Τι χρειάζονται οι ελληνικές ταινίες για να γίνουν αντιληπτές και να κάνουν καριέρα στο εξωτερικό και ειδικά στην καρδιά του κινηματογραφικού κυκλώματος, στο Λος Αντζελες; Ηταν συγκυριακή η υποψηφιότητα του «Κυνόδοντα» για τα βραβεία της Αμερικανικής Ακαδημίας, ή προϊόν σκληρής δουλειάς; Τι σημαίνει δικτύωση και οργανωμένη προώθηση για μια ελληνική ταινία σ’ ένα τόσο ανταγωνιστικό περιβάλλον; Μια εβδομάδα πριν ξεκινήσει στην πόλη των αγγέλων το Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου, η Ελισάβετ Φωτιάδου, Γενική Πρόξενος της Ελλάδας στο Λος Αντζελες, δίνει απαντήσεις που βασίζονται, όχι στη θεωρία, ούτε στην τυπική θέση, αλλά στη σκληρή δουλειά και την πρόσφατη εμπειρία της. Με μειωμένους πόρους αλλά δυναμική πρωτοβουλία, συγκροτημένη στρατηγική, αγάπη για το σινεμά και μια δραστήρια ομάδα, αποδεικνύει ήδη ότι η λογική κι ο επαγγελματισμός φέρνουν αποτελέσματα.
Πόσο σημαντικός παράγοντας θεωρείτε ότι είναι το lobbying για τη βελτίωση της εικόνας του ελληνικού κινηματογράφου στην Αμερική; Πόσο καλά λειτουργεί, τι εξέλιξη χειράζεται ακόμα; Υπάρχουν συγκεκριμένοι άνθρωποι, ίσως από την ελληνική κοινότητα, που βοηθούν;
Για την προβολή του ελληνικού κινηματογράφου εν γένει, δεν θα έλεγα ότι χρειάζεται ακριβώς lobbying, τουλάχιστον με τη συνήθη έννοια του όρου. Χρειάζεται προβολή του ελληνικού κινηματογράφου όσο περισσότερο γίνεται, ευκαιρίες να δείξουμε ταινίες, να συμμετάσχουμε σε φεστιβάλ, να γράψουν τα ειδικά έντυπα για τις ταινίες μας.
Το αμερικανικό κοινό δεν ήταν μέχρι σήμερα συνηθισμένο να βλέπει ταινίες με υπότιτλους, αλλά τα τελευταία χρόνια οι ξένες ταινίες έχουν κερδίσει έδαφος και έχουν το κοινό τους. Το Ελληνικό Φεστιβάλ και συγκεκριμένα η Ερση Δάνου και η Αγγελική Γιαννακόπουλος, κάνουν με επιτυχία τη δουλειά αυτή τα τελευταία 5 χρόνια. Χωρίς αυτή τη διοργάνωση, το ελληνικό σινεμά δε θα είχε μπει στο χάρτη του Λος Αντζελες και οι άνθρωποί του έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην προώθηση του «Κυνόδοντα» κι έχουν και ακόμα περισσότερες δυνατότητες που προσπαθούν ν' αναπτύξουν χρόνο με το χρόνο. Και θα το κάνουν αν έχουν την κατάλληλη στήριξη. Δειλά-δειλά έχουμε επεκταθεί και σε άλλους τόπους προβολής, όπως αυτές που έγιναν στηνΣχολή Κινηματογράφου του Πανεπιστημίου USC. Κατά την άποψή μου οι προβολές στα Πανεπιστήμια έχουν πολλά να δώσουν, γιατί στην ηλικία αυτή βλέπει κανείς περισσότερο σινεμά, λιγότερο εμπορικό. Ετσι ετοιμάζεις ένα κοινό που θα έρθει να δεί μια ελληνική ταινία όταν θα βρεί διανομή. Και φυσικά το «word of mouth» είναι πολύ σημαντικός παράγοντας σε μια πόλη όπως το Λος Αντζελες. Εννοείται ότι πρώτα απ΄όλα χρειαζόμαστε καλές ελληνικές ταινίες.
Οι ελληνοαμερικανοί της κινηματογραφικής βιομηχανίας έχουν βοηθήσει πάρα πολύ με τις γνώσεις και τις συμβουλές τους, με την παρουσία τους, δίνοντας κύρος στις προσπάθειές μας, με τις συναντήσεις τους με κυβερνητικούς αξιωματούχους που έρχονται από την Ελλάδα, στους οποίους δεν κουράζονται να εξηγούν πως γίνονται τα πράγματα εδώ, με τον καλό λόγο που θα πουν στους συναδέλφους τους. Αλλά και ομογενείς εκτός βιομηχανίας έχουν στηρίξει το Φεστιβάλ με την παρουσία τους και με χορηγίες.
