Συνέντευξη

Ο Γιώργος Τσεμπερόπουλος λύνει κάθε παρεξήγηση γύρω από την Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου

στα 10

Από τη θέση του Προέδρου της και με την εμπειρία δημιουργού και θεατή, ο Γιώργος Τσεμπερόπουλος υπογραμμίζει τη σημασία της ΕΑΚ για την κοινότητα.

Ο Γιώργος Τσεμπερόπουλος λύνει κάθε παρεξήγηση γύρω από την Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου

Η παρακάτω συνομιλία έγινε τις τελευταίες μέρες του Απριλίου, μέσω Skype. Κάτι που δεν θα ήταν ποτέ προσωπική επιθυμία του Γιώργου Τσεμπερόπουλου, που (όσοι τον γνωρίζουν μπορούν να το επιβεβαιώσουν), προτιμάει να κοιτάζει πάντα στα μάτια το συνομιλητή του και φροντίζει πάντα να δίνει χρόνο για να ακούσει, να απαντήσει, να αναρωτηθεί εκ νέου, να συζητήσει, να εξασκήσει, δηλαδή, με τον πιο τελέσφορο τρόπο την τέχνη του διαλόγου. Αυτό κάνει χρόνια τώρα στον ανοιχτό του διάλογο με το κοινό και την κινηματογραφική κοινότητα, παραμένοντας ένας ακούραστος κινηματογραφιστής και ταυτόχρονα ένας επίμονος μαχητής για το καλό του ελληνικού σινεμά.

Στην πρώτη του συνέντευξη από την ημέρα που εξελέγη Πρόεδρος της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου και λίγο πριν τα δεύτερα βραβεία Ιρις επί της Προεδρίας του, ο Γιώργος Τσεμπερόπουλος προσπερνά το εμπόδιο της ψηφιακής επικοινωνίας και κοιτάζει κατάματα ολόκληρη την κινηματογραφική κοινότητα, το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον της. Και εξηγεί στο Flix τη σημασία της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου. Οχι μόνο τη συστήνει από την αρχή λύνοντας όλες τις απορίες γύρω από την αποστολή της και τη βαρύτητα των βραβείων της αλλά την τοποθετεί με σθένος στο κέντρο κάθε σοβαρής διεκδίκησης για την ανάπτυξη της εθνικής κινηματογραφίας.

Η ανυπομονησία του για το τέλος της πανδημίας, για την συνέχιση του έργου της Ακαδημίας χωρίς αποστάσεις ασφαλείας, την επιστροφή του κοινού στην αίθουσα, την επαναφορά της ατζέντας προς την Πολιτεία για την - επιτέλους - χάραξη εθνικής κινηματογραφικής πολιτικής και για την ολοκλήρωση του νέου του σεναρίου (πρώτου μετά τον «Εχθρό Μου» του 2013), είναι το ελπιδοφόρο μήνυμά που στέλνει ο Γιώργος Τσεμπερόπουλος ακριβώς πάνω στη «μεγάλη έξοδο» προς μια νέα, αχαρτογράφητη εποχή για τα πάντα γύρω μας.

Διαβάστε ακόμη: Οι εκπλήξεις, οι απουσίες, τα περίεργα των υποψηφιοτήτων των βραβείων Ιρις της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου 2021

ΔΣ Το ΔΣ της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου

Πού σας βρίσκει αυτός ο Απρίλιος του 2021; Σε τι διανοητική κατάσταση και τι δημιουργική φάση;

Ασφυκτιώ. Eίμαι άνθρωπος του σπιτιού - που είναι σπίτι και γραφείο μαζί - και ενώ το πρώτο και το δεύτερο lockdown πήγαν καλά, σε αυτό το τρίτο νιώθω ότι δεν αντέχω άλλο. Κάπως το είχα δέσει μέσα μου ότι θα είχαμε τελειώσει αυτήν την άνοιξη και τώρα ασφυκτιώ. Δεν μπορώ άλλο αυτήν την καρέκλα, αυτή τη στάση σώματος, δεν μπορώ άλλο αυτόν τον συνοπτικό, κοφτό, λόγο. Γλιτώνουμε βέβαια πολύ χρόνο, η ζωή μας όμως γίνεται όλο και πιο α-σώματη. Μη ξεχνάμε ότι ανήκω σε μια γενιά που δεν γεννήθηκα με το κινητό στο χέρι.

Για τη δημιουργική φάση στην οποία βρίσκομαι… Σε όλη την πριν την πανδημία ζωή μου, έκανα τις δουλειές μου από κοντά ή άντε απ’ το τηλέφωνο και το κομπιούτερ το είχα κυρίως για το γράψιμο. Τώρα, αυτό το κομπιούτερ είναι σαν να μην χωράει το γράψιμο. Υπάρχουν τόσες δεκάδες πράγματα μέσα του, τόσα δεκάδες θέματα που τα κυνηγάω και με κυνηγάνε, που σκέφτομαι να συνεχίσω το γράψιμο με το χέρι. Να διαφέρει απ’ τις δουλειές, να παίρνει άλλο χρόνο.

Ένα και παραπάνω χρόνο μετά την εκλογή σας ως Πρόεδρος της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου πώς θα συνοψίζατε έναν πρώτο απολογισμό σε σχέση με τους στόχους που βάλατε, τα εμπόδια που βρήκατε και όσα έχετε ήδη πετύχει;

Οι συγκεκριμένοι άνθρωποι που βρεθήκαμε στο Διοικητικό Συμβούλιο της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου, συμφωνήσαμε από τη πρώτη στιγμή πως βρισκόμαστε εδώ για όλο τον ελληνικό κινηματογράφο, για τις ταινίες όλων των ειδών. Η πολυφωνία είναι απαραίτητο στοιχείο για τη σωστή εκπροσώπηση μιας πολυσυλλεκτικής επαγγελματικής κοινότητας.

Αυξήσαμε λοιπόν αισθητά τα μέλη της Ακαδημίας. Τα παραλάβαμε περίπου 380 και τώρα είναι περίπου 560. Καλό ή κακό; Κατά τη γνώμη μου καλό γιατί χωρίς να ανοίξουμε τα κριτήρια, μπήκαν περισσότεροι άνθρωποι που κάνουν σινεμά, κι έτσι ήρθαν και περισσότερες ταινίες στην Ακαδημία.

