Η Ελλάδα των «νεόπτωχων» – των ανέργων που ανεβαίνουν τον δικό τους Γολγοθά, κατά τη διάρκεια της άνευ προηγουμένου οικονομικής κρίσης. Η ταινία ακολουθεί τις ιστορίες αρκετών πολιτών, προβάλλοντας την κοινωνική ανισότητα και την αδικία. Το φαινόμενο των αστέγων, τα συσσίτια, τα συγκλονιστικά ποσοστά ανεργίας και η κατάπτωση μεγάλων κοινωνικών στρωμάτων στην κατηγορία των νεόπτωχων, έχουν μετατρέψει το όνειρο της ευημερίας σε έναν κοινωνικό-οικονομικό εφιάλτη.
Το να κάνεις ένα ντοκιμαντέρ για την ζωή στις μέρες τις οικονομικής κρίσης, για την εξαθλίωση μιας μερίδας του πληθυσμού για τις δυσκολίες να επιβιώσεις με αξιοπρέπεια όταν ζεις με ελάχιστα ή καθόλου χρήματα, όταν κοιμάσαι στον δρόμο, είναι αναμφίβολα μια αξιέπαινη πράξη. Ομως οι καλές προθέσεις δεν αρκούν για μια επίσης αξιέπαινη ταινία, κι αυτό το ντοκιμαντέρ ακόμη κι αν περιέχει αλήθεια κι εξομολογήσεις που αξίζει να ακούσεις, δεν κατορθώνει να τις παρουσιάσει με τρόπο που θα τους έδινε τον αντίκτυπο που αξίζουν.
Κι αν το να αναζητάς καλλιτεχνικές αρετές σε ένα φιλμ που θέλει να είναι καταγραφή της ζωής ανθρώπων στα όρια της εξαθλίωσης μπορεί να ακούγεται παράδοξο, θα έλεγε κανείς ότι αυτό το ντοκιμαντέρ είναι ούτως ή άλλως «υπερβολικά σκηνοθετημένο» (με την κάμερα συχνά σε «ακροβατικά» πλάνα, με το μοντάζ γεμάτο κόλπα και με αχρείαστα εφέ από scratches και καψίματα κάθε τόσο) απλά με τον λάθος τρόπο.
Και δυστυχώς πέρα από τις αισθητικές αντιρρήσεις ακόμη και στην δομή του, μοιάζει αποσπασματικό και βιαστικό, σαν μια δειγματοληπτική συλλογή από ανθρώπους στην ζωή των οποίων δεν μοιάζει να εμβαθύνει αληθινά.