Η πρώτη φορά που ο χώρος συνειδητοποίησε τη σημασία και τ' αποτελέσματα της οργανωμένης κι επαγγελματικής υποστήριξης, ήταν η περίπτωση του «Κυνόδοντα». Αυτό που οφείλεται; Στην ίδια την ταινία, στη χρονική συγκυρία, τι άλλαξε ή τι «ωρίμασε»;
Πρώτα πρώτα επρόκειτο για μια πολύ καλή ταινία με ενδιαφέρουσα, ασυνήθιστη ιστορία και γραφή. Επειτα, ήταν η πρώτη φορά που υπήρξε οργανωμένη προώθηση ελληνικής ταινίας που συμμετέχει στο διαγωνιστικό τμήμα ξενόγλωσσης ταινίας της Ακαδημίας. Εγινε σημαντική δουλειά, ειδικά από τους Μπεβ Ρίγκας και Μπράιαν Κόουλ. Οργανώθηκαν, από μια μικρή ομάδα ανθρώπων, με ελάχιστα χρήματα, προβολές για τα Μέλη της Ακαδημίας, προβολές για το ευρύτερο κοινό, καταχωρίσεις στον τύπο, συνεντεύξεις. Αυτά τα κάνουν όλες οι χώρες για τις ταινίες τους, δεν ξέρω γιατί εμείς αργήσαμε τόσο. Φυσικά αν δεν ήταν καλή η ταινία όλα αυτά λίγο θα βοηθούσαν. Και υπήρχε μεγάλος ανταγωνισμός, αφού και οι 5 ξενόγλωσσες υποψήφιες ταινίες εξαιρετικές. Και όπως είπα, το ενδιαφέρον του αμερικανικού κοινού για τις ξένες ταινίες έχει αυξηθεί. Μια σκέψη που με έχει απασχολήσει, είναι εάν, όταν επιλέγονται ταινίες για να υποβληθούν στην Ακαδημία, τα κριτήρια θα πρέπει να είναι ειδικά, όπως άλλωστε και σε άλλα διεθνή φεστιβάλ.
Η δική σας προσπάθεια ανάπτυξης και δικτύωσης του ελληνικού κινηματογράφου στην Αμερική βασίζεται σε προσωπικό ενδιαφέρον, επαγγελματική υποχρέωση; Υπάρχει κάποια γραμμή από την πολιτεία, το Υπουργείο Πολιτισμού, ώστε να υποστηρίζεται η δουλειά σας;
Λατρεύω τον κινηματογράφο, αλλά δεν είναι αυτός ο λόγος που ασχολήθηκα τόσο πολύ εδώ. Θεωρώ ότι η αποστολή των διπλωματικών και προξενικών αρχών είναι, μεταξύ άλλων, η προβολή της Ελλάδας. Ο κινηματογράφος είναι ο σύγχρονος ελληνικός πολιτισμός. Οι αμερικανοί γνωρίζουν τον αρχαίο και τον βυζαντινό πολιτισμό, αλλά λίγα πράγματα για την σύγχρονη Ελλάδα, εκτός αν την έχουν επισκεφθεί. Ο κινηματογράφος μεταφέρει εικόνες της σύγχρονης Ελλάδας, με τα καλά και τα κακά της, δείχνει τον τρόπο έκφρασης των σύγχρονων δημιουργών. Είναι λοιπόν πολύτιμος.