Όπως γνωρίζετε και γνωρίζουμε καλά, το να κάνεις ταινία είναι κάθε φορά μια εξέγερση, όπως είναι και το φετινό μας σλόγκαν. Στην προσωπική ζωή του καθενός είναι μια εξέγερση το να ξεσηκωθείς να κάνεις ταινία στην ελληνική αλλά και στην ευρωπαϊκή πραγματικότητα. Αυτό είναι που ενώνει τους κινηματογραφιστές όλων των ειδικοτήτων και των γενεών, αυτό το κοινό αίμα. Κι αυτό φαίνεται καθαρά μόνο μέσα από την Ακαδημία.

Αυτός ήταν ο αρχικός μας στόχος: να ενισχυθούν όλες οι τάσεις, οι γενιές και οι ειδικότητες του ελληνικού Σινεμά. Το να έχεις όλες τις τάσεις και τις γενιές και το να βρίσκεις τρόπους να τις έχεις κοντά σου είναι πολύ σημαντικό για την Ακαδημία. Αναζητήσαμε λοιπόν ανθρώπους που δεν είχαν γίνει μέλη της Ακαδημίας περισσότερο από αδράνεια. Αμέσως μετά οργανώσαμε συναντήσεις με τα μέλη μας ανά ειδικότητα. Εκεί είδαμε καθαρά πως ο διάλογος με τις ειδικότητες χωριστά μπορεί να βάλει το νερό σε διάφορα αυλάκια. Περιμένουμε πώς και πώς να συνεχίσουμε αυτές τις συναντήσεις, γιατί τα μέλη μας έδειξαν πολύ πρόθυμα να συνεισφέρουν ιδέες στην κοινότητα για νέες δραστηριότητες.

Αντιμετωπίσαμε τις προκλήσεις που έφερε η πανδημία για όλους τους επαγγελματίες της κοινότητάς μας, αλλά και τις συνακόλουθες αναταράξεις στην κινηματογραφική πολιτική, παρεμβαίνοντας όπου κρίναμε πως χρειάζεται.

Σημαντικός στόχος μας ήταν φυσικά η ανάδειξη των ελληνικών ταινιών μέσα από τη διαδικασία των Βραβείων Ίρις. Οι ταινίες που υποβάλλονται στην Ακαδημία πρέπει να αποκτούν δημοσιότητα και μόνο με την υποβολή τους. Οι ταινίες που κερδίζουν Υποψηφιότητες πρέπει να έχουν ουσιαστική ορατότητα και επικοινωνία με το κοινό. Η πανδημία μάς στέρησε πέρσι τις προγραμματισμένες προβολές των Υποψήφιων ταινιών στη μεγάλη οθόνη. Βρήκαμε λύσεις, αλλά χωρίς να ξεχνάμε ότι ο προορισμός κάθε ταινίας είναι η μεγάλη οθόνη, στη σκοτεινή αίθουσα, με κόσμο. Επεξεργαστήκαμε και παρουσιάσαμε έγκαιρα στα μέλη κάποιες σημαντικές αλλαγές στο Καταστατικό, οι οποίες εγκρίθηκαν από τη ΓΣ στην συντριπτική τους πλειοψηφία.

Έχουμε ήδη κάνει ένα restart στις συνεργασίες της ΕΑΚ, τόσο με ιδιώτες όσο και με όλους τους θεσμούς - το Κέντρο Κινηματογράφου, την ΕΡΤ, το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, το Υπουργείο Πολιτισμού, το ΕΚΟΜΕ, το Athens Film Office.

Και φυσικά προσπαθήσαμε να εδραιωθεί η ΕΑΚ σαν αξιόπιστος συνομιλητής της Πολιτείας με τις αναλυτικές παρεμβάσεις μας - δημόσιες και μη - στα φλέγοντα ζητήματα της κοινότητας. Όντας σε επαφή με τις άλλες ευρωπαϊκές Ακαδημίες και τους τρόπους προσαρμογής στις μεγάλες αλλαγές που συμβαίνουν παγκόσμια, πιέζουμε για αποτελεσματικότερη και συντονισμένη κρατική πολιτική. Τα κατεπείγοντα όμως προβλήματα που διαρκώς προκύπτουν (λόγω κορονοϊού και δυστυχώς όχι μόνο) έχουν οδηγήσει σε σημαντικές καθυστερήσεις.

Οι συγκεκριμένοι άνθρωποι που βρεθήκαμε στο Διοικητικό Συμβούλιο της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου συμφωνήσαμε από τη πρώτη στιγμή πως βρισκόμαστε εδώ για όλο τον ελληνικό κινηματογράφο, για τις ταινίες όλων των ειδών. Η πολυφωνία είναι απαραίτητο στοιχείο για τη σωστή εκπροσώπηση μιας πολυσυλλεκτικής επαγγελματικής κοινότητας.»

Τι οδήγησε την Ακαδημία σε μια σχετική αδρανοποίηση - και σε επίπεδο αριθμού μελών και σε επίπεδο εξωστρέφειας - ακριβώς πάνω στο κλείσιμο της πρώτης δεκαετίας της;

Η Ακαδημία είναι καινούρια. Μετράει μόλις 12 χρόνια. Αν και ιδρύθηκε λίγους μήνες πριν πτωχεύσει η χώρα, ο ενθουσιασμός της αρχής και η φόρα που είχε ακόμα η Αγορά, την έκαναν να σκίσει τα πρώτα χρόνια. Τις επόμενες χρονιές ανέπτυξε κι άλλες δραστηριότητες - πέραν των Βραβείων Ίρις - που επίσης βοήθησαν την δυναμική της. Ταυτόχρονα όμως δούλευαν τα μνημόνια και η τεράστια πτώση της αγοράς και ο κλάδος έφαγε γερά χτυπήματα με προφανή οικονομικό αντίκτυπο και στην Ακαδημία.

Το Διοικητικό Συμβούλιο πριν το δικό μας έμεινε για δύο θητείες. Πριν το τέλος της πρώτης, αναζήτησαν τους επόμενους υποψήφιους, αλλά δεν φάνηκαν κάποιοι που να δείξουν πραγματικό ζήλο, κι έτσι αναγκάστηκαν σε μια δεύτερη τριετία. Παρά την αγάπη μου γι’ αυτό που κάνω και την όρεξη που έχω τώρα, δεν διανοούμαι ότι μπορώ να την διατηρήσω έξι ολόκληρα χρόνια. Και το λέω εγκαίρως, από τώρα. Είναι πολλή δουλειά και χρειάζεται ορμητική ενέργεια για να πηγαίνεις την Ακαδημία όλο και πιο μπροστά, όπως της αξίζει.

