Οι δυο ταινίες με πρωταγωνιστή τον Ant-Man έχουν χρησιμοποιηθεί από τη Marvel ως ένας καθαρισμός παλέτας των κινηματογραφικών φάσεων του MCU.

Η πρώτη ταινία «Ant-Man» παρουσιάστηκε ως το φινάλε της Δεύτερης Φάσης μετά και τα γεγονότα του «Avengers: The Age of Ultron» και η δεύτερη ταινία, με τίτλο «Ant-Man and the Wasp», προσέφερε μια μικρή, ευχάριστή, διέξοδο μετά και τα όσα συνέβησαν στο «Avengers: Infinity War» στην Τρίτη Φάση.

Η τρίτη περιπέτεια του φιλοδοξεί να συναγωνιστεί μεγαλύτερου βεληνεκούς ταινίες της Marvel και δίνει σε αυτόν τον μικρό ήρωα ένα πολύ μεγαλύτερο καμβά για να παίξει, μεγαλύτερα διακυβεύματα να υπερασπιστεί αλλά και μεγαλύτερους κακούς να αντιμετωπίσει. Και μπορεί για το MCU το μέγεθος να είναι αυτό που μετράει (τις περισσότερες φορές), εδώ όμως το εγχείρημα κάνει τον Ant-Man να χάνει αρκετή από τη γοητεία που είχε, δίνοντάς μας μια από τις πιο αδιάφορες ταινίες της Marvel τα τελευταία χρόνια.

Συναντάμε τους Σκοτ Λανγκ και Χόουπ βαν Ντάιν να ζουν σαν ένα ευτυχισμένο φυσιολογικό ζευγάρι που τυχαίνει να είναι και υπερήρωες. Η ζωή είναι ωραία. Ο Σκοτ έχει γράψει ένα βιβλίο, η Χόουπ ασχολείται με ανθρωπιστικό της έργο και η οικογένεια τους -οι γονείς της Χόουπ και η κόρη του Σκοτ, Κάσι- είναι επιτέλους μέρος της καθημερινότητας τους. Η Κάσι, μάλιστα, μοιράζεται το πάθος της νέας της οικογένειας για την επιστήμη και την τεχνολογία, ειδικά σε σχέση με τον Κβαντικό Κόσμο. Αλλά το ανήσυχο πνεύμα της τους οδηγεί σε ένα αναπάντεχο ταξίδι χωρίς επιστροφή στον ατελείωτο υποατομικό κόσμο, όπου συναντούν παράξενα νέα πλάσματα, μία κοινωνία σε κρίση και έναν μάστερ του χρόνου με απειλητικές διαθέσεις. Με τον Σκοτ και την Κάσι να εξωθούνται προς μία κατεύθυνση και τη Χόουπ με τους γονείς της σε άλλη, οι ήρωες διασκορπίζονται σε έναν εμπόλεμο κόσμο, ενώ δεν έχουν καμία ιδέα πώς θα βρουν τον δρόμο της επιστροφής.

Ο σκηνοθέτης της ταινίας Πέιτον Ρίντ θέλει να μας την παρουσιάσει την εισαγωγή στη Πέμπτη Φάση του MCU ως ένα τριπαρισμένο κινηματογραφικό ταξίδι. Το Κβαντικό Βασίλειο εξάλλου, στο οποίο φυλακίζονται οι ήρωές μας, είναι το κατάλληλο μέρος για κάτι τέτοιο. Παίρνοντας αρκετά στοιχεία από το «Ταξίδι στο Κέντρο της Γης» αλλά και από το αρκετά πρόσφατο animation της Disney «Παράξενος Κόσμος», ο Πέιτον δημιουργεί ένα σύμπαν αρκετά σουρεαλιστικό και σε στιγμές μαγευτικά όμορφο, στο οποίο ο χρόνος και ο χώρος λειτουργούν τελείως διαφορετικά από ότι γνωρίζουμε.

Παρόλα αυτά δεν αφήνεται μέσα σε αυτή την κβαντική τρέλα την οποία σε έχει προϊδεάσει από την αρχή. Χωρίς να είναι το παραισθησιογόνο τριπάκι του «Doctor Strange», αλλά και χωρίς τις όποιες συναρπαστικές σκηνές δράσεις που ίσως περιμένεις από μια MCU ταινία, η «Κβαντομανία» του Πέιτον αφήνει το CGI να αναλάβει πρωταγωνιστικό ρόλο, μπουκώνοντας τόσο τον κόσμο όσο και τους χαρακτήρες του και φυλακίζοντάς τους σε μια βαρετή ταινία.

Ακόμα και όταν θέλει να μιλήσει, έστω και αρκετά επιφανειακά, για θέματα όπως εκείνα της αποικιοκρατίας, του ιδεαλισμού και της ηθικής, αφήνει την ιδιαιτερότητα αλλά και την ανάλαφρη ανοησία του σεναρίου του να μπει μπροστά από αυτά, χωρίς όμως να ασπάζεται καμία από τις δυο πλευρές, μένοντας έτσι κάπως μετέωρο ανάμεσα στην σοβαρότητα και στη χαζομάρα. Το «Ant-Man» είχε πάντα ένα ιδιαίτερο χιούμορ, κάτι που όμως κατάφερνε να σε κερδίσει στο τέλος, αλλά εδώ τα αστεία μόνο που κάνουν είναι να έχουν μια εμμονή με τις ανθρώπινες τρύπες (πραγματικά wtf?), έναν αρκετά περίεργο σχεδιασμό του MODOK ο οποίος ίσως αγαπηθεί από κάποιους (ίσως και πάλι όχι, πρέπει να το δείτε για να το πιστέψετε), και όλα αυτά σε συνδυασμό με κάποιους από τους πιο κακογραμμένους διαλόγους στο MCU.

Κι όλα αυτά σε μια ταινία η οποία εισάγει έναν νέο μεγάλο και μοχθηρό κακό στο MCU, τον Κανγκ τον Κατακτητή, ο οποίος όμως θα είναι η επόμενη μεγάλη απειλή του σύμπαντος. Κάτι που, παρά τις μεγάλες κουβέντες και τα ακόμα μεγαλύτερα διακυβεύματα που παρουσιάζονται, δεν εξελίσσεται σε κάτι το πραγματικά ανησυχητικό καθώς πλησιάζουμε στο τυποποιημένο αρκετά φινάλε του φιλμ. Τουλάχιστον ο Τζόναθαν Μέιτζορς είναι υπέροχος στον ρόλο του Κανγκ παρουσιάζοντας τον ψυχρό και αρκούντως μοχθηρό.

Το «Ant-Man and the Wasp: Quantumania» είναι μια ανάλαφρη περιπέτεια αλλά τίποτα παραπάνω. Παρόλο που υπόσχεται πολλά τελικά παραδίδει ελάχιστα από αυτά χωρίς όμως να αφήνεται ολοκληρωτικά στην τρέλα της για να κάνει αυτό το ταξίδι στο Κβαντικό Βασίλειο, αλλά και την εισαγωγή στην Πέμπτη Φάση του MCU, πραγματικά αξέχαστα.