Μία γυναίκα προσπαθεί να πείσει το διευθυντή μιας τράπεζας πως χρειάζεται επειγόντως ένα δάνειο 35.000 ευρώ. Η ιστορία της είναι τραγική, καθώς αφηγείται πως δεν θεωρείται ιδανική μητέρα από το κράτος και πως χωρίς αυτά τα χρήματα δεν θα μπορέσει να ξαναδεί ποτέ την κόρη της, η οποία βρίσκεται τώρα στα χέρια της Πρόνοιας και κινδυνεύει να μείνει σε ιδρύματα αν δεν καταφέρει να δώσει τα συγκεκριμένα χρήματα σε έναν διοικητικό υπάλληλο που θα της εξασφαλίσει την επίσημη… κηδεμονία του παιδιού της. Ο διευθυντής πείθεται, η διαδικασία ξεκινάει, αλλά την ώρα που πρέπει να βιαστούν για να προλάβουν τα κεντρικά γραφεία, δύο ληστές μπαίνουν με όπλα μέσα στην τράπεζα, κρατούν ομήρους όλους τους εργαζόμενους και πελάτες και βάζουν μια μεγάλη άνω τελεία στο όνειρο της γυναίκας να πετύχει τον σκοπό της.
Εγκλωβισμένη μέσα στην τράπεζα, η γυναίκα θα προσπαθήσει να γίνει η μεσάζων των ληστών με την αστυνομία που βρίσκεται συγκεντρωμένη έξω από το κτίριο, καθώς η ώρα περνάει, η προθεσμία για την αίτηση του δανείου τελειώνει και η κατάσταση αρχίζει να βγαίνει εκτός ελέγχου αφού το ζευγάρι των ληστών είναι βίαιο, ενεργεί χωρίς λογική και τα μυστικά αρχίζουν να διαβρώνουν την πραγματικότητα που όλοι (ήρωες και θεατές) νομίζουμε ότι παρακολουθούμε.
Για τουλάχιστον μια ώρα, το «70 Πεντακοσάρικα» είναι ένα άκρως απολαυστικό αστυνομικό θρίλερ με καλοδουλεμένες σκηνές δράσης, σασπένς που δεν αναλώνεται σε κλισέ, ανατροπές που πραγματικά δεν περιμένεις και μια ατμόσφαιρα που εξαιτίας κυρίως της απρόβλεπτης κεντρικής ηρωίδας - που υποδύεται με βάθος μεγαλύτερης αξίας από τον τίτλο η Εμα Σουάρεζ - καταφέρνει διαρκώς να σε μεταφέρει διανοητικά και συναισθηματικά σε ένα roller coaster χωρίς ορατό ή τουλάχιστον προβλέψιμο φινάλε.
Οσο το φιλμ παίζει με τους κανόνες ενός άτυπου είδους που είναι αυτό της ομηρίας στην τράπεζα και προσπαθεί να τους ανατρέψει, όλα λειτουργούν ρολόι σε ένταση, ρυθμό και εμπλοκή του θεατή που προσπαθεί να λύσει ένα παζλ που διαρκώς αποκαλύπτει νέα κομμάτια και νέες εικόνες για αποκρυπτογράφηση. Με ολοφάνερη, ήδη από την πρώτη σκηνή, και την προσπάθεια τόσο του σεναρίου όσο και της νευρικής σκηνοθεσίας, αυτό να είναι μια ταινία δράσης που όμως θα έχει χαρακτήρες και θα μπορεί να μιλήσει για κάτι περισσότερο από μια απλή υπόθεση… εξαπάτησης ακόμη και των πιο υποψιασμένων θεατών.
Στο τελευταίο μέρος, η ισορροπία διαταράσσεται, όχι μόνο γιατί οι πληροφορίες αρχίζουν και γίνονται περισσότερες απ’ όσες μπορεί να αντέξει μια μικρή σχετικά ταινία, αλλά κυρίως γιατί το μόνο που σε ενδιαφέρει είναι το παιχνίδι ανάμεσα στους δύο κεντρικούς γυναικείους ρόλους στους οποίους η Εμα Σουάρεζ και η Ναταλί Πόζα μεγαλουργούν, δημιουργώντας ένα εκρηκτικό δίδυμο που νιώθεις πως δεν χωράει στις διαστάσεις της οθόνης, εκφράζοντας μοναδικά τη δυναμική ανάμεσα σε γυναίκες που θέλουν και μπορούν να πάρουν τη ζωή τους στα χέρια τους.
Αφήνοντας πίσω αυτή τη δυνατή σχέση, η ταινία φτάνει στο φινάλε της με μια σωρεία ανατροπών που φυσικά ολοκληρώνουν με την ίδια ένταση τη διαδρομή μιας γυναίκας που η τραγική της ιστορία αλλάζει μορφές (ανάλογα από ποια οπτική γωνία την κοιτάξεις) αλλά που τελικά κρατούν το όλο φιλμ στην (όχι και αμελητέα, για να είμαστε δίκαιοι) κατάσταση της ταινίας που όσο διαρκεί σε αναγκάζει να βρίσκεσαι λιγότερο ή περισσότερο στην άκρη του καθίσματός σου. Χωρίς να την (και καλά κάνει) πειράζει που μετά τους τίτλους τέλους, μπορεί και να την έχεις ξεχάσει…