Να συμπληρώσω ότι υπάρχουν χρονιές με επιτυχίες εντός ή/και εκτός της χώρας, αλλά και κάποιες χρονιές που οι ταινίες έχουν μικρότερο αντίκτυπο, και αυτό πάντα επηρεάζει και την εικόνα της Ακαδημίας.

Γιατί θελήσατε σε αυτή τη φάση της πορείας σας να συμμετάσχετε ενεργά στην Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου;

Την πρώτη φορά που βρέθηκα σε γύρισμα - σαν φωτογράφος - συγκινήθηκα με έναν τρόπο που μου άλλαξε τη ζωή. Αυτό το πράγμα ότι πολλοί άνθρωποι μαζί εργάζονται έντονα και συντονισμένα επί δύο, τρεις και τέσσερεις ώρες, για να στήσουν και να τραβήξουν ένα πλάνο, το οποίο πρέπει να γίνει καλύτερο, κι άλλη λήψη και καλύτερο, κι άλλη λήψη και καλύτερο, και όταν «το έχουμε» είναι ένα και μοναδικό στην ιστορία, μια και μοναδική στιγμή… εκείνη την ημέρα προσηλυτίστηκα στο σινεμά.

Από νεαρός ήμουν συνεργατικός, πιστεύω πολύ στην ομάδα, στο team-work. Τη δεκαετία του ’80, ο Πανουσόπουλος, ο Περάκης κι εγώ συνεργαστήκαμε χωρίς αμοιβές μεταξύ μας και κάναμε 8 ταινίες μέσα σ’ αυτά τα 10 χρόνια. Πολλοί πίστευαν ότι είχαμε εταιρία, ενώ δεν ήταν εταιρία, ήταν μανία για το σινεμά. Δουλεύοντας ταυτόχρονα σαν παραγωγός διαφημιστικών ταινιών, πάντα έβρισκα χρόνο για τα κοινά. Όταν αποχωρήσαμε οι κινηματογραφικοί σκηνοθέτες από την Εταιρεία Ελλήνων Σκηνοθετών, υπήρξα ιδρυτικό μέλος του ΣΕΣΚ (νυν ΕΣΠΕΚ). Δεν έβαλα απλά μια τζίφρα, αλλά δούλεψα πολύ για να το στήσουμε, με τον Νίκο Βεργίτση, τον Βασίλη Βαφέα, τον Ανδρέα Τσιλιφώνη κι ένα σωρό άλλους.

Ασχολήθηκα με τα κοινά γιατί θεωρούσα ότι αφορούσε όχι μόνο εμένα, αλλά και όλη την κοινωνία. Θεωρώ ότι ο κινηματογράφος την καλυτερεύει. Ανοίγει τους ορίζοντες και καλυτερεύει τους ανθρώπους. Η ψυχαγωγία είναι λέξη σύνθετη. Εκείνα τα χρόνια που οι ταινίες είχαν μεγάλη πρόσβαση προς το κοινό, έπαιζε πραγματικά μεγάλο ρόλο. Σήμερα, παίζει ακόμη μεγαλύτερο γιατί τα πράγματα είναι πιο δύσκολα και ζούμε πολύ πιο απομονωμένοι.

Η πρώτη φορά που μου προτάθηκε να βάλω υποψηφιότητα για την Προεδρία της ΕΑΚ, ήταν την εποχή του «Εχθρού Μου» και δεν θα πρόφταινα να ασχοληθώ αποτελεσματικά. Αυτή τη φορά δεν είχα ταινία στα σκαριά, ήμουν όμως στο Διοικητικό Συμβούλιο του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, μια θητεία για την οποία είμαι περήφανος, γιατί πετύχαμε την εφαρμογή του νόμου σε κάτι καινοφανές στην ελληνική πραγματικότητα, την εφαρμογή της δυαρχίας στην διοίκηση. Με τις πολύ προσεκτικές επιλογές διαδικασίας και προσώπων αποδείξαμε ότι η συνεργασία μπορεί να συμβεί και στην Ελλάδα. Για να βάλω υποψηφιότητα για την Ακαδημία, έπρεπε να παραιτηθώ από το Φεστιβάλ και ήταν δύσκολη η απόφαση να αφήσω την εξαιρετική ομάδα που συνεργαζόμουν άψογα επί σχεδόν πέντε χρόνια. Θεώρησα όμως ότι στην Ακαδημία θα μπορούσα να προσφέρω τη δεδομένη στιγμή περισσότερα στην κοινότητά μας, και το έκανα το βήμα.

Η αδιάλειπτη αυτή ενασχόληση σας στα «μετόπισθεν», όπως αναφέρατε, από τι κινητοποιείται; Από έναν ρομαντισμό ή από πίστη ότι όντως με σκληρή δουλειά, αγάπη και ενότητα ο κόσμος μπορεί όντως να αλλάξει;

Κυνηγάω και άλλα πράγματα στη ζωή μου. Είμαι πολλά χρόνια στο Διοικητικό Συμβούλιο της Greenpeace. Στη γειτονιά μου κυνηγάω την ανακύκλωση και αντιμετωπίζω έγκριτους μαγαζάτορες που πετάνε τρόφιμα και καφέδες στους μπλε κάδους. Τι να σου πω; Είναι ένα είδος ανθρώπου αυτό, δεν αλλάζει. Με αφορά όπως με αφορά να λειτουργεί σωστά η πολυκατοικία μου, τα σχολεία, και τα νοσοκομεία.

Ασχολήθηκα από νωρίς με τα κοινά γιατί θεωρούσα ότι αφορούσε όχι μόνο εμένα, αλλά και όλη την κοινωνία. Θεωρώ ότι ο κινηματογράφος την καλυτερεύει. Ανοίγει τους ορίζοντες και καλυτερεύει τους ανθρώπους. Η ψυχαγωγία είναι λέξη σύνθετη. Εκείνα τα χρόνια που οι ταινίες είχαν μεγάλη πρόσβαση προς το κοινό, έπαιζε πραγματικά μεγάλο ρόλο. Σήμερα, παίζει ακόμη μεγαλύτερο γιατί τα πράγματα είναι πιο δύσκολα και ζούμε πολύ πιο απομονωμένοι.»

