboot που περίμεναν οι φανατικοί οπαδοί του και σίγουρα δεν είναι η ταινία που θα κάνει περήφανο το κόμικ του Μινιόλα. Μοιάζει απλά ως ακόμα μια αρπαχτή των στούντιο του Χόλιγουντ η όποια γρήγορα θα ξεχαστεί πριν καν πείτε Anung Un Rama.