O Καρό Νίντζα του τίτλου γεννιέται όταν ένας αδίστακτος ιδιοκτήτης ενός εργοστασίου κατασκευής κούκλων στην Ταϊλάνδη σκοτώνει – κυριολεκτικά – στο ξύλο ένα παιδί που, από την εξάντληση, χρησιμοποιεί ως πρώτη ύλη για την δημιουργία της κούκλας το ακριβό του κασκόλ. Εκείνη την στιγμή και όσο το άψυχο κορμί του παιδιού κείτεται στο έδαφος, ένας κεραυνός «μεταγγίζει» στην μοναδική πλέον κούκλα το εκδικητικό πνεύμα ενός πραγματικού νίντζα με την υπόσχεση (και την δέσμευση) να σκοτώσει τον υπαίτιο αυτού του φόνου. Οχι και η πιο «παιδική» έναρξη, σωστά;
Και η αφήγηση των Αντερς Μάθεσεν και Θορμπιόρν Κριστόφερσεν, μεταφορά στο σινεμά του ομότιλου βιβλίου του πρώτου, δεν σταματά εκεί. Ο «Καρό Νίντζα» είναι μια κυρίως εφηβική ταινία που αποτυπώνει το bullying σε όλη την σκληρότητά του, που δε διστάζει να απεικονίσει την βία ακόμα και όταν αποδέκτης είναι παιδιά, που χρησιμοποιεί σεξουαλικό χιούμορ και όχι πάντα κόσμια γλώσσα (στην αυθεντική τουλάχιστον εκδοχή της) και που – ηρωικά – βάζει τους πρωταγωνιστές της να σταθούν απέναντι σε διακινητές ναρκωτικών και – συχνά – πραγματικά θανάσιμο κίνδυνο.
Φυσικά, αυτό δε σημαίνει ότι ο «Καρό Νίντζα» δεν παύει να αποτελεί μια ταινία που απευθύνεται σε ένα νεαρό κοινό, η επιλογή της όμως να μιλήσει με ευθεία γλώσσα όταν η πλειοψηφία των αντίστοιχων (αμερικανικών κυρίως) ταινιών χρησιμοποιεί μεταφορές και μια συγκαλυμμένη έκφανση της βίας αποτελεί μια αναμφισβήτητη έκπληξη που προσφέρει στο φιλμ μια φρέσκια, επίκαιρη και ανεπιτήδευτη ματιά.
Βέβαια από την αφήγηση δεν απουσιάζουν και περισσότερο προσφιλείς στο είδος θεματικές. Όταν η στοιχειωμένη κούκλα του τίτλου συναντά τον Αλεξ, για να εξασφαλίσει την βοήθειά του, ορκίζεται να τον βοηθήσει να αντιμετωπίσει τον τραμπούκο του σχολείου και να κατακτήσει το κορίτσι των ονείρων του, γεγονός που επιτρέπει στο φιλμ να προσφέρει μερικές ανάλαφρες, αν και περιπετειώδεις σκηνές, που δίνουν την ευκαιρία στους δημιουργούς να δημιουργήσουν ένα πολυποίκιλο σύνολο νεαρών χαρακτήρων που ξεκινούν μεν από τα τυπικά αφηγηματικά κλισέ (οι «σπασίκλες», οι «νταήδες», τα «κορίτσια που θέλουν όλοι», οι «σνομπ» κλπ) αλλά καταφέρνουν στην πορεία να βρουν την μοναδικότητά τους.
Ακόμα και η ίδια η οικογένεια του Αλεξ απέχει από τη συνηθισμένη animated απεικόνιση, συγγενεύοντας περισσότερο με τα βορειοευρωπαϊκά κοινωνικά φιλμ παρά με τον μέσο όρο των ταινιών κινουμένων σχεδίων. Είναι ένα επιπλέον στοιχείο που προσφέρει στον «Καρό Νίντζα» αιχμή και τόλμη που συχνά απουσιάζει από το είδος και που σπάει όποια «ασφάλεια» έχουμε συνηθίσει να βρίσκουμε πια σε αυτές τις ταινίες.
Το κακό είναι ότι το ανάλαφρο με το πιο σκοτεινό στοιχείο δεν ισορροπούν συχνά ιδανικά στην ανάπτυξη του φιλμ. Η σκληρή αρχή δίνει άγαρμπα τη θέση της σε μια πιο παραδοσιακή εφηβική κομεντί για να θυμηθεί στην πορεία εξίσου ξαφνικά τις αρχικές σκοτεινές καταβολές της. Επιπλέον, το σαφώς φτωχικό animation που δεν μπορεί καν να συγκριθεί με την ποιότητα των αντίστοιχων αμερικανικών παραγωγών κάνει τον «Καρό Νίντζα» σκληρό και στο μάτι, αδικώντας ενδεχομένως την αφηγηματική φιλοδοξία του.
Η σύντομη όμως διάρκειά του, ο πυκνός και γεμάτος δρώμενα ρυθμός του, η θεματική του προκλητικότητα αλλά και η πραγματική πίστη στους ήρωές του, κάνουν τελικά την ταινία ένα παράδοξα ενδιαφέρον αξιοπερίεργο κινουμένων σχεδίων που, αν και κινδυνεύει συχνά να χάσει την κατεύθυνσή του λόγω των πολλαπλών αφηγηματικών γραμμών, έχει την δύναμη και τον τρόπο να μιλήσει για κάτι ενήλικο που πρέπει όμως να ακούσουν τα παιδιά.
Ακόμα και αν αυτό κρύβεται πίσω από την τυπική ιστορία ενός αδύναμου παιδιού που βρίσκει τελικά τον τρόπο να πολεμήσει για όλα όσα επιθυμεί.