Τσεμπερόπουλος Ο Γιώργος Τσεμπερόπουλος από το πρώτο Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΑΚ

Τι είναι τελικά η Ακαδημία, ποιος θα ήταν ένας ορισμός της. Και ποιοι οι σκοποί της;

Η ΕΑΚ είναι μια αστική μη κερδοσκοπική εταιρία που διοικείται από επταμελές ΔΣ που εκλέγεται από τα Μέλη της κάθε τρία χρόνια.
Σκοπός της είναι, όπως αναφέρει και το Καταστατικό της, η εξασφάλιση της ελευθερίας της έκφρασης και της πολυφωνίας κατά τις συνταγματικές επιταγές, και η προαγωγή της ποιότητας των κινηματογραφικών ταινιών ως έκφραση του σύγχρονου πολιτισμού.
Η ανάδειξη, η ανάπτυξη και η προβολή της κινηματογραφικής τέχνης και του κινηματογραφικού δυναμικού της Ελλάδας, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.
Η ευθύνη, η πρωτοβουλία και η επιμέλεια για τη βράβευση κινηματογραφικών ταινιών και η σύσταση κανονισμού για τη διαδικασία ανάδειξης των κινηματογραφικών βραβείων.
Η παρέμβαση σε δημόσιες αρχές και θεσμικά όργανα για την προώθηση της κινηματογραφικής τέχνης στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Η εκπαίδευση επαγγελματιών στην κινηματογραφική τέχνη.

Η λέξη Ακαδημία παραπέμπει σε «εκπαιδευτικό ίδρυμα». Πόσο εκπαιδευτική μπορεί να είναι η αποστολή της Ακαδημίας;

Μα και η Ακαδημία Αθηνών δεν είναι εκπαιδευτικό ίδρυμα. Η ΕΑΚ φτιάχτηκε στα πρότυπα των υπολοίπων κινηματογραφικών Ακαδημιών του κόσμου, με κύριο στόχο την ευθύνη και πρωτοβουλία των ετήσιων κινηματογραφικών βραβείων. Η κινηματογραφική εκπαίδευση βέβαια είναι ένα τεράστιο ζήτημα για το οποίο η Ακαδημία πρέπει και θέλει να έχει άποψη και να επεμβαίνει με στόχο την βελτίωση της. Δεν είμαστε λοιπόν εκπαιδευτικό ίδρυμα, αλλά έχουμε εκπαιδευτικές δράσεις, όπως πχ το καθιερωμένο πιά ετήσιο Film Factory, το οποίο σκοπεύουμε άμεσα να διευρύνουμε. Εκπαιδευτική είναι και η ουσία του ετήσιου Young Audience Award όπου εκατοντάδες μαθητές και μαθήτριες 13 & 14 ετών από σχολεία ανά την Ελλάδα βλέπουν τις τρεις ταινίες που προτείνει η Ευρωπαϊκή Ακαδημία Κινηματογράφου για το βραβείο, συζητούν γι’ αυτές με Ελληνες και ξένους κινηματογραφιστές και μετά ψηφίζουν για την μία. Έμμεσα εκπαιδευτικό και ανεκτίμητο κατά τη γνώμη μου.

Ποια είναι η μεγαλύτερη παρεξήγηση γύρω από την Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου;

Κάποιοι νόμιζαν ότι η Ακαδημία είναι σωματείο. Τα σωματεία όμως εκπροσωπούν τις επιμέρους κινηματογραφικές ειδικότητες, ενώ στην ΕΑΚ είμαστε όλοι μαζί. Πολλά μέλη μας είναι γραμμένα και στο αντίστοιχο της εργασίας τους σωματείο από όπου και διαχειρίζονται την εργασιακή τους πραγματικότητα. Εργοδότες και εργαζόμενοι είμαστε σε διαφορετικά σωματεία, ενώ στην ΕΑΚ είμαστε μαζί.

Είναι η Ακαδημία ένας θεσμός που οφείλει να παρεμβαίνει πολιτικά σε σχέση με τα ζητήματα της κινηματογραφικής κοινότητας; Πόσο επηρεάζει η άποψη της Ακαδημίας την Πολιτεία;

Βέβαια, όπως άλλωστε ορίζεται και στο Καταστατικό της. Όπως είπα και πριν, η ΕΑΚ πρέπει να είναι αξιόπιστος συνομιλητής της Πολιτείας, για να είναι όμως και αποτελεσματική πρέπει διαρκώς να συντηρεί τα θέματα της ανάπτυξης της κινηματογραφίας ψηλά στην ατζέντα των συναρμόδιων υπουργείων και των θεσμικών οργάνων τους.
Κάθε φορά που αλλάζουν οι υπουργοί, οι νέοι πρέπει να ενημερώνονται σφαιρικά για τα καίρια θέματα - σε ποιο σημείο τα άφησαν οι προηγούμενοι. Το lobbying προς όλες τις κατευθύνσεις είναι απαραίτητο για να διασφαλίζεται η συνέχεια. Είναι κάκιστη η ελληνική συνήθεια μετά τις εκλογές οι νέοι υπουργοί να αλλάζουν όλα τα ΔΣ. Κάθε φορά αρχίζουμε απ’ την αρχή.
Στην τωρινή συγκυρία, ο κύριος στόχος είναι ο συντονισμός των συναρμόδιων υπουργείων σε μια ενιαία στρατηγική, όπως απαίτησε με τις υπογραφές του το σύνολο των κινηματογραφιστών στις αρχές αυτού του χρόνου. Ο Σύγχρονος Πολιτισμός έχει πιά δικό του Υφυπουργό και Γενική Γραμματέα, και θα πρέπει να γίνουν γοργά τα βήματα αυτά.

