Δύο κορυφαίοι μυστικοί πράκτορες, δύο κολλητοί φίλοι. Θα έπεφταν στην φωτιά ο ένας για τον άλλον. Δε θα επέτρεπαν τίποτα και κανέναν να μπει ανάμεσά τους. Μέχρι που ερωτεύονται την ίδια γυναίκα. Κι αυτό σημαίνει πόλεμος! Μία παθιασμένη, πεισμωμένη, ανεξέλεγκτη μονομαχία: συστήματα παρακολούθησης τελευταίας τεχνολογίας, προηγμένες στρατηγικές, αλλά κι ένα οπλοστάσιο ικανό να σβήσει μια μικρή χώρα από τον χάρτη. Ποιος θα κερδίσει το κορίτσι;
Αρκούν δεκαπέντε λεπτά για να εγκαταλείψεις κάθε προσπάθεια να συμπαθήσεις μια ταινία που ήδη από τη σύλληψη της μοιάζει φαινομενικά διχοτομημένη ανάμεσα στη δράση και το ρομάντζο, ενώ στην πραγματικότητα είναι διχασμένη ανάμεσα στην ανία και την ανοησία.
Είναι εκπληκτικό το πως ενώ η υπόθεση μοιάζει «φορτωμένη» μοιράζοντας το χρόνο της ανάμεσα στη ρομαντική κομεντί και την αστυνομική περιπέτεια δράσης, το τελικό αποτέλεσμα είναι πιο άδειο και από όσο προσπαθεί να κάνει τη χαζή η Ρις Γουίδερσπουν.
Για πολλή ώρα – ακόμη και όταν η αγωνία υποτίθεται ότι κορυφώνεται για το αν ο «κακός» θα σκοτώσει τους δύο ήρωες και ποιος τελικά θα το πάρει το κορίτσι – δεν συμβαίνει τίποτα εκτός από ανώφελα ανθρωποκυνηγητά και νερόβραστες ρομαντικές σκηνές που οφείλει εκ των πραγμάτων να διαθέτει κάθε «date movie» που σέβεται τον εαυτό του.
Μην εναποθέτετε τις ελπίδες σας στο πρωταγωνιστικό τρίο. Σε μια απόδειξη πως κανένας δεν είναι καλός ηθοποιός μέχρι αποδείξεως του εναντίου, και οι τρεις κινδυνεύουν με αυτήν την ταινία να χάσουν μεγάλο μέρος του κοινού που τους λατρεύει, κερδίζοντας ήδη με αυτήν την ταινία μια σίγουρη υποψηφιότητα στα φετινά Χρυσά Βατόμουρα.
Η Ρις Γουίδερσπουν κάνει τη χαριτωμένη, αγαθή κορασίδα που δεν μπορεί να σταυρώσει αγόρι σαν να παίζει σε κωμωδία του Ανταμ Σάντλερ. Ο Κρις Πάιν («Star Trek») περιφέρει λάθος το παιδικό γεμάτο δυνατότητες πρόσωπο του σε έναν λάθος ρόλο. Και ο Τομ Χάρντι, από τους σημαντικότερους νέους ηθοποιούς («Κι ο Κλήρος Επεσε στον Σμάιλι», «Warrior»), δεν είναι, διάολε, ρομαντικός ήρωας όσο και να προσπαθεί το σενάριο να τον υποβάλλει σε ζαχαρωμενα μαρτύρια γλυκανάλατης ρομαντζάδας.
Και οι τρεις τους βρίσκονται στο έλεος μιας ταινίας δράσης που δεν έχει δράση και μιας ρομαντικής κομεντί που δεν έχει κομεντί, σκηνοθετημένη στα όρια της μη σκηνοθεσίας από τον McG των «Αγγελων του Τσάρλι» και εκτελεσμένη σαν κανείς από τους συντελεστές να μην ήθελε να συμμετέχει εξ αρχής.
Και αυτό θα πει χαμένος πόλεμος ήδη από τα opening credits.