Λίγο μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση, ένας χειρουργός, ο Φιλίπ Πρεμπραζέσκι, που ασχολείται με την ανανέωση του ανθρώπινου οργανισμού προχωρά σε ένα ακόμη πιο προωθημένο πείραμα, τη μετατροπή ενός σκύλου σε άνθρωπο. Μεταφέρει ζωτικά όργανα ενός αλκοολικού και μικροκακοποιού σε ένα αδέσποτο σκυλί. Και αυτό αρχίζει σιγά σιγά να έχει ανθρώπινη συμπεριφορά. Μαζί με τα καλά, όμως, το σκυλί κληρονομεί… και τα κακά! Αφού ολοκληρωθεί η μετατροπή του, αρχίζει να έχει και την ίδια άσχημη συμπεριφορά του ανθρώπου από τον οποίο πήρε!
Γυρισμένη αρχικά για την τηλεόραση η «Καρδιά ενός Σκύλου», έφερε τη μεγάλη ευθύνη του να μεταφέρει στον κινηματογράφο ένα από τα πιο θρυλικά μυθιστορήματα της ρωσικής λογοτεχνίας, το 1988, ένα χρόνο μετά την άρση της απαγόρευσής του και λίγο πριν το οριστικό τέλος της Σοβιετικής Ενωσης.
H επιλογή του Βλάντιμίρ Μπόρτκο ήταν απλή και ως ένα σημείο σοφή. Διατήρησε αυτούσιο όλο το κείμενο του Μπουλγκάκοφ και προσπάθησε να μεταφέρει επίσης αυτούσια όλη την τρέλα μιας ιστορίας που ισορροπεί ανάμεσα στη σάτιρα και την επιστημονική φαντασία, χαρακτηριστική της κριτικής του συγγραφέα το 1925 όταν και κυκλοφόρησε, λίγο μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση.
Ταυτόχρονα ο Μπόρτκο αποφάσισε να αφαιρέσει από την αφήγησή του το χρώμα, αλλά δεν ενέδωσε ούτε στο ασπρόμαυρο, πετυχαίνοντας τελικά μια σέπια που διατρέχει με μια ατμόσφαιρα vintage αθωότητας ολο το φιλμ, είτε αυτό κινείται στους άδειους χιονισμένους δρόμους της Μόσχας, είτε μέσα στο αριστοκρατικό διαμέρισμα του χειρούργου πρωταγωνιστή του.
Η διαδρομή της «Καρδιάς ενός Σκύλου» είναι μνημειώδης. Ο,τι ξεκινάει σαν ένα σχεδόν πειραματικό φιλμ ειδωμένο από την οπτική γωνία ενός σκύλου – ο οποίος αφηγείται και την ιστορία – καταλήγει γρήγορα σε μια κωμωδία γεμάτη γκαγκς και ρυθμικές ανατροπές όπως θα την έφτιαχναν οι Αδερφοί Μαρξ, πριν επιστρέψει πάλι σε μια avant-garde εκδοχή μιας ταινίας επιστημονικής φαντασίας που θυμίζει τουλάχιστον θεματικά τον «Ανθρωπο Ελέφαντα» του Ντέιβιντ Λιντς αν του αφαιρέσεις τον ουμανισμό και του προσθέσεις ισχυρές δόσεις προφανούς πολιτικής σάτιρας.
Εδώ βρίσκεται και η προβληματική «καρδιά» της ταινίας του Μπόρτκο η οποία είναι στιγμές που μοιάζει με αυτή του πειραματόζωου που θα γεννηθεί από το παράδοξο πείραμα της εμφύτευσης στην καρδιά ενός σκύλου των χαρακτηριστικών ενός μικροκακοποιού.
Ενώ η «Καρδιά ενος Σκύλου» μιλάει πρωτίστως για τον άνθρωπο, τη σύγκρουσή του με την εξουσία και την πίστη του σε ένα σύστημα που του υπόσχεται μια ουτοπία που φυσικά δεν θα μπορέσει να υπάρξει ποτέ – το μέλλον της Σοβιετικής Ενωσης το επιβεβαίωσε, η ματιά του Μπόρτκο είναι περισσότερο αυτή ενός επιστήμονα που παρατηρεί πως ακριβώς συμπεριφέρεται το δημιούργημά του.
Αποστασιοποιημένος από το όποιο δράμα των ηρώων του (είτε αυτό είναι η πτώση της αριστοκρατίας είτε η άνοδος του προλεταριάτου – και τα δύο ειδωμένα ως ήττες), σίγουρος πως το σημαντικό στη μεταφορά του έργου του Μπουλγκάκοφ ήταν αυτή η vintage αίσθηση του φανταστικού, ο Μπόρτκο παραδίδει ένα φιλόδοξο έργο που όμως παραμένει τελικά μια συμβολική φάρσα.
Μεγαλόπνοοη μεν, ψυχρή δε. Ικανή να προκαλέσει συζητήσεις τόσο για τη φόρμα όσο και για την προφανή στο μεγαλύτερο ποσοστό πολιτική της θέση, αλλά όχι και γνήσια κινηματογραφική συγκίνηση.