Πόσο ανεξάρτητη είναι η Ακαδημία από κομματικές και κυβερνητικές επιταγές; Πώς μπορεί να σταθεί αντικειμενικός κριτής των εξελίξεων και πώς μπορεί να διασφαλισθεί ότι θα ενεργεί με μοναδικό στόχο το όφελος της κινηματογραφικής κοινότητας;

Τελείως ανεξάρτητη πρέπει να είναι η ΕΑΚ. Επιδίωξη μας είναι να γνωρίζουν οι θεσμοί και οι πολιτικοί τους προϊστάμενοι ότι το εκάστοτε Διοικητικό Συμβούλιο μας απηχεί τη συνισταμένη των απόψεων όλων των κινηματογραφικών ειδικοτήτων, το εκάστοτε ευρύτερο αίτημα. Η ΕΑΚ δεν μπορεί παρά να είναι ψύχραιμος και αξιόπιστος συνομιλητής της κάθε κυβέρνησης. Ποτέ δεν είχε η Ακαδημία κομματική τοποθέτηση και πάντοτε επικοινωνούσε απευθείας με τους αρμόδιους Υπουργούς. Κάθε νέος Υπουργός που του δίνεται ξαφνικά στα χέρια ένα τόσο σύνθετο θέμα όσο η εθνική κινηματογραφία πρέπει να ενημερώνεται από την ΕΑΚ για τους στόχους της κοινότητας, ώστε να τους συμπεριλάβει στη στρατηγική του.
Το «αντικειμενικός κριτής» που λέτε εσείς, εγώ θα το έλεγα «πραγματικά ενημερωμένος». Πρέπει να ξέρεις τι συμβαίνει σήμερα στον ευρωπαϊκό - και όχι μόνο - κινηματογράφο, ποιες είναι οι δυναμικές ανάπτυξης για την ελληνική κινηματογραφία, να ενημερώνεις τους ευρωβουλευτές και τους θεσμούς για τις αλλαγές που εκκολάπτονται στις Βρυξέλλες και που μας αφορούν.
Η λέξη συνεργάζομαι με την εξουσία, είχε παλιά την χροιά της συναλλαγής. Σήμερα όμως αν δεν συνεργάζεσαι με αυτούς που έχουν στα χέρια τους τα πράγματα, πώς θα περάσεις τις θέσεις σου; Με συνθήματα;

Η Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου πρέπει να είναι αξιόπιστος συνομιλητής της Πολιτείας, για να είναι όμως και αποτελεσματική πρέπει διαρκώς να συντηρεί τα θέματα της ανάπτυξης της κινηματογραφίας ψηλά στην ατζέντα των συναρμόδιων υπουργείων και των θεσμικών οργάνων τους.»

Τι απαντάτε σε όσους συνεχίζουν, αγνοώντας τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν όλες οι Ακαδημίες σε όλον τον κόσμο, να υποστηρίζουν πως τα βραβεία της Ακαδημίας δίνονται από φίλους και γνωστούς σε φίλους και γνωστούς;

Κάθε μέλος έχει μία και μόνο (μυστική) ψήφο σε κάθε κατηγορία. Αναρωτιέμαι πόσους φίλους μπορείς να έχεις ανάμεσα σε 560 μέλη;
Η ιστορία των ετήσιων κινηματογραφικών βραβείων στην Ελλάδα έχει ως εξής: αρχικά ήταν μια 5αμελής επιτροπή του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, μετά μια 7μελής του ΥΠΠΟ, αργότερα τα μέλη έγιναν 13, και μετά 50. Τα 50 ακούστηκαν καλά στην αρχή, αλλά τα αποτελέσματα ήταν εκτρωματικά και σύντομα οι νεαροί κινηματογραφιστές αντιτάχθηκαν σθεναρά και δεν υπέβαλαν τις ταινίες τους αφού ήταν κομμένοι από χέρι. Σαν αποτέλεσμα αυτής της αντίδρασης, το 2009 ιδρύθηκε η Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου από 108 κινηματογραφιστές και σήμερα σχεδόν 12 χρόνια μετά έχει 560 μέλη.
Η απάντηση είναι ότι σε κάθε περίπτωση βρισκόμαστε μπροστά σε πολύ πιο δίκαια βραβεία από κάθε άλλη εποχή.

Υπάρχει στόχος για συγκεκριμένο αριθμό μελών που θα θεωρηθεί ικανός ώστε να μην υπάρχει η παραμικρή αμφισβήτηση γύρω από την αντικειμενικότητα της εκπροσώπησης και των βραβείων;

Ο στόχος δεν είναι να προσθέτουμε άκριτα μέλη, αλλά τα υπάρχοντα να είναι ενεργά και να δραστηριοποιούνται μέσα και γύρω από την Ακαδημία. Και να εκπροσωπούνται ενεργά όλες οι κινηματογραφικές τάσεις. Οι παλαιοί, που μπορεί να έχουν σταματήσει να κάνουν σινεμά, να μένουν δίπλα στην Ακαδημία και να συνεισφέρουν με την εμπειρία τους, και οι νεότεροι να αντιληφθούν ότι η Ακαδημία πάει τα πράγματα παραπέρα για όλους.

Τι σημαίνει ένα βραβείο της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου; Τι θα έπρεπε να σημαίνει ένα βραβείο της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου;

Είτε έχεις πάει καλά ή μέτρια, στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό, στις αγορές ή στα φεστιβάλ, το να έχεις μπει στις Υποψηφιότητες της Ελληνικής Ακδημίας Κινηματογράφου είναι η επιβράβευσή σου από την κοινότητα, από το συνάφι σου, απ’ τους προηγούμενους κι απ’ τους επόμενους. Πόσο μάλλον αν η δουλειά σου πάρει το Βραβείο Ίρις. Η ηθική δικαίωση μετράει. Χρηστικά τώρα, τα βραβεία αναμφίβολα ενισχύουν την πορεία των ταινιών βραχυπρόθεσμα - αλλά και μακροπρόθεσμα - και βέβαια βοηθούν τα επόμενα βήματα του κάθε επαγγελματία είτε είναι υποψήφιος είτε βραβεύεται.