Επειτα, ζώντας στο Λος Αντζελες, δεν μπορείς να μην ασχοληθείς με τον κινηματογράφο. Είναι μέσα στην καθημερινή ζωή. Αφήστε και την οικονομική του σημασία, που στην Ελλάδα δεν την έχουμε πάρει στα σοβαρά και όλα γίνονται για την τέχνη, αλλά εδώ δίνει δουλειά σε χιλιάδες ανθρώπους. Η οικονομική πλευρά του κινηματογράφου είναι κάτι στο οποίο πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη σημασία, είτε πρόκειται για την προσέλκυση ξένων παραγωγών, που τη θέλουμε μεν, αλλά αν δεν δώσουμε τα κατάλληλα οικονομικά κίνητρα δεν πρόκειται ποτέ να ανταγωνιστούμε άλλες χώρες που έχουν ήδη προχωρήσει, και παρέχουν επιπλέον και εγκαταστάσεις, τεχνικούς υψηλών προδιαγραφών κλπ. Από τα λίγα που ξέρω εξάλλου, αν δεν υπάρχουν εταιρείες παραγωγής που θα επενδύσουν (και βέβαια θα θελήσουν να πάρουν πίσω τα χρήματά τους), ο κινηματογράφος θα εξακολουθήσει να φυτοζωεί περιμένοντας κρατικές ενισχύσεις. Ευτυχώς έχουμε αρχίσει να έχουμε δυναμικές εταιρείες παραγωγής και στην Ελλάδα. Αλλά η ελληνική αγορά είναι μικρή. Θα πρέπει συνεπώς να αρχίσουμε να παίρνουμε στα σοβαρά τις δυνατότητες εξαγωγών.
Εδώ ακούμε πολλά, μαθαίνουμε πολλά, σκεφτόμαστε «ας μην πάνε χαμένα, όσο και ερασιτεχνικά να είναι». Κάνουμε εισηγήσεις, χρησιμοποιούμε τη δημιουργική μας φαντασία. Θα χαρώ πολύ αν κάποια μέρα έρθει ένα τηλεγράφημα που θα λέει «αυτή είναι η πολιτική μας για τον κινηματογράφο στο εξωτερικό». Εχουμε πάντως ηθική και μικρή υλική υποστήριξη.
Οι πρόσφατες διεθνείς επιτυχίες ελληνικών ταινιών έχουν κάνει τη δουλειά σας σ' αυτό το κομμάτι πιο εύκολη; Βλέπετε αλλαγή στον τρόπο αντιμετώπισης των Αμερικανών, σε σχέση με όταν φτάσατε στο Los Angeles, ή και παλαιότερα;
Οι επιτυχίες βάζουν τον ελληνικό κινηματογράφο στο χάρτη. Η Ελλάδα ακούστηκε στο Kodak Theatre για πρώτη φορά μετά από 33 χρόνια. Στέλνετε ταινίες παντού, σε όλα τα Φεστιβάλ, βοηθάει πολύ. Βοηθάει και στο εξωτερικό, όπου γίνεται γνωστό το ελληνικό σινεμά και στην Ελλάδα, όπου τονώνεται η αυτοπεποίθησή μας.
Σε τι πιστεύετε ότι μπορεί να ελπίζει ένας Ελληνας σκηνοθέτης για μια «καριέρα» της ταινίας του στην Αμερική τώρα;
Η συμμετοχή σε Φεστιβάλ είναι ευκολότερη σε σχέση με την εύρεση διανομής. Αν μια ταινία δεν είναι κατάλληλη για ένα φεστιβάλ, μπορεί να είναι κατάλληλη για ένα άλλο. Αν έχει βραβευθεί σε Φεστιβάλ, η πώλησή της γίνεται όπως γνωρίζετε ευκολότερη και οι διανομείς θα την προσέξουν. Είναι βέβαια δύσκολο να βρεθούν μεγάλες εταιρείες διανομής, που προσανατολίζονται σε άλλου είδους σινεμά, αλλά μικρότερες εταιρείες ενδέχεται να δείξουν ενδιαφέρον και να προβάλουν την ταινία έστω και σε περιορισμένο αριθμό αιθουσών. Από ειδικούς έχω ακούσει επίσης ότι όταν οι δημιουργοί στοχεύουν σε διεθνές κοινό, θα πρέπει να το λαμβάνουν υπόψιν τους όταν επιλέγουν το θέμα και τη γραφή της ταινίας τους. Ο αμερικανικός κινηματογράφος, επειδή απευθυνόταν σε πολυπολιτισμικό κοινό, δημιούργησε παράδοση σε αυτό που ονομάζουν «entertainment» , και όπου τα έθνικ θέματα δεν είχαν μεγάλη θέση. Η αλήθεια είναι ότι το αμερικανικό κοινό δύσκολα θα κατανοήσει μια ταινία που αναφέρεται σε ένα ιστορικό γεγονός που δεν είναι γνωστό έξω από την Ελλάδα. Ο «Κυνόδοντας» ήταν μια ιστορία που θα μπορούσε να διαδραματίζεται οπουδήποτε. Δεν είμαι όμως βέβαια. Ισως τη μεγαλύτερη σημασία έχει ο τρόπος που θα πεις μια ιστορία…