Το πραγματικό και μόνο κατόρθωμα του Δημήτρη Κατή είναι ότι ξόδεψε χρόνο, κόπο και σίγουρα χρήματα, αλλά και το ότι έπεισε και μια σειρά ανθρώπων για να γυρίσει κάτι που δεν είναι εύκολο να ορίσεις. Το να χαρακτηρίσεις το «Broken Circle» ως μια «κακή ταινία» μειώνει το αποτέλεσμα που κατοικεί πέρα από την έννοια του «κακού», σε ένα τόπο, όπου επί δυόμιση ώρες προσπαθείς απεγνωσμένα να βρεις μια συντεταγμένη που να βγάζει νόημα ή κάτι που να υποψιάζει έστω και αμυδρά για κάτι κινηματογραφικό.

O Κατής (γνωστός στους περισσότερους ως παρουσιαστής του Metal Mania πίσω στις αρχές του 1990, συνθέτης και αυτόβουλος πρόμαχος του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού), σε ρόλο - ορχήστρα (παραγωγού, σεναριογράφου, σκηνοθέτη, διευθυντή φωτογραφίας, συνθέτη, μοντέρ, colorist, location manager, casting director…) παίζει με πρωτοφανή επιτυχία όλα τα όργανα λάθος, ολοκληρώνοντας μια παραφωνία που προσομοιάζει με «ελεύθερο» σινεμά (#not), αλλά που τελικά, καθώς ξεδιπλώνεται βασανιστικά ως η αποθέωση του νεκρού (που είναι και ο ίδιος και σε αφήνει και σένα) χρόνου, αποδεικνύεται πως είναι ο απόλυτος θρίαμβος του wtf (με την πολύ κακή έννοια) συν το τέλος του μοντάζ, του ρακόρ, της ενδυματολογίας, του μακιγιάζ, του voice over (από τον ίδιο τον Κατή), του green screen, της επιστημονικής φαντασίας, του μύθου των Ατρειδών, του Α, του Ω και όλων των (αρχαίων και νέων) αλφαβήτων του κόσμου.

Η όποια περιγραφή της υπόθεσης δεν έχει απολύτως κανένα νόημα. Αυτό άλλωστε πρεσβεύει και η ίδια η ταινία όταν μιλάει για ένα «όνειρο μέσα σε ένα όνειρο», συνδυάζοντας τα ομηρικά έπη με οικολογικές απολήξεις και μαύρη μαγεία, σε ένα ρεμίξ που μπλέκει μέθυσους βασιλιάδες, ακόρεστες κόρες, ήρωες με φτηνές περούκες και «ακριβά» μπράτσα, με κεντρικούς πρωταγωνιστές μια πριγκίπισσα που δεν ονειρεύεται πλούσιους γάμους και εξουσία, αλλά θέλει να είναι ελεύθερη και να απολαμβάνει τον ήλιο και τη Φύση και τον γιο ενός τσοπάνη που θα την ερωτευτεί αγνοώντας τις συνέπειες.

Υπό άλλες συνθήκες θα μπορούσε κανείς να μιλήσει για ένα ακατέργαστο κιτς ανοσιούργημα που χρήζει ανακάλυψης και (ενδεχομένως) ανάλυσης - μια ακόμη προσθήκη σε μια (μόνο) ελληνική παράδοση που κατά καιρούς έχει αναδείξει ταινίες που δεν διαισθάνονται το άτοπο της ύπαρξής τους και με θράσος επαναστάτη σκάνε από το πουθενά διεκδικώντας χώρο και χρόνο από την πολύπαθη (έτσι κι αλλιώς και χωρίς αυτές) ελληνική κινηματογραφία - και τη ζωή σου.

Η ακατάσχετη όμως φλυαρία του (σε πομπώδη, ανεξιχνίαστα για την αυθεντικότητά τους ελληνικά συν ένα voice over που είναι το λιγότερο… τρομακτικό), οι ερμηνείες που μοιάζουν διαρκώς και κορυφούμενα αδιανόητες, τα μουσικά ιντερλούδια που κρατάνε τη διάρκεια στις δυόμιση ώρες, η αίσθηση μιας κακώς εννοούμενης new age πατριδολαγνείας και η ακόμη εντονότερη αίσθηση ενός βλέμματος που προσβάλλει ποικιλοτρόπως και με θέση τις γυναίκες και τις μειονότητες, κάνουν το «Broken Circle» μια επιεικώς αφόρητη εμπειρία με την οποία μπορεί και να διασκεδάζαμε (για τρία λεπτά μάξιμουμ…) αν μαθαίναμε στο τέλος, αντί για μία «επιστημονικής φαντασίας αρχαία τραγωδία» (όπως χαρακτηριστικά την ονομάζει ο δημιουργός της) πως πρόκειται για ένα επικό… τρολάρισμα.