Το κυρίως θέμα είναι η έλλειψη εθνικής στρατηγικής για τον Ελληνικό Κινηματογράφο. Μιας στρατηγικής στην οποία θα είναι όλοι ενταγμένοι με στόχο και πάθος. Αν αυτή η στρατηγική υπήρχε, η ΕΡΤ δε θα εκτελούσε απλά σαν υποχρέωση το 1,5%, αλλά θα το έκανε γιατί το χρειάζεται. Τα ιδιωτικά κανάλια επίσης θα αντιλαμβανόντουσαν πόσα έχουν να κερδίσουν από τη συμμετοχή τους στην παραγωγή μιας ταινίας και δε θα κοίταγαν πώς θα αποφύγουν αυτή τους την υποχρέωση. Αν υπήρχε στρατηγική αυτό που σήμερα γίνεται αντιληπτό ως τιμωρητική διαδικασία θα ήταν αυτονόητο. Εδώ όχι μόνο εθνική στρατηγική δεν έχουμε, αλλά αντίθετα έχουμε νόμους που επικαλύπτονται, και μοίρασμα των αρμοδιοτήτων σε διάφορα υπουργεία, μοίρασμα που δημιουργεί καθυστερήσεις, εμπόδια, σύγκρουση συμφερόντων, διαίρει και βασίλευε, από το οποίο είναι δυστυχώς χαμένος ο Ελληνικός Κινηματογράφος και οι επαγγελματίες του.»

τσεμπερόπουλος Από την περσινή διαδικτυακή ανακοίνωση των βραβείων Ιρις 2020

Μετά από τόσα χρόνια δουλειάς, εμπειρίας και όπως γνωρίζουμε πιστής θέασης των ελληνικών ταινιών, πώς θα περιγράφατε τελικά το ελληνικό σινεμά και τη διαδρομή του μέσα στις δεκαετίες;

Ελεύθερο, ποικιλόμορφο, σκεπτόμενο, κοινωνικό. Κάθε σκηνοθέτης το δικό του μπαϊράκι. Γίνονται πολλές ταινίες κάθε χρόνο είτε υπάρχει καλό κλίμα στην αγορά είτε όχι. Με προσωπικό κόστος, χωρίς να υπάρχει ένα πλήρες κινηματογραφικό πλαίσιο. Όταν αγαπιέται μια ελληνική ταινία, χαιρόμαστε όλοι.

Γιατί οι Έλληνες δεν βλέπουν ελληνικό σινεμά;

Γιατί δεν υπάρχει mainstream κινηματογραφία που να ικανοποιεί τις ανάγκες του μεγάλου κοινού και αυτή να παρασύρει τους θεατές και στις λιγότερο mainstream ταινίες.
Γιατί οι μεγάλες εταιρίες παραγωγής και διανομής του παρελθόντος δεν κατάφεραν να παρουσιάσουν καλά σενάρια ώστε να χρησιμοποιήσουν το άφθονο ταλέντο των σκηνοθετών που πάντοτε υπήρχε.
Γιατί έτσι, έχουμε σχεδόν αποκλειστικά ταινίες του δημιουργού, ταινίες σινεφίλ των οποίων η αγορά μεγαλώνει μεν αλλά δεν αρκεί για να κινήσει το τραίνο.
Γιατί για τις σινεφίλ ταινίες οι διανομείς και οι αιθουσάρχες δεν έχουν ουσιαστικά κίνητρα για να τις προωθήσουν αποτελεσματικά.
Γιατί τις ελληνικές ταινίες τα τηλεοπτικά κανάλια, ιδιωτικά και δημόσια, τις δείχνουν κυρίως τις μεταμεσονύχτιες ώρες.
Στην Γαλλία που είναι η μόνη ευρωπαϊκή χώρα με υγιή εθνική κινηματογραφία, φτάνει στις αίθουσες κάθε χρόνο ένας αριθμός mainstream ταινιών ικανός να κινήσει την κινηματογραφική αγορά, μεγάλο μέρος των οποίων είναι κωμωδίες. Η καλή Κωμωδία είναι απαραίτητο είδος και βαρόμετρο της κοινωνίας. Αυτό το ήξεραν και πριν 2000 χρόνια.
Να πω όμως κλείνοντας την απάντηση, ότι πρόσφατα υπάρχει κάποια τάση αλλαγής των παραπάνω και είναι πολύ ελπιδοφόρο αυτό. Όλα τα είδη κινηματογράφου ωφελούνται όταν υπάρχει ζεστό κλίμα με το κοινό. Μαζί και με τις ξένες παραγωγές που ήρθαν με τα κίνητρα του ΕΚΟΜΕ, ελπίζω να επικρατήσει μια κάποια ευφορία.

Γιατί κατά τη γνώμη σας συνεχίζει η διαρκής προβληματική λειτουργία των οργανισμών που στηρίζουν το ελληνικό σινεμά, όπως το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου, η ΕΡΤ, το ΕΚΟΜΕ - γιατί συνεχώς προκύπτουν προβλήματα που δημιουργούν εμπόδια στην ανάπτυξη του κινηματογραφικού τοπίου στη χώρα;

Προσωπικά ισχυρίζομαι πως αν η Πολιτεία χρηματοδοτούσε επαρκώς το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου (είμαστε τελευταίοι στην ετήσια χρηματοδότηση, πίσω ακόμα κι από τις γειτονικές μας χώρες) θα μπορούσαν οι διοικήσεις του να είναι πολύ πιο αποτελεσματικές. Από την αρχή της οικονομικής κρίσης μέχρι και σήμερα, οι χρηματοδοτήσεις των ταινιών που θα μπορούσαν να «απογειωθούν» εντός ή/και εκτός συνόρων, κινούνται στα επίπεδα της ελεημοσύνης. Αυτό τραβάει τις ταινίες προς τα κάτω και το ίδιο κάνει στο σύνολο της κινηματογραφίας. Λείπει η κεντρική πολιτική βούληση και η πίστη στην αναπτυξιακή δυναμική του ελληνικού σινεμά. Δεν φταίνε οι ίδιοι οι θεσμοί. Κι όταν λέω κεντρική πολιτική βούληση, εννοώ την πολιτική βούληση και των οικονομικών υπουργείων. Εκεί βρίσκεται και το μαχαίρι και το καρπούζι.

