Ο Ουόλτερ κι η Μόνικα περιμένουν χαρούμενοι τη γέννηση του πρώτου τους παιδιού, η αλήθεια όμως είναι ότι η σεξουαλική ζωή τους βρίσκεται σε τέλμα. Τα φιλαράκια του Ουόλτερ τον πιέζουν να ξεδώσει με καμιά περιπετειούλα, αλλά εκείνος δηλώνει βράχος ηθικής. Παρ' όλο που είναι προπονητής σε μια ομάδα βόλεϊ γυναικών, όπου επιπλέον η καλύτερη παίκτρια, η ελκυστική Εύα, είναι αποφασισμένη να τον αποπλανήσει... Η Κιάρα κι ο Ντιέγκο είναι γείτονες και... αντιπαθιούνται αμοιβαία: Εκείνος, ιδιοκτήτης μπαρ και ρέμπελος πλέι μπόι, κι εκείνη, σεμνότυφη νοσοκόμα με λογοτεχνικές κι οικολογικές ανησυχίες. Κι όμως ο Ντιέγκο θα «μπαρκάρει» για χάρη της με το καράβι της Greenpeace στη Βόρεια Θάλασσα, όταν η Κιάρα αποδεικνύεται η μόνη του ελπίδα να ξαναβρεί... το χαμένο ανδρισμό του. Η Μάρτα κι ο Αντρέα είναι αγαπημένοι φίλοι και συγκάτοικοι. Και τώρα είναι χαρούμενοι γιατί συνάντησαν και οι δυο τον έρωτα της ζωής τους. Το μόνο πρόβλημα είναι ότι πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο – τη Φραντσέσκα! Η Νικολέτα, η ώριμη, γοητευτική μητέρα του Αντρέα, παρασύρεται απ' τις φίλες της που πιστεύουν ότι η μόνη λύση στα ερωτικά αδιέξοδα της μέσης ηλικίας είναι... η ανόρθωση προσώπου. Τώρα πια μόνο ο έρωτας μπορεί να τη σώσει απ' το νυστέρι του πλαστικού χειρουργού!
Πρώτο μέρος μια διλογίας που έσπασε τα ταμεία στην Ιταλία, το «Αντρες Εναντίον Γυναικών» (η δεύτερη ταινία έχει τίτλο «Γυναίκες εναντίον Αντρών»!) δεν είναι παρά μια σεξοκωμωδία στη συσκευασία ενός ensemble φιλμ τύπου «Love Actually» που θα ήθελε να έχει (η ακόμη χειρότερα πιστεύει ότι έχει) διαλόγους αλά Γούντι Αλεν και φιλοδοξεί να πει κάτι χαριτωμένο για την προαιώνια πάλη ανάμεσα στα δύο φύλα.
Βγάλτε τις λέξεις «Love Actually», «Γούντι Αλεν» και «χαριτωμένο» και αυτό που μένει είναι μια φλύαρη, παλιομοδίτικη και χοντροκομμένη κωμωδία που φαινομενικά σατιρίζει αυτό ακριβώς που υπηρετεί: έναν σεξιστικό κόσμο μέσα στον οποίο οι άντρες είναι φαλλοκρατικά γουρούνια και οι γυναίκες κυκλοφορούν ημίγυμνες, αρκεί να είναι κάτω από 20 ετών, παίκτριες του βόλεϊ ή τουλάχιστον να κατάγονται από την Κούβα.
Δεν υπάρχει τίποτα αστείο στη θέα μιας γυναίκας που δέρνει τον άντρα της όταν τον πιάνει να την απατά, τίποτα μοντέρνο στο γεγονός πως μια λεσβία και ο γείτονας της ερωτεύονται την ίδια γυναίκα, τίποτα κινηματογραφικό σε μια σφήνα οικολογικής αφέλειας που εμπλέκει ένα καράβι της Greenpeace ως άλλο «πλοίο της αγάπης», τίποτα ανατρεπτικό σε μια συντηρητική άποψη περί του έρωτα και της απιστίας που θεωρεί το σεξ σκανδαλιστικό λες και όλοι οι εμπλεκόμενοι είναι μαθητές του δημοτικού.
Ναι, είναι αλήθεια. Οι άντρες είναι γουρούνια και οι γυναίκες χάνουν πόντους γοητείας από την ανασφάλεια με το σώμα και την ηλικία τους και όλοι μαζί μοιάζουν συχνά με δεκαπεντάχρονα που προσπαθούν να κατανοήσουν τα δύσκολα μαθηματικά του έρωτα, αποτυγχάνοντας παταγωδώς αιώνες τώρα.
Αυτό, όμως, δεν σημαίνει πως κάθε ταινία που μεγενθύνει τα παραπάνω χαρακτηριστικά στη μορφή ενός σίριαλ ερωτικών περιπτύξεων γίνεται αυτόματα μια σύγχρονη σάτιρα, ικανή να καταγράψει έναν κόσμο που άγεται και φέρεται από την επιθυμία επιβεβαιώνοντας διαρκώς και σχεδόν με αταβιστικό τρόπο το γεγονός πως άντρες και γυναίκες θα παραμείνουν εχθροί στον αιώνα τον άπαντα.
Ειδικά όταν το σενάριο εξαντλείται σε κλισέ φιλοσοφίες περί έρωτος, η σκηνοθεσία είναι «τηλεοπτική» (με όλη τη σημασία της λέξης) και το χιούμορ εξαντλείται σε επίπεδο αντροπαρέας και πλαστικού χειρούργου, αντίστοιχα για τους άντρες και τις γυναίκες.
Θυμίζοντας τελικά οικογενειακή soft εκδοχή της ιταλικής σεξοκωμωδίας που άνθισε τη δεκαετία του ’70 στη χώρα και ταυτόχρονα μια ακόμη απόδειξη πως ο κόσμος γουστάρει (ακατανόητα) ακόμη να γελάει με κάτι που θα έπρεπε απλά να αγνοήσει.