Εγκλημα του παρόντος... η εν λόγω έξοδος της νέας ταινίας του Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ που μόλις στη δεύτερη εβδομάδα της εξασφαλίζει μόλις μία αίθουσα σε όλη τη χώρα και «κλείνει» έχοντας καταχωρηθεί ήδη ως μια από τις μεγαλύτερες εμπορικές αποτυχίες της χρονιάς.
Δεν είναι η πρώτη φορά που ταινίες περνούν απαρατήρητες από τους Ελληνες θεατές.
Ταινίες όλων των ειδών και των προτιμήσεων - από σκληροπυρηνικά arthouse μέχρι και λαμπερές δραμεντί - σε ένα κύκλο διανομής που συναντά δύο πόλους: θεατές χωρίς καμία επιθυμία να δουν - πόσο μάλλον να ανακαλύψουν - σινεμά και διανομή ταινιών χωρίς καμία έμπνευση, πρωτοτυπία ή πραγματικό ενδιαφέρον για προσέλκυση θεατών.
Ο νέος Κρόνενμπεργκ είναι μια πλούσια - και σε αναγωγές - ταινία.
Είναι μια επιστροφή στο ένδοξο παρελθόν του δημιουργού του με άφθονο σωματικό τρόμο και ιδιόχειρες κατασκευές που διασχίζουν την ιστορικότητα του μέλλοντος (η ταινία βασίζεται στο ομότιτλο μικρού μήκους του σκηνοθέτη από το 1970), έχει γυριστεί εξολοκλήρου στην Ελλάδα και δη στην Αθήνα και τον Πειραιά σε μια ευρηματική χρήση της «αποκαλυπτικής» ελληνικής μητρόπολης και έχει για πρωταγωνιστές τρεις υπέροχους σταρ πριν από ηθοποιούς κι όμως το αντίθετο - Βίγκο Μόρτενσεν, Λέα Σεϊντού και Κρίστεν Στιούαρτ.
Ταυτόχρονα είναι μια μέτρια ταινία, παρά τις πάνω του μέσου όρου φυσικά σκηνοθετικές της ευρεσιτεχνίες, ένα κοφτερό μυαλό που απλά μοιάζει λίγο κολλημένο... πριν το μέλλον και ερμηνείες που αγγίζουν θεαματικές ατμόσφαιρες τουλάχιστον από τα 2/3 του καστ της.
Πριν βγει στις αίθουσες η ταινία είχε κερδίσει φήμη και σχεδόν θρυλικές διαστάσεις λόγω της ελληνικής της συμπαραγωγής, της παγκόσμιας πρεμιέρας της στο Φεστιβάλ Καννών, της μεγάλης επιστροφής του Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ (που, διάολε, ακόμη και αν δεν ικανοποιεί δεν υπάρχει περίπτωση να μην θες να δεις). Κι όμως, στην Ελλάδα, εκτός από κάποια previews και ένα δειλό άνοιγμα Τετάρτης αντί Πέμπτης, η ταινία προσέκλυσε μόλις 658 θεατές σε 21 αίθουσες, πανελλαδικά.
Σε μια χώρα που κανείς δεν πηγαίνει σινεμά, αν αυτό δεν είναι ο Thor ή o Τζορτζ Κλούνεϊ μαζί με την Τζούλια Ρόμπερτς (κανένας από τους δύο μόνοι τους), κι αυτό με το ζόρι, δεν μπορούμε να φανταστούμε τι τύχη θα είχε ο νέος "δύσκολος", όχι τόσο πετυχημένος, αλλά σε κάθε περίπτωση Κρόνενμπεργκ. Αν δεν θέλεις να δεις τον νέο - ναι μέτριο - Κρόνενμπεργκ, τότε τι θες πραγματικά να δεις;»
Ο συνδυασμός της μηδενικής φροντίδας από την πλευρά της διανομής για μια προώθηση μιας «δύσκολης», αλλά με πολλά θετικά πρόσημα ταινίας και ενός κοινού που δεν έχει πια καμία διάθεση να πάει σινεμά για να δει ταινίες, αλλά μόνο συγκεκριμένες «επιλογές εξόδου», λίγο πριν οι κλειστές αίθουσες έρθουν αντιμέτωπες με ενεργειακές και άλλες κρίσεις, είναι εκρηκτικός. Σκάει από το πουθενά και παίρνει σβάρνα, μαζί με ταινίες που το αξίζουν, και ταινίες που κανονικά θα συγκαταλέγονταν μέσα στις ταινίες της χρονιάς.
Η «πιπίλα» της πειρατείας μοιάζει πλέον με φτηνή δικαιολογία. Ναι τα «Εγκλήματα του Μέλλοντος» είχαν βγει για παράνομο κατέβασμα εδώ και καιρό. Και η ελληνική πλευρά της ταινίας θα έπρεπε και να το είχε προβλέψει αλλά και να το προλάβει. Πιστέψτε μας, δεν θα γινόταν τίποτα διαφορετικό. (Πραγματικά ας σηκώσουν χέρι όσοι είδαν τα «Εγκλήματα του Μέλλοντος» - μην σας πούμε ότι είναι και λιγότεροι από όσους νομίζουμε.)
Σε μια χώρα που κανείς δεν πηγαίνει σινεμά, αν αυτό δεν είναι ο Thor ή o Τζορτζ Κλούνεϊ μαζί με την Τζούλια Ρόμπερτς (κανένας από τους δύο μόνοι τους), κι αυτό με το ζόρι, δεν μπορούμε να φανταστούμε τι τύχη θα είχε ο νέος «δύσκολος», όχι τόσο πετυχημένος, αλλά σε κάθε περίπτωση Κρόνενμπεργκ. Αν δεν θέλεις να δεις τον νέο - ναι μέτριο - Κρόνενμπεργκ, τότε τι θες πραγματικά να δεις;
Από την άλλη δεν μπορούμε παρά να σταθούμε με τρόμο σε μια πρακτική που παγιώνεται και, παρά το μάθημα της πανδημίας, συνεχίζει ακάθεκτη να πετάει στις αίθουσες πληθώρα ταινιών που ανοίγουν-κλείνουν-ξεχνιούνται σαν να μην υπήρξαν ποτέ. Πόσες ακόμη θα πρέπει να θυσιαστούν για να αλλάξει κάτι - και στις δύο πλευρές: διανομής και θεατών;
Προλαβαίνετε να δείτε τα «Εγκλήματα του Μέλλοντος» σε κινηματογραφική αίθουσα εδώ.