Η ΕΡΤ και το ΕΚΟΜΕ έχουν καλύτερα budgets και θα συνεργαζόντουσαν πολύ αποδοτικότερα με ένα ενισχυμένο Κέντρο Κινηματογράφου. Μην ξεχνάμε ότι έχουν άλλες αρμοδιότητες, συμπληρωματικές μεν, αλλά άλλες. Το ΕΚΚ έχει ποιοτικά κριτήρια, διαβάζει και εγκρίνει σενάρια και φακέλους παραγωγής, ενώ το ΕΚΟΜΕ λειτουργεί με ένα αυτόματο σύστημα, είναι ένα ταμείο που ελέγχει πολιτιστικά κριτήρια, προϋπολογισμούς και παραστατικά. Να προσθέσω εδώ ότι το ΕΚΚ είναι που ανακαλύπτει τους νέους ταλαντούχους κινηματογραφιστές όλων των ειδικοτήτων και είναι το φυτώριο και του σινεμά και της τηλεόρασης, οπότε είναι προς το συμφέρον όλων ο εκσυγχρονισμός των οικονομικών του.

Το κυρίως θέμα είναι η έλλειψη εθνικής στρατηγικής για τον Ελληνικό Κινηματογράφο. Μιας στρατηγικής στην οποία θα είναι όλοι ενταγμένοι με στόχο και πάθος. Αν αυτή η στρατηγική υπήρχε, η ΕΡΤ δε θα εκτελούσε απλά σαν υποχρέωση το 1,5%, αλλά θα το έκανε γιατί το χρειάζεται. Τα ιδιωτικά κανάλια επίσης θα αντιλαμβανόντουσαν πόσα έχουν να κερδίσουν από τη συμμετοχή τους στην παραγωγή μιας ταινίας και δε θα κοίταγαν πώς θα αποφύγουν αυτή τους την υποχρέωση. Αν υπήρχε στρατηγική αυτό που σήμερα γίνεται αντιληπτό ως τιμωρητική διαδικασία θα ήταν αυτονόητο.Εδώ όχι μόνο εθνική στρατηγική δεν έχουμε, αλλά αντίθετα έχουμε νόμους που επικαλύπτονται, και μοίρασμα των αρμοδιοτήτων σε διάφορα υπουργεία, μοίρασμα που δημιουργεί καθυστερήσεις, εμπόδια, σύγκρουση συμφερόντων, διαίρει και βασίλευε, από το οποίο είναι δυστυχώς χαμένος ο Ελληνικός Κινηματογράφος και οι επαγγελματίες του.

Είστε λάτρης της αίθουσας; Φοβάστε πως η πανδημία θα κάνει τη συνήθεια της κινηματογραφικής εξόδου να φθίνει ακόμη περισσότερο;

Ναι, είμαι λάτρης της κινηματογραφικής αίθουσας. Μόνο στη σκοτεινή αίθουσα και στη μεγάλη οθόνη μπορείς να εισπράξεις τη μαγεία του κινηματογράφου, τη μαγεία μιας ταινίας. Στον καναπέ σου βλέπεις κι ακούς κι άλλα πράγματα, έχεις το pause στο χέρι, το τηλέφωνο και το ψυγείο κοντά, και τους συγκάτοικους που κινούνται σε άλλους ρυθμούς. Παραμένει βέβαια μια καλή ψυχαγωγία, αλλά τη μαγεία δεν την έχεις ολόκληρη. Και γι’ αυτό πιστεύω πως όταν ανοίξουν τα σινεμά ο κόσμος θα σπεύσει.

Τι θα έπρεπε να γίνει για να σωθεί η κινηματογραφική αίθουσα, να ενισχυθεί ως συνήθεια του Έλληνα και σε σχέση με τις ελληνικές ταινίες;

Η εκπαίδευση των παιδιών και των νέων στον κινηματογραφικό αλφαβητισμό και την αφήγηση, η μύηση στο σινεμά, είναι κάτι απλό και σημαντικό και μπορεί να γίνει. Τα παιδιά σήμερα μεγαλώνουν με τις μικρές οθόνες του τάμπλετ και του κινητού. Τι ωραία που θα ήταν το σχολείο να τους μάθαινε και την μεγάλη οθόνη, την οθόνη της κινηματογραφικής αίθουσας! Όπως τα παιδιά πηγαίνουν εκδρομή με το σχολείο στα παιδικά θέατρα, τι ωραία που θα ήταν να πήγαιναν εκδρομή και στο σινεμά! Υπάρχουν τόσες ταινίες που απευθύνονται στα παιδιά και τους έφηβους που είναι πια εξοικειωμένοι τόσο πολύ με την εικόνα, και φυσικά θα μπορούσαν να παρακολουθήσουν το 80% της διεθνούς και της εγχώριας παραγωγής σε ειδικές προβολές για τα σχολεία.
Να πούμε και για την ποικιλία των ελληνικών ταινιών διαχρονικά. Αν ψηφιοποιήσουμε τον πλούτο της και γίνει έτσι εύκολα προσβάσιμος στις σύγχρονες αίθουσες, θα μπορούσαν να υπάρχουν ειδικές προβολές για τα σχολεία τα πρωινά. Αν τελείωνες το σχολείο και είχες δει 20 ελληνικές ταινίες και 20 κλασικές διεθνείς σε αίθουσα, είναι πολύ πιθανό να αγαπούσες και την αίθουσα και το σινεμά! Έτσι διαμορφώνονται οι αυριανοί θεατές.

Μετά, η αίθουσα χρειάζεται πια κίνητρα. Κίνητρα για να παίξει τις ευρωπαϊκές ταινίες και τις ελληνικές, κίνητρα για να μπορεί να υποστηρίξει ρεπερτόριο, αφιερώματα, events με καλεσμένους συντελεστές των ταινιών ή εισηγητές, ειδικές θεματικές και συζητήσεις. Αλλά και προγράμματα για να ανακαινιστεί, να βάλει νέο εξοπλισμό, άνετα καθίσματα κλπ. Αλλάζει ο τρόπος που βλέπουμε τις ταινίες και η αίθουσα πρέπει να προσφέρει ιδανικές συνθήκες προβολής. Είχαμε φτάσει στο σημείο να βλέπουμε ταινία σε αίθουσες με το μπουφάν ή να πληρώνουμε κανονικό εισιτήριο για να βλέπουμε προβολή από DVD. Όταν μπορείς να δεις σε καλές συνθήκες μια ταινία στο σπίτι σου, πρέπει να μπορείς να τη δεις σε πολύ καλύτερες συνθήκες στο σινεμά.

Στο τέλος είναι η πειρατεία, αυτή η μάστιγα που χτυπάει όλες τις επιχειρήσεις και τις αδυνατίζει σημαντικά. Η Πολιτεία νομοθετεί με μικρά βηματάκια εδώ και χρόνια, αντί να το λύσει αποφασιστικά όπως σε τόσες άλλες χώρες. Η ανοχή σ' αυτήν την παράνομη δραστηριότητα με προσπερνά.

Το ελληνικό σινεμά είναι ελεύθερο, ποικιλόμορφο, σκεπτόμενο, κοινωνικό. Κάθε σκηνοθέτης το δικό του μπαϊράκι. Γίνονται πολλές ταινίες κάθε χρόνο είτε υπάρχει καλό κλίμα στην αγορά είτε όχι. Με προσωπικό κόστος, χωρίς να υπάρχει ένα πλήρες κινηματογραφικό πλαίσιο. Όταν αγαπιέται μια ελληνική ταινία, χαιρόμαστε όλοι.»

Ποιες ακριβώς είναι οι σκέψεις σας σε σχέση με την πανδημία; Πόσο ανάσχεσαν τις προοπτικές της ελληνικής κινηματογραφικής παραγωγής;

Βρισκόμαστε στο τρίτο κύμα της πανδημίας και τα γυρίσματα στην Ελλάδα συνεχίζονται κόντρα στις προβλέψεις. Φυσικά με δυσκολίες που προσθέτουν πολύ σοβαρά κόστη στις παραγωγές και πολύ σοβαρές ανατροπές. Όταν π.χ. κατά τη διάρκεια των προβών ένας ηθοποιός μπει σε υποχρεωτική καραντίνα, οι πρόβες αναγκαστικά γίνονται στο γύρισμα, κάτι που φέρνει τεράστια κόστη και εντάσεις. Κι αυτό είναι ένα μόνο παράδειγμα. Είναι πραγματικά δύσκολη περίοδος για εμάς γιατί επικρατεί το απρόβλεπτο.
Σε θεσμικό επίπεδο, έμειναν πίσω τα χρόνια ζητήματα, μια και η επικαιρότητα δημιούργησε άλλα επείγοντα. Από τη μεριά μας, προσπαθούμε να επανέλθει άμεσα η ατζέντα εκεί που την αφήσαμε.

Τι ευκαιρίες θα μπορούσαν να γεννηθούν μέσα από την αναγκαστική «παύση» που έφερε η πανδημία;

Φάνηκε καθαρά πόσο μεγάλη ανάγκη έχει ο κόσμος τις τέχνες. Φάνηκε επίσης καθαρά και πόσο τρύπιο είναι το θεσμικό πλαίσιο για τις τέχνες.
Άνοιξε η συζήτηση για μια σειρά θεμάτων όπως: η καταγραφή των απασχολούμενων στον πολιτισμό, η ανάγκη ρύθμισης των εργασιακών ζητημάτων, το καθεστώς λειτουργίας των δραματικών σχολών, ο τρόπος που διανέμονται οι ταινίες, και άλλα σημαντικά.
Τα θέματα άνοιξαν από μόνα τους και τώρα είναι στα χέρια της Πολιτείας. Ελπίζω να γίνουν οι απαραίτητες τομές και να μην αρκεστούν στη συζήτηση.

Να αναφέρουμε, ωστόσο, εδώ το παράδοξο των ξένων παραγωγών που ετοιμάζονται να γυριστούν στην Ελλάδα το καλοκαίρι και απορροφούν ήδη μεγάλο μέρος του δυναμικού των ανθρώπων που εργάζονται στο ελληνικό σινεμά;

Είναι μία πρόκληση. Οι εξαιρετικού επιπέδου τεχνικοί μας πρέπει να επιλέξουν βοηθούς που θα τους εξασκήσουν σε προγράμματα που θα οργανώσει άμεσα η Πολιτεία. Αλλιώς το δυναμικό μας δεν επαρκεί για τόσες πολλές και μεγάλες παραγωγές. Το ζήτημα είναι κατεπείγον, έχετε δίκιο που το θίγετε.
Αν το Υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης και το ΕΚΟΜΕ είχαν διαβουλευτεί με την κινηματογραφική κοινότητα για την επερχόμενη πρόκληση, θα είχε διαγνωστεί έγκαιρα το πρόβλημα. Ο χώρος βρέθηκε σε έναν βαθμό απροετοίμαστος να σηκώσει σαν ανθρώπινο δυναμικό και σαν υλικοτεχνικές υποδομές τόσα πολλά γυρίσματα.
Η πρόκληση οφείλει να είναι για όλους διπλή. Πρέπει να ανταποκριθούμε άριστα σαν χώρα, και στις ανάγκες των ξένων παραγωγών και στην διαρκή άνοδο της εθνικής κινηματογραφίας μας. Αλλά θέλει συνεργασία αυτό και συνεννόηση.

Ετοιμάζετε καινούρια ταινία; Σε ποιο σημείο βρίσκεστε; Τι είναι αυτό που σας εμπνέει τελευταία μέσα σε ένα κόσμο και μια χρονιά από τις πιο περίεργες που ζήσαμε τα τελευταία έτσι κι αλλιώς περίεργα χρόνια;

Εδώ στου δρόμου τα μισά
έφτασε η ώρα να το πω
άλλα είναι εκείνα που αγαπώ
γι’ αλλού γι’ αλλού ξεκίνησα.

Στ’ αληθινά στα ψεύτικα
το λέω και τ’ ομολογώ.
Σαν να ‘μουν άλλος κι όχι εγώ
μες στη ζωή πορεύτηκα.

Αυτή είναι η κεντρική ιδέα της ψυχοσύνθεσης του πρωταγωνιστή του σεναρίου που ετοιμάζω. Θα αρχίσω να λέω «κάνω ταινία», όταν ολοκληρωθεί το σενάριο και θα έχει βρεθεί η βασική χρηματοδότηση. Είναι μακρύς ακόμα ο δρόμος.

Τσεμπερόπουλος Γιώργος Τσεμπερόπουλος, 2021

Η απονομή των βραβείων Ίρις 2021 σχεδιάζεται να πραγματοποιηθεί διά ζώσης στις αρχές του καλοκαιριού. Οι σχετικές πληροφορίες θα ανακοινωθούν σύντομα. Αναζητήστε περισσότερες πληροφορίες για τα βραβεία, τις δράσεις και τις ανακοινώσεις της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου στο επίσημο site της και στην επίσημη σελίδα της στo Facebook.